Το «δικό μας» «υβριδικό». Της Βάννας Σφακιανάκη
Το «δικό μας» «υβριδικό». Ο λόγος για το έργο: Υβριδικός σταθμός στο φράγμα Ποταμών Αμαρίου.
Ένα αντλησιοταμιευτικό σύστημα, -με «κάτω δεξαμενή» το φράγμα και «άνω δεξαμενή», νέα δεξαμενή στο Ρεθύμνο- κι ένα σύστημα αιολικών σταθμών στη Σητεία.
Η Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ) του έργου, έχει αναρτηθεί από την Περιφέρεια Κρήτης χωρίς να είναι γνωστό πότε θα συζητηθεί.
Το έργο στην πραγματικότητα δεν είναι ούτε δικό μας, ούτε υβριδικό!
Διέτρεξε μια πορεία επί σειρά ετών, ως έργο Οργανισμού Ανάπτυξης Δυτικής Κρήτης (ΟΑΔΥΚ) και σήμερα Οργανισμού Ανάπτυξης Κρήτης (ΟΑΚ), προσπαθώντας να εξασφαλίσει την αποδοχή ή τουλάχιστον τη σιωπή, ακόμα και όσων αγανακτούν με τη λαίλαπα των έργων ΑΠΕ βιομηχανικής κλίμακας στην Κρήτη.
Στη συνέχεια προσγειώθηκε στην πραγματικότητα, όταν συμβασιοποιήθηκε (2012), ως έργο «ΤΕΡΝΑ», δικαιώνοντας όσους λέγαμε ότι τέτοια έργα, τα υλοποιούν και τα διαχειρίζονται μόνο μεγάλες εταιρείες.
Έτσι είναι τώρα ξεκάθαρο ότι μόνο «δικό μας» δεν είναι.
Όσο για τον όρο «υβριδικό», όσους κι αν ρωτήσει κανείς, θα πουν ότι υβριδικό είναι ένα στοιχείο που προέρχεται από διασταύρωση άλλων στοιχείων. Μπορεί να είναι μία μηχανή που δουλεύει π.χ. με διαφορετικά καύσιμα.
Το συγκεκριμένο έργο όμως, αποτελείται από δύο ανεξάρτητα συστήματα:
α) δύο αιολικούς σταθμούς 27 ανεμογεννητριών των 3,3 MW, ισχύος 89,1 MW, που μαζί με τα συνοδά έργα (δρόμους, δίκτυα κλπ.), καταλαμβάνουν (ως καθαρό μόνο αποτύπωμα) 416 στρέμματα[1].
β) μια δεξαμενή νερού 1.200.000 μ3 νερού (άνω δεξαμενή) στα Χάρκια Ρεθύμνου, για να λειτουργήσει ως αντλησιοταμιευτικό σύστημα, με κάτω δεξαμενή το φράγμα Ποταμών από το οποίο ο ΟΑΔΥΚ (ΟΑΚ) ως διαχειριστής, «διαθέτει» κατά τη σχετική σύμβαση, 2.000.000 μ3 νερού.
Τα δύο αυτά συστήματα συνδέονται ανεξάρτητα με το ηλεκτρικό σύστημα της Κρήτης, μέσω υποσταθμών.
Αποτελούν επομένως, δύο ξεχωριστά ενεργειακά συστήματα που «διασταυρώνονται» σε ένα «υβριδικό», μόνο με τρόπο λογιστικό -κι αυτό επιτρέπεται από το νόμο και μέσω της προνομιακής συμβολής δύο δημόσιων υποδομών που έχουν κατασκευαστεί με δημόσιους πόρους: το ηλεκτρικό σύστημα της Κρήτης και το φράγμα, που αρχικά αδειοδοτήθηκε η κατασκευή του (1995) και στην συνέχεια η αξιοποίησή του (2001) για άρδευση και για ύδρευση των Δ. Ρεθύμνου και Αρκαδίου.
