Μία επίλεκτη ερευνητική ομάδα που θα ρίχνει φως και θα αποκωδικοποιεί το DNA από ευρήματα που χρονολογούνται χιλιάδες χρόνια πριν, φτάνοντας στο σημείο -όταν υπάρχει αξιοποιήσιμο γενετικό υλικό- να αναδεικνύει τα σωματικά χαρακτηριστικά ανθρώπων αλλά και να αναπαριστά πρόσωπα, στελεχώνει το νέο Εργαστήριο Αρχαίου DNA που εντάσσεται στο Ιδρυμα Τεχνολογίας και Ερευνας (ΙΤΕ).
Η πρόσβαση στο νέο αυτό εργαστήριο, που εγκαινιάστηκε το απόγευμα της Παρασκευής, θα είναι περιορισμένη και ελεγχόμενη και θα αφορά κατ' αρχάς τα έξι μέλη της μόνιμης ειδικής ομάδας επιστημόνων, ενώ στο πλαίσιο συνεργασιών θα παρέχεται πρόσβαση και σε κάποιους άλλους επιστήμονες προκειμένου να προσεγγίζεται διεπιστημονικά ένα εύρημα. Οι προδιαγραφές του εργαστηρίου είναι αντίστοιχες με αυτές των εγκληματολογικών, καθώς πρωταρχικό στόχο αποτελεί η προστασία του δείγματος από μολύνσεις αλλά και από την καταστροφή που θα μπορούσε να προκληθεί από κάποιον άστοχο χειρισμό.
«Η χώρα μας είναι διάσπαρτη από αρχαία νεκροταφεία, ενώ υπάρχει ήδη ένα τεράστιο υλικό που μπορεί να αξιοποιηθεί, να διαβαστεί το DNA και να οδηγήσει σε νέα συμπεράσματα», τονίζει στο «Εθνος» ο επιστημονικός υπεύθυνος της μονάδας Αρχαίου DNA που λειτουργεί στο Ηράκλειο Κρήτης, Δημήτρης Καφετζόπουλος, προσθέτοντας ότι το εργαστήριο θα μπορέσει να ανταγωνιστεί τις αντίστοιχες υποδομές του εξωτερικού στις οποίες κατέληγε σημαντικό μέρος των δειγμάτων που ανασκάπτονται στην Ελλάδα.
Η ειδική στολή που φορούν οι επιστήμονες εντός του εργαστηρίου για τον χειρισμό των πολύτιμων αρχαιολογικών ευρημάτων και την προστασία τους από μολύνσεις. Είναι αντίστοιχη με αυτές που χρησιμοποιούνται στα εγκληματολογικά εργαστήρια
Ανάκτηση των πληροφοριών
«Υπήρχε ένα τεράστιο κενό και με αυτό το εργαστήριο φιλοδοξούμε ότι θα το καλύψουμε. Στόχος της ερευνητικής ομάδας είναι να ανακτά την πληροφορία που υπάρχει στο υλικό που θα εξετάζουμε», συμπληρώνει. Σύμφωνα με τον κ. Καφετζόπουλο, ο οποίος είναι μοριακός βιολόγος και ερευνητής του ΙΤΕ, το νέο αυτό εργαστήριο θα μπορέσει να δώσει απαντήσεις σε μία σειρά θεμάτων, όπως, για παράδειγμα, να καταλάβουμε την καταγωγή των λειψάνων: «Σ' ένα νεκροταφείο μπορούμε να δούμε εάν υπήρχε ομοιογένεια όσον αφορά στον πληθυσμό που είχε ενταφιαστεί. Μπορούμε να μελετήσουμε την προέλευση των ζώων και των φυτών, να αναγνωρίσουμε παλιές ράτσες ζώων και φυλές που έχουν εξαφανιστεί, να αποκωδικοποιήσουμε ιούς και μικρόβια που δημιούργησαν πανδημίες χιλιάδες χρόνια πριν. Να εξετάσουμε σκελετούς ή ακόμη και θραύσματα από οστά και να αποκαλύψουμε τη σχέση μεταξύ δύο διαφορετικών ατόμων που βρέθηκαν σε κοντινό σημείο, δηλαδή εάν ήταν ζευγάρι, εάν υπήρχε η σχέση κόρης-πατέρα κ.λπ.».Ενα από τα πιο εντυπωσιακά στοιχεία που θα μπορέσει να φέρει εις πέρας η ειδική ερευνητική ομάδα θα είναι η αναπαράσταση των χαρακτηριστικών ενός νεκρού, δηλαδή εφόσον υπάρχει αξιοποιήσιμο γενετικό υλικό θα δίνονται πληροφορίες, όπως για το χρώμα του δέρματος, των ματιών και των μαλλιών. Εφόσον μάλιστα το υλικό βρίσκεται σε καλή κατάσταση και μπορεί να δώσει τις πληροφορίες που χρειάζονται οι επιστήμονες, θα είναι δυνατή ακόμη και η αναπαράσταση του προσώπου στα πρότυπα ξένων εργαστηρίων που έχουν προχωρήσει σε αντίστοιχες μελέτες.
Ερωτηθείς σχετικά, ο κ. Καφετζόπουλος υποστήριξε ότι οι σκελετοί που βρέθηκαν στην Αμφίπολη, μία ανακάλυψη που καθήλωσε την Ελλάδα και προξένησε το ενδιαφέρον της παγκόσμιας αρχαιολογικής κοινότητας και όχι μόνο, θα μπορούσαν να είχαν εξεταστεί από το νέο αυτό εργαστήριο, εάν υπήρχε τότε.
Στο μεταξύ, την Παρασκευή το Ινστιτούτο Μοριακής Βιολογίας και Βιοτεχνολογίας του ΙΤΕ διοργάνωσε Διεθνή Επιστημονική Ημερίδα με τίτλο «Ανάλυση Αρχαίου DNA: Μια νέα ματιά στο παρελθόν», όπου συμμετείχαν επιστήμονες διεθνούς κύρους που διακρίνονται για το έργο τους σε αυτόν τον τομέα.
Οι ερευνητές του Εργαστηρίου Αρχαίου DNA σε πλήρη παράταξη. Από αριστερά διακρίνονται οι: Δημήτρης Καφετζόπουλος (βιολόγος - επιστημονικός υπεύθυνος), Δέσποινα Βάσσου (χημικός), Νίκη Γουναλάκη (βιολόγος), Χριστιάνα Χουλάκη (μοριακή βιολόγος - γενετίστρια), Ειρήνη Στρατιδάκη (βιολόγος) και Ευγενία Ταμπακάκη (αρχαιολόγος)
πηγή: ethnos.gr - Μιχάλης Νιβολιανίτης