Deutsche Bank: Κοιτάσματα φυσικού αέριου 400 δισ. ευρώ νότια της Κρήτης
Αίσθηση προκαλούν οι εκτιμήσεις της Deutsche Bank που αναφέρουν πως η περιοχή της Κρήτης κρύβει τις μεγαλύτερες πιθανότητες για θετικές εκπλήξεις με υποθαλάσσια κοιτάσματα φυσικού αέριου στα νότια του νησιού τα οποία αποτιμώνται κοντά στα 400 δισ. Ευρώ!
Με τη δημοσίευση αυτές τις ημέρες της πρόσκλησης για τη συμμετοχή σε διεθνή διαγωνισμό για παραχώρηση δικαιώματος έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων σε είκοσι θαλάσσιες περιοχές στη Δυτική Ελλάδα και ειδικότερα στο Ιόνιο αλλά και νοτίως της Κρήτης στην επίσημη εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ξεκινά κατ΄ ουσία μια από τις πλέον φιλόδοξες προσπάθειες της Ελλάδας να ανορθώσει την οικονομία της και να δημιουργήσει ένα νέο πυλώνα ανάπτυξης μετά τον τουρισμό, την ναυτιλία και τις υπηρεσίες.
Πρόκριμα ,σύμφωνα με το fpress.gr,φέρονται να έχουν πάρει εταιρείες ισραηλινών, αμερικανικών αλλά και ευρωπαϊκών ομίλων ενώ αυξημένο είναι και το κινεζικό ενδιαφέρον.
Η διαδικασία θα κρατήσει έξι μήνες οπότε και οι ενδιαφερόμενοι θα πρέπει να καταθέσουν δεσμευτικές προσφορές και θα ακολουθήσει η ανάδειξη των προτιμητέων επενδυτών. Χρονικά αυτό τοποθετείται στα μέσα του δευτέρου τριμήνου εάν το επιτρέψουν και οι πολιτικές εξελίξεις.
Σύμφωνα με την Deutsche Bank που προ διετίας έβαλε το θέμα στο τραπέζι, η Ελλάδα προσδοκά από την όλη διαδικασία καθαρά έσοδα της τάξης των τουλάχιστον 200-300 δισ. ευρώ σε βάθος χρόνου αλλά και σημαντική γεωοικονομική αναβάθμιση με δεδομένη την ενεργειακή εξάρτηση της Ευρώπης από τις εισαγωγές.
Παράλληλα η Αθήνα ξεκίνησε την de facto ανακήρυξη της ΑΟΖ νοτίως της Κρήτης, αφού μαζί με τους χάρτες δόθηκαν στη δημοσιότητα και οι πλήρεις γεωγραφικές συντεταγμένες των εν λόγω οικοπέδων.
Η περιοχή της Κρήτης σύμφωνα με την Deutsche Bank, εφόσον διαθέσιμες γεωλογικές μελέτες αποδειχθούν ακριβείς, κρύβουν υποθαλάσσια κοιτάσματα φυσικού αέριου κοντά στα 400 δισ. ευρώ.
Τούτο μεταφράζεται κατά τη γερμανική τράπεζα, την μόνη που έχει ασχοληθεί ενδελεχώς με το ζήτημα, σε καθαρό όφελος για το δημόσιο της τάξης των 214 δισ. ευρώ, υψηλότερο δηλαδή του σημερινού Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος και κοντά στο 70% του συνολικού εξωτερικού χρέους της Ελλάδας.
Με το φυσικό αέριο, και τους υδρογονάνθρακες εν γένει, να διαπραγματεύονται στις διεθνείς αγορές σε δολάρια και τις εταιρείες ερευνών πετρελαίου και αερίου «συνηθισμένες να λειτουργούν σε καθεστώτα που χαρακτηρίζονται από αυξημένη πολιτική αβεβαιότητα» η Deutsche Bank χαρακτηρίζει περιορισμένο το επενδυτικό ρίσκο.
Σημειώνεται πως ως γενικός κανόνας το 25% των συνολικών εσόδων εξ αυτών προορίζεται για το κόστος εξόρυξης και διάθεσης και άλλο 25% είναι το περιθώριο κέρδους των εταιριών που θα αναλάβουν τις δραστηριότητες, Έτσι προκύπτει και το ότι το 50% ήτοι περί τα 214 δισ. αποτελούν το καθαρό όφελος για τα δημόσια ταμεία.
Διευκρινίζεται ότι οι υπολογισμοί της γερμανικής τράπεζας αφορούν μόνον τα υποθαλάσσια κοιτάσματα των υποθαλάσσιων εκτάσεων νοτίως της Κρήτης και όχι και αυτών του Ιονίου ή και του Αιγαίου. Επίσης υπογραμμίζεται πως τυπικά χρειάζονται κατά μέσο όρο 8 με 10 έτη για να αρχίσει η εμπορική εκμετάλλευση να παράγει χρηματορροές.
Το στάδιο εκμετάλλευσης αρχίζει με τη δήλωση περί εντοπισμού εμπορικά εκμεταλλεύσιμου κοιτάσματος και διαρκεί 25 έτη. Το δημόσιο θα εισπράττει ειδικό φόρο εισοδήματος 20% και επιπλέον περιφερειακό φόρο 5%. Ακόμα θα εισπράττει μίσθωμα (royalties) που θα συνδέεται με τα καθαρά κέρδη και έσοδα και θα είναι κατ' ελάχιστον 4%, ενώ θα κλιμακώνεται ανάλογα με την παραγωγή και τα κέρδη.
Το τελικό μίσθωμα θα αποτελέσει μέρος της προσφοράς, επί της οποίας και θα αξιολογηθεί κάθε ενδιαφερόμενος μαζί με άλλα τεχνικά και οικονομικά κριτήρια. Επίσης, μέρος της προσφοράς του επενδυτή θα είναι και το προτεινόμενο αντάλλαγμα υπογραφής της σύμβασης .