Ερώτηση Βαγιωνάκη - Μπαλωμενάκη προς τον υπουργό Οικονομικών
Ερώτηση σχετικά με την εισοδηματική ενίσχυση οικογενειών με τέκνα που φοιτούν σε δημόσια σχολεία και με οικογενειακό εισόδημα που δεν υπερβαίνει τις 3.000 ευρώ, η οποία ωστόσο δεν έχει καταστεί ακατάσχετη, κατέθεσαν βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ - μεταξύ αυτών και οι βουλευτέςς Χανίων Βαγιωνάκη & Μπαλωμενάκης – προς τον υπουργό Οικονομικών.
Σύμφωνα με την ερώτηση η εν λόγω εισοδηματική ενίσχυση «δεν θεσπίστηκε ως ακατάσχετη με αποτέλεσμα το ποσό της ενίσχυσης να είναι κατασχετό και να συμψηφίζεται με οφειλές των δικαιούχων προς το Δημόσιο». Η δυνατότητα αυτή συμψηφισμού και η στέρηση τελικά του επιδόματος από τους δικαιούχους (η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων έχει οφειλές προς το Δημόσιο) καθιστά κενό γράμμα τη νομοθετική διάταξη που το προβλέπει. Για τους παραπάνω λόγους, ζητούν από την ηγεσία του Υπουργείου να «προβεί στις απαραίτητες ενέργειες ώστε η εισοδηματική ενίσχυση οικογενειών με τέκνα υποχρεωτικής εκπαίδευσης και χαμηλά εισοδήματα να καταστεί ακατάσχετη».
Παράλληλα, οι βουλευτές σημειώνουν πως «δεδομένου ότι για τη χορήγηση του επιδόματος λαμβάνεται υπόψη και το τεκμαρτό εισόδημα, οι έγγαμοι φορολογούμενοι δε δικαιούνται την εισοδηματική ενίσχυση, καθώς ακόμα και με μηδενικό πραγματικό εισόδημα έχουν, ως έγγαμοι, τεκμαρτό εισόδημα 5.000 ευρώ». Γι’ αυτό το λόγο, τονίζουν πως πρέπει «για λόγους ουσίας και εκπλήρωσης των σκοπών που επέβαλαν τη νομοθέτηση της εισοδηματικής ενίσχυσης, το εισοδηματικό όριο για τη χορήγηση του επιδόματος να θεσπιστεί σε υψηλότερο όριο από το ποσό των 5.000 ευρώ».
Διαβάστε αναλυτικά το κείμενο της ερώτησης:
Α. Με το άρθρο 27 παρ.3 του ν.3016/2002 (ΦΕΚ 110 Α΄) θεσπίστηκε ετήσια εισοδηματική ενίσχυση ύψους τριακοσίων (300) ευρώ σε οικογένειες με τέκνα που φοιτούν σε δημόσια σχολεία υποχρεωτικής εκπαίδευσης, εφόσον το ετήσιο οικογενειακό τους εισόδημα δεν υπερβαίνει το ποσό των 3.000 ευρώ.
Εν συνεχεία εκδόθηκε η με αρ. 2/46354/0026 (ΦΕΚ 2204Β/26-2-2012) Υπουργική Απόφαση του Υπουργού Οικονομικών Χρήστου Σταϊκούρα, η οποία καθόριζε τη διαδικασία και τα δικαιολογητικά για την πληρωμή της συγκεκριμένης εισοδηματικής ενίσχυσης.
Σύμφωνα με τον νόμο, δικαιούχοι είναι οικογένειες Ελλήνων υπηκόων και υπηκόων κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων και των μονογονεϊκών, που έχουν τέκνα που φοιτούν σε δημόσια σχολεία υποχρεωτικής εκπαίδευσης (ως υποχρεωτική εκπαίδευση νοείται η φοίτηση του μαθητή στις τάξεις του δημοτικού σχολείου και γυμνασίου), εφόσον το ετήσιο οικογενειακό τους εισόδημα δεν υπερβαίνει το ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ.
