Ήξερες ότι υπάρχει μύθος για την δυναστεία των Κεφαλογιάννηδων;
Κάποτε, όταν ο Γιάννης Κεφαλογιάννης υπαγόρευε τη βιογραφία του, παρέδωσε κι ένα έντυπο με επιμέλεια έκδοσης του Νικήτα Κεφαλογιάννη (Μάρτιος 1974, Ηράκλειο). Το έντυπο περιείχε στοιχεία για την ιστορική γενιά του. Ήταν μια ενδιαφέρουσα εργασία του γιατρού Γεωργίου Δακανάλη, ευεργέτη των Ανωγείων. Από το έντυπο αυτό ξεχωρίζει μια ιστορία, που αρχικά πατά στο χώρο του μύθου και στη συνέχεια με ακριβή στοιχεία επιβεβαιώνεται η ιστορική της αλήθεια.
Ας ανοίξουμε λοιπόν τα φτερά της φαντασίας κι ας μεταφερθούμε στ’ Ανώγεια, που μια φορά κι έναν καιρό….
Η στοιχειωμένη λίμνη
Μα ώρα δρόμο από το ιστορικό χωριό των Ανωγείων, βρισκόταν μια λίμνη, που τροφοδοτούσαν τα νερά της βροχής. Μια απέραντη καταπράσινη έκταση την πλαισίωνε και πέντε λόφοι τριγύρω της, σαν άγρυπνοι φρουροί μιας θεσπέσιας ομορφιάς. Εκεί έρχονταν οι ορεινοί πολεμιστές να λουστούν, πριν ξεκινήσουν για τη μάχη, αλλά και μετά για να ξεκουράσουν τα ταλαιπωρημένα μέλη τους και να μοιράσουν τα λάφυρά τους.
Εκεί λούζονταν οι μελλόνυμφοι πριν από το γάμο τους και εκεί πάλι κάτω από τους αιωνόβιους δρυγιάδες και τις πλατύφυλλες καρυδιές, ζούσαν τον έρωτά τους οι νεόνυμφοι. Που να εύρισκαν καλύτερο τόπο διαμονής οι νεράιδες από τη λίμνη αυτή;
Έτσι όσοι «αλαφροΐσκιωτοι» βρέθηκαν εκεί περασμένα μεσάνυχτα, έτυχε, λένε, να δουν πανέμορφες κοπέλες με ξανθά μαλλιά να λούζονται, άλλες στη λίμνη κι άλλες να κάθονται γύρω από αυτή, τραγουδώντας και χορεύοντας με χάρη. Έμοιαζαν, κατά τους ακούσιους θεατές, σαν πνοές, σαν ψυχές ασπροντυμένες, που στο άκουσμα μιας υπερκόσμιας μουσικής γέμιζαν τον αιθέρα με τις χαρούμενες φωνές τους.
Σαν γνήσιοι Ανωγειανοί, οι μάρτυρες του φαινομένου, ορκίζονταν ότι είχαν ξαναδεί νεράιδες αλλά σαν κι αυτές της λίμνης πουθενά.
Η πρώτη η πεντάμορφη
Αυτή κυρίως που έσερνε το χορό δεν μπορούσε να περιγραφεί σε χάρη και ομορφιά. Ήταν ψηλή και λυγερόκορμη, με μεγάλα γαλανά μάτια και καστανά μαλλιά που έπεφταν ξέμπλεκα στη φιλντισένια πλάτη της.
Αρκετοί νέοι, παρασυρμένοι από τις περιγραφές, επιδίωξαν να πλησιάσουν στη λίμνη, αλλά μόλις έβλεπαν τις νεράιδες, ένοιωθαν μια ακατανίκητη έλξη και μόλις νόμιζαν πως τις αγγίζουν, έχαναν τα λογικά τους.
Έτσι οι γονείς έδιναν ευχή και κατάρα στους γιους τους, να μην πλησιάζουν στη λίμνη, πριν από το ξημέρωμα, για να μην έχουν την τύχη των άλλων.
Γνώριζαν και μια προφητεία! "Κάποια μέρα ο καλύτερος του χωριού θα έκανε την πανέμορφη βασίλισσα νεράιδα να τον ερωτευτεί και μαζί της θα παντρεύονταν κι οι άλλες νεράιδες με λεβέντες του χωριού."
Ο Γιάννης ο ντελικανής
Πέρασαν τα χρόνια με τις αναφορές αυτές που έμοιαζαν σαν παραμύθι πια. Στο χωριό ζούσε ένας πανέμορφος ντελικανής που τον έλεγαν Γιάννη. Σε κάθε ανάγκη του χωριού έτρεχε πρώτος να βοηθήσει.
Αν γινόταν καβγάς, έτρεχε να τους ξεχωρίσει. Αν γινόταν αδικία έσπευδε να δώσει το δίκιο του αδικημένου. Αν πήγαινε στον πόλεμο, πρώτος αυτός τραβούσε και τους άλλους κι ήταν τιμή για τα παλικάρια να πολεμούν μαζί του.
Ο Γιάννης στα 18 του χρόνια, έπαιρνε το νου των κοριτσιών με την ομορφιά του. Ήταν ψηλός και λεβέντης με κορμί Απόλλωνα. Τον έβλεπαν οι γέροι κι έλεγαν, κρυφομιλώντας, πως ένας τέτοιος μόνο άξιζε της βασίλισσας νεράιδας.
Αμέριμνος αυτός κι αλώβητος από τα βέλη του έρωτα, συνέχιζε τα γλέντια με τους φίλους του.
