Οικονομία

Αλλάζουν τρόπο διαπραγμάτευσης οι δανειστές με την Ελλάδα

austria-na-brethei-kathari-lusi-gia-tin-ellada.w_l.jpg

Πιο εύκολη από ό,τι αναμενόταν αρχικά εκτιμάται ότι θα είναι η διαπραγμάτευση για τον Προϋπολογισμό του 2020 και των επόμενων ετών, αφού οι θεσμοί ετοιμάζουν αλλαγές και σε πρόσωπα και σε μεθοδολογία.

Δεν είναι τυχαίο ότι οι επιθετικές δημόσιες δηλώσεις εκπροσώπων των θεσμών (με πρώτο τον εκτελεστικό διευθυντή του ESM Κλάους Ρέγκλινγκ) περί δημοσιονομικού κενού έως και 2 δισ. για το 2019 έχουν δώσει τη θέση τους σε σαφώς ευνοϊκότερες άτυπες δηλώσεις που θέλουν το υποτιθέμενο κενό του 2019 να συρρικνώνεται όσο συνεχίζεται η ανταλλαγή στοιχείων με το υπουργείο Οικονομικών.

Οι ξένοι τεχνοκράτες φαίνεται ότι δέχονται πλέον πως η ρύθμιση των 120 δόσεων για Ταμεία και εφορία δεν θα έχει απώλεια εσόδων ύψους 1,2 δισ., όπως ανέφερε η έκθεση για την 3η αξιολόγηση, αλλά μπορεί να έχει από ουδέτερη έως και θετική επίδραση στα έσοδα. Τούτο διότι οι αλλαγές που προωθούνται αφενός θα βοηθήσουν τη μεγαλύτερη συμμετοχή στη ρύθμιση και αφετέρου θα δίνουν κίνητρα (π.χ. το μπόνους επιστροφής τόκων) για την ολοκλήρωσή της.

Επίσης, έχουν αρχίσει να δέχονται στοιχεία με βάση τα οποία, παρά τα μέτρα του Μαΐου, η Ελλάδα μπορεί να πετύχει πρωτογενές πλεόνασμα μεγαλύτερο από το 3,5% του ΑΕΠ. Αυτό δίνει περιθώριο να καλυφθεί δημοσιονομικά η μεγαλύτερη δαπάνη για τη νέα μείωση ΕΝΦΙΑ που υπολογίζεται πλέον κοντά στα 400 εκατ. ευρώ, από 268 εκατ. ευρώ που κόστιζε η μείωση που είχε ψηφίσει η προηγούμενη κυβέρνηση και πρόκειται να ακυρωθεί.

Το μεγάλο πρόβλημα ήταν και παραμένει ο Προϋπολογισμός του 2020, στον οποίο θα πρέπει να αρχίσει η υλοποίηση του βασικού κορμού των μειώσεων φόρων για επιχειρήσεις και νοικοκυριά και δεν θα γίνει και η μείωση του αφορολογήτου.

Ο δημοσιονομικός χώρος για να υλοποιηθούν και οι δύο αυτές βασικές παρεμβάσεις υπολογίζεται κοντά 3 δισ. ευρώ και θα είναι δύσκολο να καλυφθεί χωρίς παρεμβάσεις στο σκέλος των δαπανών (κάτι που ετοιμάζει πυρετωδώς το ΓΛΚ), αλλά και τη μεθοδολογία αποτύπωσης των στοιχείων από αυτήν που ίσχυε στο τρίτο Μνημόνιο.

Πιο συγκεκριμένα, εξετάζεται πλέον τα έσοδα που θα έχει η Ελλάδα από την επιστροφή των κερδών που θα έχουν η ΕΚΤ και οι άλλες κεντρικές τράπεζες από τα ελληνικά ομόλογα (ANFA , SNP’s) που εντάχθηκαν στη συμφωνία για το χρέος τον περασμένο Ιούνιο να μην προσμετρώνται στα δημόσια έσοδα όχι μόνο με βάση τον ενιαίο δημοσιονομικό κώδικα (ESA 2010), αλλά και σε όρους ενισχυμένης εποπτείας. Σε πιο απλά ελληνικά, μια τέτοια αλλαγή όρων θα εξασφαλίζει αυτόματα πρόσθετο δημοσιονομικό χώρο 1,2 δισ. (όσο θα είναι τα ετήσια έσοδα) για την περίοδο 2019-2022, διευκολύνοντας σημαντικά την άσκηση οικονομικής πολιτικής τα επόμενα χρόνια.

Στην ίδια κατεύθυνση είναι η αλλαγή της μεθοδολογίας στη μέτρηση και των εσόδων αποκρατικοποιήσεων που θα προσμετρώνται όπως και στον προϋπολογισμό κατά ESA και μπορούν να δώσουν επιπλέον δημοσιονομικό χώρο από 300 έως και 600 εκατ. ευρώ ανάλογα με τα έσοδα της κάθε χρονιάς.

Οι δύο αυτές παρεμβάσεις έχουν πέσει στο τραπέζι αλλά η αποδοχή τους θα είναι κυρίως πολιτική απόφαση. Τούτο διότι ενώ στο δεύτερο Μνημόνιο δεν υπήρχαν οι περιορισμοί για κέρδη των ομολόγων και τα έσοδα αποκρατικοποιήσεων αυτοί εντάχθηκαν στο τρίτο Μνημόνιο και δεν ακυρώθηκαν ούτε μετά την ολοκλήρωσή του.

ESPA BANNER