Τα προνόμια
Τα «υβριδικά» απολαμβάνουν ειδικών προνομίων, που έρχονται να προστεθούν στα γνωστά σκανδαλώδη προνόμια που απολαμβάνουν τα έργα ΑΠΕ βιομηχανικής κλίμακας: αδειοδοτούνται στην Κρήτη, που θεωρείται κορεσμένο σύστημα, κατ’ εξαίρεση. Αυτό σημαίνει ότι σήμερα μια εταιρεία δεν μπορεί να εγκαταστήσει ένα αιολικό σταθμό, όσο δεν υπάρχει διασύνδεση με το ηπειρωτικό σύστημα, εκτός αν προτείνει να κάνει τη διασύνδεση η ίδια, όπως ήδη έχουν κάνει δυο εταιρείες, μεταξύ των οποίων η ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή. Αν όμως ζητήσει να αδειοδοτηθεί για «έργο με αποθήκευση ενέργειας», «υβριδικό» ή ηλιοθερμικό, η αδειοδότηση θα προχωρήσει. Κι αυτό γιατί η αστάθεια που θα δημιουργείται από την απορρόφηση της αιολικής ενέργειας από το σύστημα –όταν φυσάει αλλά δεν υπάρχει ζήτηση- θα εξισορροπείται, κατά τη μελέτη, από τη ζήτηση του ίδιου του «υβριδικού», μέσω του δεύτερου συστήματος, δηλαδή της ενέργειας για την άντληση νερού από την κάτω δεξαμενή στην πάνω δεξαμενή. Στη συνέχεια το νερό θα μπορεί να ξαναπέσει στην κάτω δεξαμενή, σε χρόνο που επιλέγει ο διαχειριστής του δικτύου, λειτουργώντας ως υδροηλεκτρικό.
Αυτό που είναι βέβαιο, είναι ότι την εγγυημένη ισχύ των 50 MW για παραγωγή ρεύματος 8 ωρών ημερησίως, την έχουν εγγυηθεί πρώτα οι κανονισμοί, αφού στην άδεια παραγωγής του έργου αναφέρεται ότι «το ποσοστό προτεραιότητας ένταξης των μονάδων ΑΠΕ του υβριδικού σταθμού ορίζεται σε ποσοστό 100% της ζητούμενης ενέργειας αποθήκευσης από το σταθμό».
Η τιμολόγηση
Η προτεραιότητα αυτή εξασφαλίζει στο «υβριδικό» ετήσια έσοδα 59.868.330 €[2].
Το έργο θα απολαμβάνει αποζημίωση «διαθεσιμότητας ισχύος», όπως οι συμβατικοί σταθμοί, ύψους 6.350.000 €, που τιμολογείται για τα 50 MW εγγυημένης ισχύος, με 127.000 €/ MW ετησίως.
Από πώληση ενέργειας που προέρχεται από τη λειτουργία των αιολικών πάρκων και μπορεί να διοχετευθεί απευθείας στο δίκτυο και τιμολογείται με 173 € ανά μεγαβατώρα, θα έχει έσοδα 50.170 €.
Το μεγαλύτερο μέρος των εσόδων, 53.468.160 €, θα προέρχεται από την υδροηλεκτρική παραγωγή που η ΜΠΕ του έργου υπολογίζει σε 226.560 μεγαβατώρες και θα αποζημιώνεται με 236 € ανά μεγαβατώρα.
Το 3% των εσόδων, 1.796.050 €, θα κατανέμεται στους Δήμους Σητείας, Ρεθύμνης και Αμαρίου και στο Πράσινο Ταμείο.
Ο ΟΑΔΥΚ (ΟΑΚ), κατά τη σύμβαση, θα εισπράττει το αντίτιμο από 8.500 μεγαβατώρες δηλ. 2.006.000 € ετησίως.
Για όποιον δυσκολεύεται να αντιληφθεί αυτά τα μεγέθη, ο πιο απλός τρόπος είναι τα συγκρίνει με την τιμή ανά μεγαβατώρα (MWh), που πληρώνουμε οι οικιακοί καταναλωτές στους λογαριασμούς του ρεύματος. Η τιμή αυτή είναι 94,6 €.
