Ο Κώστας Γεωργουσόπουλος παρουσιάζει την "Πολυφίλητη"
Ένα από τα συγκλονιστικότερα γεγονότα της ιστορίας, η 22χρονη πολιορκία του Χάνδακα (1647-1669), θα βρεθεί τη Δευτέρα, 15 Φεβρουαρίου, στο επίκεντρο μιας εκδήλωσης αφιερωμένης στη σχέση λογοτεχνίας και ιστορίας. Ο Κώστας Γεωργουσόπουλος θα παρουσιάσει την Πολυφίλητη, το νέο ιστορικό μυθιστόρημα του Νίκου Ψιλάκη, ένα έργο που διαδραματίζεται στα χρόνια του Κρητικού Πολέμου και αφουγκράζεται τις φωνές των αφανών, εκείνων που βίωσαν την πείνα, τη δίψα, τη στέρηση, εκείνων που αναζήτησαν την ελπίδα και γεύτηκαν πολλές φορές τη διάψευση.
Δυο σημαντικοί πνευματικοί και κοινωνικοί φορείς της Αθήνας, η Κρητική Εστία και η Παγκρήτιος Ένωση Αττικής ανέλαβαν την πρωτοβουλία να παρουσιάσουν στο αθηναϊκό κοινό το έργο του Νίκου Ψιλάκη και να αναδείξουν το γεγονός που δεν σήμανε μόνο την κατάληψη της Κρήτης από τους Οθωμανούς, αλλά και την αλλαγή του γεωπολιτικού χάρτη της Ανατολικής Μεσογείου. Η εκδήλωση θα γίνει στο αμφιθέατρο της Κρητικής Εστίας (Στράβωνος 12, Παγκράτι), στις 7 το απόγευμα.
Τον συγγραφέα θα προλογίσει ο Πρόεδρος της Κρητικής Εστίας Χαράλαμπος Σαλβαράκης και θα απευθύνει χαιρετισμό ο Πρόεδρος της Παγκρήτιας Ένωσης Γιώργος Μακριδάκης. Αποσπάσματα από το βιβλίο θα διαβάσει ο ίδιος ο συγγραφέας. Μετά την εκδήλωση θα ακολουθήσει κρητικό κέρασμα.
Με την Πολυφίλητη ο Νίκος Ψιλάκης επιχειρεί μια νέα ανάγνωση της ιστορίας αναδεικνύοντας την ανθρώπινη περιπέτεια μέσα από μιαν ελκυστική αφήγηση που έχει στο φόντο της τα μεγάλα γεγονότα του 17ου αιώνα. Οι μυθιστορηματικοί ήρωες κινούνται σ' ένα πραγματικό περιβάλλον, συναντούν τους πρωταγωνιστές της ιστορίας, βιώνουν την καθημερινότητα των εγκλείστων και αναζητούν διεξόδους σ' ένα περιβάλλον που δεν αφήνει περιθώρια για αποδράσεις από την ανθρώπινη μοίρα. Μέσα σ' αυτό το φαιό σκηνικό γεννιούνται παιδιά, μεγαλώνουν, φτάνουν στα 20 και τα 25 τους χρόνια χωρίς να έχουν ξεπορτίσει από τα τείχη της πόλης. Είναι οι γενιές που μεγαλώνουν χωρίς παραστάσεις κι εμπειρίες, οι μελλοντικοί πρόσφυγες που δεν έχουν δει ποτέ ένα ποτάμι να κυλά, δεν έχουν περπατήσει ποτέ σε βουνίσια μονοπάτια, κι όταν ανασκαλεύουν την παιδική τους μνήμη δεν έχουν τίποτ' άλλο να θυμηθούν παρά μόνο καμπάνες που σημαίνουν συναγερμό, σπίτια που γκρεμίζονται, μπομπάρδες που πέφτουν.
Πρόσφυγες από τις κατακτημένες περιοχές συνωστίζονται στην πολιορκημένη πόλη. Καθένας απ' αυτούς κουβαλά την ιστορία του, που είναι ταυτόχρονα και η ιστορία του τόπου του, καθένας απ' αυτούς γυρεύει αφορμή να ξεσκαλίσει τη μνήμη, ν' αφηγηθεί την περιπέτειά του, να συναντήσει τα βιώματα των άλλων. Στο βάθος του σκηνικού που υφαίνει ο συγγραφέας βρίσκεται πάντα το συναίσθημα. Οι ήρωες διαχειρίζονται τον φόβο του πολέμου, τον φόβο της προσφυγιάς κι ένας από τους πρωταγωνιστές της μυθιστορηματικής πλοκής, ένας χρυσοχός, σημειώνει:
"Χρόνια τώρα προσπαθώ να σπάσω το κλουβί. Δεν ξέρω το μέγεθός του, δεν ξέρω το σχήμα του, δεν ξέρω με τι το φτιάξανε. Με σίδερα; Με πέτρες; Με ξύλα; Ή, μήπως, με λέξεις, με φόβο και νόμους; Τα σίδερα λυγίζουν, οι πέτρες σπάνε. Τις πιο γερές φυλακές δεν τις χτίζουν με φθαρτά υλικά· με το φόβο τις χτίζουν...".
Άλλοι ήρωες θα τονίσουν πολλές φορές πως όλες οι πολιορκίες μοιάζουν. Είναι φανερό πως ο συγγραφέας παραλληλίζει τις εποχές, παραλληλίζει τις πολιορκίες και βρίσκει την ευκαιρία να υπενθυμίσει στον σύγχρονο άνθρωπο πως οδηγούμαστε πάλι σε μεγάλες πολιορκίες κι ας μη γίνονται με κανόνια. Ίσως αυτές οι πολιορκίες, οι πολιορκίες του φόβου και της στέρησης, να είναι οι πιο οδυνηρές. Και οι πιο επικίνδυνες...