Από την Κρήτη στη Θεσσαλονίκη ο «Οδυσσέας στον Άδη» του Νίκου Βισκαδουράκη
Στην Θεσσαλονίκη … ταξιδεύει η έκθεση έργων του αναγνωρισμένου Κρητικού ζωγράφου Νίκου Βισκαδουράκη μια ξεχωριστή έκθεση που στέφθηκε με επιτυχία στην Κρήτη έχοντας την συνδιοργάνωση της Περιφέρειας Κρήτης. Τίτλος της έκθεσης είναι «Ο Οδυσέας στον Άδη» και θα φιλοξενηθεί στο Αρχαιολογικό μουσείο Θεσσαλονίκης μέχρι 8 Ιουλίου. Η είσοδος θα είναι δωρεάν για το φιλότεχνο κοινό στα εγκαίνια της έκθεσης που θα γίνουν αύριο Παρασκευή 1 Ιουνίου, ενώ την όλη οργάνωση και τις προσκλήσεις σε Αρχές, φορείς, ανθρώπους της τέχνης του πολιτισμού, στους φιλότεχνους πολίτες έχει αναλάβει το Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης. Ο γνωστός ζωγράφος Νίκος Βισκαδουράκης εκφράζει την χαρά και τις ευχαριστίες του για την συνεργασία του με το Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης, ενώ μιλώντας για τα έργα της έκθεσης είπε ότι, αντλούν την έμπνευσή τους από την ραψωδία λ΄ της Οδύσσειας του Ομήρου, γνωστής και ως Νέκυια όπου περιγράφεται η κάθοδος στον Άδη και οι συναντήσεις του Οδυσσέα εκεί. Ως εισαγωγή στο κομμάτι της Καθόδου, εκτίθεται η προγενέστερη ενότητα έργων η “Limen” που είχε πρωτοπαρουσιαστεί το 2014 στο Βερολίνο και τη Γάνδη. Για την έκθεση ο Επιμελητής Ελευθέριος Οικονόμου γράφει: ….Η Κάθοδος του Οδυσσέα στον Άδη αποτελεί τη νέα ενότητα έργων του Νίκου Βισκαδουράκη. Πρόκειται για 16 κύρια έργα που έχουν θέμα τους την Οδύσσεια και πιο συγκεκριμένα την ραψωδία λ΄, γνωστή και ως Νέκυια. Η νέα αυτή ενότητα κορυφώνει θα έλεγε κανείς, τις αναζητήσεις του Βισκαδουράκη χτίζοντας τρόπον τινά πάνω στην προγενέστερη Limen (2014). …
Ο θεατής καλείται να διαβάσει την εξπρεσιονιστική αφήγηση που ξεδιπλώνεται στα έργα. Βλέπει μπροστά του δισδιάστατα έργα με σκούρες ανθρωπόμορφες αποδομημένες φιγούρες, οι οποίες κινούνται ή στέκονται τοποθετημένες σε επάλληλα επίπεδα. Κάποιες μεγαλύτερες διακρίνονται ενίοτε στο κέντρο, περιτριγυρισμένες από άλλες μικρότερες, με κόκκινα χείλια, με καπέλα, με χρυσές προσωπίδες, ή που φορούν στέμματα και κρατούν σκήπτρα. Άλλες πάλι με τον φαρδύ τους λαιμό συνυπάρχουν με κάποιες που πλάθονται με χρυσοκίτρινες πλατιές πινελιές. Κάποιες παρακολουθούν από ψηλά μέσα σε μαύρα σύννεφα. Δύο τρεις γεμάτες φόρμες θυμίζουν κάποτε, κάποτε βάρκες, με κόκκινες, άσπρες και μαύρες χοντρές πινελιές. Σε όλες δεσπόζουν τα σκούρα σκιερά περιγράμματα, κάνοντάς τις να μοιάζουν με ονειρικά φαντάσματα, δίχως σάρκα και οστά, απερίφραστα, έντονα, αμφιλεγόμενα. Και όλα τούτα μέσα σε ένα τριαδικό συνδυασμό χρωμάτων: Το φόντο του μπλε που προσθέτει βάθος, σταθερότητα, εμπιστοσύνη, συνδιαλέγεται με τις κόκκινες, κίτρινες και μαύρες πινελιές που δεν είναι πάντα ήπιες. Την ίδια στιγμή, τα παχιά στρώματα ακρυλικού γύρω από τις αποδομημένες, διφορούμενες, ήμι-αναγνωρίσιμες μορφές δημιουργούν εν τέλει μία αρχιτεκτονική ισορροπία στο χώρο. Όπως και στη ραψωδία, ο χρόνος παραμένει διαπραγματεύσιμος…..