Για πολλές οικογένειες οι οποίες ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας η καταβολή του ως άνω επιδόματος είναι ζωτικής σημασίας για να καλύψουν τις βασικές ανάγκες και τα έξοδα των τέκνων τους που φοιτούν στο σχολείο. Το συγκεκριμένο βοήθημα είναι αναγκαίο επίσης, ώστε να εμποδιστεί η σχολική διαρροή και να διασφαλισθεί το δικαίωμα στην εκπαίδευση των παιδιών που οι οικογένειές τους στερούνται και τα στοιχειώδη.
Παρ΄ όλα αυτά, η εν λόγω εισοδηματική ενίσχυση δεν θεσπίστηκε ως ακατάσχετη με αποτέλεσμα το ποσό της ενίσχυσης να είναι κατασχετό και να συμψηφίζεται με οφειλές των δικαιούχων προς το Δημόσιο. Η δυνατότητα αυτή συμψηφισμού και η στέρηση τελικά του επιδόματος από τους δικαιούχους (η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων έχει οφειλές προς το Δημόσιο) καθιστά κενό γράμμα τη νομοθετική διάταξη που το προβλέπει.
Εξάλλου, ανάλογες οικονομικές ενισχύσεις που έχουν θεσπιστεί στο πλαίσιο της επιδοματικής πολιτικής για την ανακούφιση ευπαθών ομάδων, όπως οικονομικές ενισχύσεις που προβλέπονται από το ν.δ 57/1973 και την 2673/2001 κ.υ.α, βοηθήματα χορηγούμενα στο πλαίσιο υλοποίησης προγραμμάτων κοινωνικής προστασίας, οικονομικές ενισχύσεις του προγράμματος ένδειας, χρηματοδοτήσεις για άστεγους, σίτιση και παροχή τροφίμων καθώς και το φοιτητικό στεγαστικό επίδομα δεν κατάσχονται, χορηγούνται ολόκληρα και δεν συμψηφίζονται με οφειλές προς το Δημόσιο, Ασφαλιστικά Ταμεία, Πιστωτικά Ιδρύματα ή άλλους τρίτους.
Β. Παράλληλα, για την εφαρμογή του άρθρου 27 παρ.3 του Ν.3016/2002 και τη χορήγηση του επιδόματος, ως ετήσιο οικογενειακό εισόδημα νοείται το συνολικό ετήσιο φορολογούμενο πραγματικό ή τεκμαρτό, καθώς και το απαλλασσόμενο ή φορολογούμενο με ειδικό τρόπο, εισόδημα του φορολογούμενου, της συζύγου του και των ανήλικων τέκνων του από κάθε πηγή , το οποίο δεν υπερβαίνει το ποσό των 3.000 ευρώ (άρθρο 27 παρ.4 Ν.3016/2002). Σε περίπτωση που το ένα από τα δύο εισοδήματα (συνολικό ή τεκμαρτό) είναι άνω των 3.000 ευρώ, τότε ο φορολογουμενος δεν είναι δικαιούχος του επιδόματος. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, δεδομένου ότι για τη χορήγηση του επιδόματος λαμβάνεται υπόψη και το τεκμαρτό εισόδημα, οι έγγαμοι φορολογούμενοι να μην δικαιούνται την εισοδηματική ενίσχυση, καθώς ακόμα και με μηδενικό πραγματικό εισόδημα έχουν, ως έγγαμοι, τεκμαρτό εισόδημα 5.000 ευρώ. Πρέπει, συνεπώς, για λόγους ουσίας και εκπλήρωσης των σκοπών που επέβαλαν τη νομοθέτηση της εισοδηματικής ενίσχυσης, το εισοδηματικό όριο για τη χορήγηση του επιδόματος να θεσπιστεί σε υψηλότερο όριο από το ποσό των 5.000 ευρώ.
Με βάση τα παραπάνω ερωτάται ο κ. Υπουργός:
1) Εάν προτίθεται να προβεί στις απαραίτητες ενέργειες ώστε η εισοδηματική ενίσχυση οικογενειών με τέκνα υποχρεωτικής εκπαίδευσης και χαμηλά εισοδήματα να καταστεί ακατάσχετη και
2) Αν προτίθεται να αυξήσει το εισοδηματικό όριο χορήγησης του επιδόματος προκειμένου να καταστούν δικαιούχοι του επιδόματος και οι έγγαμοι φορολογούμενοι.