Ήδη η ενέργεια στην Κρήτη στοιχίζει περισσότερο από 2,5 φορές, απ’ όσο στοιχίζει η παραγωγή ενέργειας στο ηπειρωτικό σύστημα. Μας λένε ότι για να εξοικονομηθεί αυτό το κόστος θα υλοποιηθεί η διασύνδεση της Κρήτης. Ενώ λοιπόν δρομολογείται η διασύνδεση, φορτώνεται η ηλεκτροπαραγωγή της Κρήτης με ένα «υβριδικό» κόστος, πολύ μεγαλύτερο απ’ αυτό που φέρεται ότι θα εξοικονομηθεί!
Και δεν πρόκειται καν για ένα μόνο «υβριδικό» έργο. Στην Κρήτη έχουν ήδη λάβει έγκριση ΜΠΕ άλλα τρία έργα με εγγυημένη ισχύ 85,20 MW και 120 ανεμογεννήτριες, για δύο από τα οποία έχουν ασκηθεί προσφυγές στο ΣτΕ. Έχουν δοθεί άδειες παραγωγής από τη ΡΑΕ για άλλα έντεκα, μεταξύ των οποίων αυτή στο συγκεκριμένο «υβριδικό», με ισχύ 206 MW και 212 ανεμογεννήτριες. Άλλα έργα είναι σε αξιολόγηση, με ισχύ 377 MW και 188 ανεμογεννήτριες και φωτοβολταϊκά ισχύος 60,30 MW.
Χάρτης ΡΑΕ: Υβριδικά Κρήτης - Σημειώνονται με πράσινο όσα έχουν άδεια παραγωγής και με κίτρινο όσα είναι σε αξιολόγηση.
Διασύνδεση
Στη ΜΠΕ του έργου αναφέρεται ότι το «υβριδικό» θα λειτουργεί αποτελεσματικά είτε διασυνδεθεί η Κρήτη με το ηπειρωτικό σύστημα, είτε όχι[3].
Εν τέλει αποδεικνύεται περίτρανα, ότι κύριος στόχος της διασύνδεσης δεν είναι η μείωση τους κόστους ρεύματος, αλλά η μεγιστοποίηση της διείσδυσης αιολικών σταθμών στο σύστημα, όπως και οι ίδιες οι μελέτες της διασύνδεσης προβάλλουν.
Παράλληλα, προς μεγάλη απογοήτευση των υποστηρικτών των υβριδικών, ως λύση ενεργειακής αυτονομίας της Κρήτης χωρίς διασύνδεση, αποδεικνύεται η απόλυτη αλληλεξάρτηση των «υβριδικών» με το ηλεκτρικό σύστημα της Κρήτης, αλλά και με αυτό του ηπειρωτικού συστήματος, με τίμημα, εκτός του κόστους του ρεύματος και όσες άλλες καταστροφές προκύπτουν στο περιβάλλον και τις παραγωγικές δραστηριότητες. Οι καταστροφές αυτές γενικά στις Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων, -και στη συγκεκριμένη- εκτιμώνται ως «μη σημαντικές» και «αναστρέψιμες».
Αν μάλιστα υλοποιηθεί η διασύνδεση, μπορεί να δούμε και «υβριδικά», με το ένα από τα δύο συστήματά τους στην Κρήτη και το άλλο εκτός Κρήτης!
Το πιθανότερο βέβαια είναι ότι η Σητεία θα συνεχίσει να αποτελεί προνομιακή θέση για τους αιολικούς σταθμούς, με μοναδικό κριτήριο το αιολικό δυναμικό, αφού η νομοθεσία επιτρέπει ως μέγιστο επιτρεπόμενο τυπικό αριθμό ανεμογεννητριών[4]: για τη Δ.Ε. Σητείας 293,91 Α/Γ έναντι 81,55 με άδεια παραγωγής, και για τις Δ.Ε. Ιτάνου και Δ.Ε. Λεύκης, 211,06 Α/Γ έναντι 77,35 και 164,34 Α/Γ έναντι 75,25 , αντίστοιχα![5]
Θέσεις εργασίας
Στη ΜΠΕ του έργου αναφέρεται[6] ότι στη φάση λειτουργίας του έργου, στο Υποέργο Β (αντλησιοταμιευτικό) θα δημιουργηθούν συνολικά 20 μόνιμες θέσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης, ενώ στο υποέργο Α (αιολικά) αναμένεται απασχόληση προσωπικού για τις περιοδικές συντηρήσεις ή για εργασίες υποστήριξης της λειτουργίας των Α/Γ.
