Λαγκάρντ: Η Ευρωζώνη έχει άμεσα ανάγκη από ενιαίο δίχτυ ασφάλισης καταθέσεων
Πληθαίνουν τα καμπανάκια για τη νομισματική ένωση. Σήμερα, μετά τον οίκο S&P, που υποβάθμισε τις προβλέψεις του για τους ρυθμούς ανάπτυξης, ήταν η σειρά και της Κριστίν Λαγκάρντ να προειδοποιήσει ότι η Ευρωζώνη δεν είναι επαρκώς θωρακισμένη. Όπως είπε η Γενική Διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, προτεραιότητα θα πρέπει να είναι η υιοθέτηση ενός ενιαίου συστήματος ασφάλισης καταθέσεων.
Αν και οι χώρες της Ευρωζώνης μοιράζονται το ίδιο νόμισμα εδώ και δύο δεκατίες, ο τραπεζικός τομέας παραμένει κατακερματισμένος υπογράμμισε η κ. Λαγκάρντ σε συνέδριο, που οργάνωσε η κεντρική τράπεζα της Γαλλίας. Οι τράπεζες του ευρώ έχουν μεν ενιαίο εποπτικό μηχανισμό και ενιαίο σύστημα εκκαθάρισης, αλλά οι περισσότερες επιλέγουν ακόμη να δανείζουν και να επενδύουν σε τοπικό επίπεδο αποκλειστικά και όχι διασυνοριακά.
«Είναι ξεκάθαρο πως αυτό που λείπει, είναι η καθιέρωση ενιαίου συστήματος ασφάλισης καταθέσεων» είπε η επικεφαλής του Ταμείου, εκφράζοντας την πεποίθηση ότι μπορούν να βρεθούν τρόποι να αντιμετωπιστούν οι εύλογες ανησυχίες ορισμένων κρατών-μελών. «Καλώ τους ηγέτες της Ευρωζώνης να δώσουν νέα πνοή στη σχετική συζήτηση, να διαπραγματευθούν καλή τη πίστει και να προχωρήσουν σε δύσκολους συμβιβασμούς, προκειμένου να ξεκλειδώσουν την πλήρη δυναμική της τραπεζικής ένωσης» συμπλήρωσε.
Το Ενιαίο Σύστημα Ασφάλισης Καταθέσεων είναι το τελευταίο στοιχείο που λείπει για την ολοκλήρωση της τραπεζικής ένωσης. Η Γερμανία, η Ολλανδία και άλλες χώρες του Βορρά διαμηνύουν ότι αυτό δεν είναι δυνατό να γίνει όσο το ποσοστό των κόκκινων δανείων παραμένει τόσο υψηλό σε χώρες, όπως η Ελλάδα, η Κύπρος, αλλά και η Ιταλία. Φοβούνται όπως τονίζουν ότι θα κληθούν να πληρώσουν οι δικοί τους φορολογούμενοι ενδεχόμενη τραπεζική κρίση στους λεγόμενους «αδύναμους κρίκους» του ευρώ.
Για την Κριστίν Λαγκάρντ, ωστόσο, έχουν ήδη γίνει πολλά προς την εξυγίανση των τραπεζικών ισολογισμών και έχει φτάσει η ώρα να γίνει και το τελευταίο βήμα για την τραπεζική ένωση. Το ίδιο πιστεύουν τόσο η Κομισιόν όσο και η ΕΚΤ. Ο τελικός λόγος, ωστόσο, βρίσκεται στις κυβερνήσεις της Ευρωζώνης.
Πηγή: Ναυτεμπορική