Θα ήταν 20 χρόνων όταν έπεσε στα δίχτυα της μοίρας. Κατέβαινε μια νύχτα, του Μάρτη, βιαστικά στο χωριό που τον καλούσαν οι φίλοι του, για μια σπουδαία υπόθεση, όταν βρέθηκε στο τρίτο λάλημα του πετεινού κοντά στη στοιχειωμένη λίμνη.
Και τότε είδε στο φως του φεγγαριού ένα χέρι να βγαίνει από τα νερά και μια οπτασία στη συνέχεια να του στέλνει ένα φιλί.
Ο Γιάννης νιώθοντας μια ακατανίκητη έλξη έπεσε στη λίμνη και κολυμπώντας, με γρήγορες απλωτές, προσπάθησε να πλησιάσει στο σημείο που του φάνηκε πως είδε την οπτασία. Μάταια. Ούτε και βουτώντας στο βυθό είδε αποτέλεσμα.
Χάραζε η μέρα όταν, τουρτουρίζοντας από το πρωινό αγιάζι, πήρε το δρόμο για το χωριό. Δεν είχε πια την παλιά του αφροντισιά. Κάτι τον απασχολούσε. Έφτασε μεσημέρι στο χωριό με ύφος παραλογισμένο, χωρίς να θυμάται γιατί κατέβηκε, ούτε πως τον περίμεναν οι φίλοι του.
Έπρεπε να λύσει το μυστήριο
Η ξεκούραση του έκανε καλό. Κάθισε ψύχραιμα να σκεφτεί τι είχε συμβεί και να το εξηγήσει, γιατί είχε και ορθή κρίση και μεστή σκέψη. Επειδή δεν κατέληξε σε συμπέρασμα, σκέφτηκε να ερευνήσει το θέμα, επιτόπου, για να λύσει το μυστήριο.
Με προσοχή λούστηκε και φρόντισε τον εαυτό του, έστρωσε τα μαλλιά του κι έτσι πιο όμορφος, από κάθε άλλη φορά, έφυγε κρυφά για τη λίμνη. Δεν ήθελε να ξέρουν οι συγχωριανοί του το σκοπό του, για να μη φοβηθούν τα χειρότερα γι’ αυτόν.
Μεσημέρι έφτασε στη λίμνη και είδε πράγματι να αναδύεται από τα νερά μια πανέμορφη κοπέλα.
Σχεδόν με μια δρασκελιά την πλησίασε και την έσφιξε με θέρμη στην αγκαλιά του. Εκείνη έκανε στην αρχή τα νάζια της, αλλά δεν άργησε να αφεθεί στα χάδια του. Κάποια στιγμή πάντως σαν να ανέκτησε τα λογικά της και τον παρακάλεσε να την αφήσει να γυρίσει αγνή στις αδελφές της και θα του έδινε ένα καλάμι μετάξι που δεν θα τέλειωνε ποτέ όσο κι αν το ξετύλιγαν. Ο Γιάννης ούτε άκουγε, ούτε καταλάβαινε.
Έτσι με το «σύρε με κι ας κλαίω» την έφερε στην όχθη.
Πόσες ώρες έμειναν εκεί να χαίρονται τον έρωτά τους ποιος ξέρει;
Κάποια στιγμή κλαίγοντας από ευτυχία η νεράιδα εξομολογήθηκε στο Γιάννη ότι τον είχε δει κάποτε να πλένεται στη λίμνη κι από τότε δεν τον έβγαλε από το νου της. Κι ήταν τώρα τρισευτυχισμένη που τον απέκτησε.
Η σκέψη όμως των αδελφών της θόλωσε την ευτυχία της. Και τώρα τι θα γινόταν;
Αίσιο τέλος
Μετά από περιπέτειες και κρυφές συναντήσεις, τα μεσάνυχτα, του Γιάννη με την καλή του, φαίνεται πως και οι άλλες νεράιδες κατάλαβαν και σεβάστηκαν τον έρωτα της βασίλισσάς τους με τον όμορφο Ανωγειανό.
Κι έτσι το παραμύθι είχε αίσιο τέλος. Ένα πρωί του φθινοπώρου έφτασε στο χωριό ο Γιάννης χαρούμενος, σαν πρώτα, κρατώντας στο δεξί του χέρι μια πανέμορφη κοπέλα που τους θάμπωσε με τα κάλλη της. Ξωπίσω ακολουθούσαν οκτώ άλλες όμορφες κοπέλες λευκοφορεμένες κι αυτές.
Βέβαια το τίμημα για τη βασίλισσα ήταν ακριβό. Γιατί η άρνηση του κόσμου της στοίχισε τη μιλιά της. Εκείνη όμως δεν ένιωθε παρά τη μεγάλη της ευτυχία κοντά στον καλό της. Και πέρασαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα.
Αυτός ήταν ο μύθος που έχει όμως και την ιστορική του αλήθεια.
Διαβάστε για τον έρωτα του Ανωγειανού Γιάννη με την Ενετή Κλημεντίνη που δημιούργησε την δυναστεία των Κεφαλογιάννηδων
Πηγή rethnea
- Γνωρίζετε και εσείς μύθους και παραδόσεις από μέρη της Κρήτης; Στείλτε μας την ιστορία στο email [email protected] ή στη σελίδα μας στο Facebook @ekriti.gr
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Ήξερες ότι ο θρύλος της Χρυσομαλλούσας συνδέεται με τα Σφακιά;
Ήξερες ότι υπάρχει Νεραϊδοσπηλιά στην Κρήτη αφιερωμένη στη θεά του τοκετού;