Για κόστος επένδυσης δηλαδή 276.500.000 ευρώ[7], η κάθε μόνιμη θέση εργασίας στοιχίζει 13.850.000 ευρώ!
Χρήση νερού για ενεργειακούς σκοπούς
Η σχετική νομοθεσία, χαρακτηρίζεται απ’ όλες τις παθογένειες της ισοπεδωτικής νεοφιλελεύθερης λογικής που θεωρεί ως ευκαιρία την κατασκευή ενός υδροηλεκτρικού έργου είτε στη Σκανδιναβία, είτε στην έρημο!
Η Κρήτη βέβαια δεν είναι έρημος, αν και οι εφαρμογές αυτής της πολιτικής συμβάλλουν περισσότερο στο να γίνει, παρά στο να αποτραπεί να γίνει.
Στην Κρήτη καλλιεργούνται περίπου 2.554.000 στρέμματα, από τα οποία αρδεύτηκαν το 2000 μόνο τα 1.079.093.[8]
«Αν και ο πρωτογενής τομέας ( 2012) σε απόλυτα μεγέθη παραμένει στάσιμος με πτωτική τάση έχοντας μειώσει όμως αισθητά το ποσοστό συνεισφοράς του στην περιφερειακή προστιθέμενη αξία από 10,04% το 2000 σε 5,51% το 2008, ο κλάδος «Βιομηχανία και Ενέργεια» έχει, αντιθέτως, ανοδική πορεία με ποσοστό συνεισφοράς από 4,96% το 2000 σε 7,48% το 2008.»[9]
Αυτό βέβαια δεν είναι τυχαίο. Συμβαίνει, επειδή κάποιοι φροντίζουν να συσσωρεύονται κίνητρα στην ενέργεια, με πολιτική προτεραιότητα την απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας, που μετατρέπει και το νερό σε αντικείμενο κέρδους.
Αν αυτό δε συνέβαινε:
Ο ΟΑΔΥΚ (ΟΑΚ) θα είχε ίσως επικεντρωθεί στην υλοποίηση των έργων για τα οποία αδειοδοτήθηκε το φράγμα Ποταμών, ως έργο άρδευσης 25.820 στρέμματων και ως έργο ύδρευσης των Δήμων Ρεθύμνου και Αρκαδίου,[10] έτσι ώστε σήμερα να μην αρδεύει μόνο 10.000 στρέμματα και να μη βρίσκεται ακόμα σε στάδιο μελέτης η κατασκευή διυλιστηρίου για ύδρευση.[11]
Ενδεχομένως, ως διαχειριστής όλων των φραγμάτων της Κρήτης, θα είχε διερευνήσει και την κατασκευή μικρών υδροηλεκτρικών, με κριτήριο την εξοικονόμηση ενέργειας, καυσίμων και κόστους ρεύματος.
Τα οροπέδια της Σητείας, που βρίσκονται στο Γεωπάρκο της UNESCO, θα έμεναν ανέγγιχτα να υπηρετούν το φυσιολατρικό τουρισμό, την κτηνοτροφία και τη μελισσοκομία, με κηρυγμένους τους πολυάριθμους εσαεί «υπό κήρυξη», παραδοσιακούς οικισμούς, πάνω από τα πολυάριθμα σπήλαια όπου ρέουν τα νερά που τροφοδοτούν το Παλαίκαστρο και τη Ζάκρο.
Και βέβαια, δε θα διαπιστώναμε ότι ενώ έχουμε υπερεπάρκεια εγκατεστημένης ισχύος για παραγωγή ενέργειας, έχουμε παράλληλα και εισαγωγές –εκτός όλων των άλλων- και ενέργειας, αλλά και ενεργειακή φτώχεια!
Βάννα Σφακιανάκη
Αρχιτέκτων