Μαύρο χρήμα για την Εφορία η επανακατάθεση μετρητών
Ούτε οι αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) και οι εντολές της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσιών Εσόδων (ΑΑΔΕ) δεν μπορούν να σταματήσουν τα κρούσματα αυθαιρεσιών σε βάρος φορολογουμένων, και ειδικά τη φάμπρικα που έχει στηθεί στο υπουργείο Οικονομικών -με την πίεση και των εισαγγελικών αρχών- με βάση την οποία θεωρείται μαύρο χρήμα η κατάθεση και χρήση μετρητών.
Στη φάκα όμως πέφτουν και απλοί πολίτες που σήκωσαν χρήματα υπό τον φόβο της χρεοκοπίας της χώρας, αλλά όταν τα επέστρεψαν στις τράπεζες η Εφορία τούς κατηγόρησε για αδικαιολόγητη προσαύξηση περιουσίας, μη δεχόμενη ότι είναι τα ίδια χρήματα με εκείνα που σήκωσαν το 2010-2011, δηλαδή την εποχή της πρώτης μεγάλης οικονομικής κρίσης.
Τα κρούσματα έχουν σχετικά περιοριστεί μετά τις αποφάσεις του ΣτΕ που έκριναν άκυρους τους αναδρομικούς ελέγχους δεκαετίας, αλλά τα προβλήματα δεν έχουν εκλείψει. Ετσι χρειάστηκε πρόσφατα να παρέμβει ξανά η Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών (ΔΕΔ), δικαιώνοντας μισθοσυντήρητη φορολογούμενη η οποία κατέθεσε ενδικοφανή προσφυγή κατά του πορίσματος ελέγχου που της επέβαλε βαρύ πρόστιμο, θεωρώντας «αδικαιολόγητη προσαύξηση περιουσίας» το ποσό που είχε καταθέσει σε μετρητά σε ΑΤΜ τράπεζας, αν και τα λεφτά προκύπτει ότι προέρχονταν από την κανονική μισθοδοσία της, η οποία ήταν δηλωμένη και φορολογημένη.
Ολα ξεκίνησαν με εισαγγελική εντολή προκειμένου να ελεγχθεί εργαζόμενη σε κρατικό νοσοκομείο για διαφορά δηλωθέντων εισοδημάτων και πρωτογενών καταθέσεων σε λογαριασμό. Η ΔΕΔ Αθηνών έκρινε ότι οι καταθέσεις δικαιολογούνται από αναλήψεις μετρητών που είχε κάνει η φορολογουμένη από τον λογαριασμό της μισθοδοσίας της σε άλλον, αλλά και από τα δηλωθέντα εισοδήματα των ετών 2010 και 2011.
Παρότι η περίφημη εγκύκλιος Μπάκα (του τότε αναπληρωτή γενικού γραμματέα Δημοσίων Εσόδων Ιωάννη Μπάκα, ο οποίος δεν ζει πια) είχε ξεκαθαρίσει από το 2015 ήδη προς όλους τους ελεγκτές ότι η χρήση μετρητών δεν απαγορεύεται από νόμο (τουλάχιστον πριν από τους περιορισμούς στα capital controls) ενώ η ανάληψη και επανακατάθεσή τους δεν μπορεί να θεωρείται αυτομάτως μαύρο χρήμα ή λανθασμένη συναλλακτική πρακτική, ο φορολογικός έλεγχος επέβαλε πρόσθετους φόρους 9.550 ευρώ στην εργαζόμενη, αλλά και επιπλέον εισφορά αλληλεγγύης 720 ευρώ επειδή πιάστηκε να έχει καταθέσει με μετρητά σε τράπεζα τα χρήματα που είχε κάνει ανάληψη από τον λογαριασμό μισθοδοσίας τον οποίο τηρούσε σε άλλη τράπεζα.
«Εγκλημα» τα μετρητά
Το όνομα της εργαζόμενης βρισκόταν, σύμφωνα με πληροφορίες, στα 65 CD με τα χιλιάδες ονόματα δημοσίων υπαλλήλων που είχαν κάνει υψηλές καταθέσεις σε τράπεζες. Το... έγκλημα της φορολογουμένης ήταν ότι έκανε δύο μεγάλες καταθέσεις:
■ Στις 12/1/2011 (δηλαδή λίγο μετά την εποχή όπου πολλοί φοβούνταν άτακτη χρεοκοπία ή κούρεμα καταθέσεων) κατέθεσε μετρητά 15.000 ευρώ, τα οποία -με στοιχεία- είχε σηκώσει στη διάρκεια του 2010 από το ΑΤΜ που βρίσκεται στον χώρο του νοσοκομείου όπου εργαζόταν. Παρότι επικαλούνταν τα αποδεικτικά των αναλήψεων που έδειχναν αναλήψεις 40.000 ευρώ, ο έλεγχος δεν δέχτηκε ότι τα 15.000 ευρώ σε μετρητά προέρχονταν από τα ήδη κατατεθειμένα. Ούτε όμως απέδειξε ότι προέρχονταν από φοροδιαφυγή, αλλά τα έκρινε ως «αγνώστου προελεύσεως», παραπέμποντας ουσιαστικά την ελεγχόμενη να βρει το δίκιο της στα δικαστήρια.
■ Επιπλέον, στις 9/8/2011 κατέθεσε άλλα 10.000 ευρώ, τα οποία προέρχονταν επίσης από αναλήψεις μετρητών από το ΑΤΜ στον χώρο εργασίας της κατά την περίοδο Ιανουαρίου - Αυγούστου 2011. Με αποδείξεις η φορολογούμενη έδειξε ότι είχε σηκώσει και άλλες 30.000 ευρώ που είχε στην τράπεζα, αλλά και πάλι ο έλεγχος δεν πείστηκε για την προέλευση των χρημάτων.
Την κατάσταση κίνησης λογαριασμού μισθοδοσίας της, όμως, στην οποία φαίνονταν λεπτομερώς οι αναλήψεις της τη διετία 2010-2011, δέχτηκε τελικά η ΔΕΔ, διασταυρώνοντας παράλληλα τις πιστώσεις μισθοδοσίας της αλλά και το ότι η φορολογουμένη είχε δηλώσει συνολικό φορολογητέο εισόδημα 73.568,31 ευρώ (από ακίνητα 17.785,13 ευρώ και από μισθωτές υπηρεσίες 55.783,18 ευρώ).
Η ΔΕΔ στηρίχτηκε επίσης στην απόφαση του ΣτΕ 884/2016 με την οποία κρίθηκε ότι περιουσιακή προσαύξηση προερχόμενη «από άγνωστη πηγή ή αιτία […] εφαρμόζεται υπό την προϋπόθεση ότι η φορολογική διοίκηση δεν κατορθώνει να διαπιστώσει, κατά τρόπο αρκούντως τεκμηριωμένο και ασφαλή, τη συγκεκριμένη προέλευση της προσαύξησης (που, σε υπόθεση όπως η παρούσα, υπερβαίνει τα εισοδήματα που της έχει δηλώσει ο φορολογούμενος), παρά τη λήψη των προβλεπόμενων στον νόμο αναγκαίων, κατάλληλων και εύλογων μέτρων ελέγχου και διερεύνησης της υπόθεσης, συμπεριλαμβανόμενης, ιδίως, της κλήσης του φορολογούμενου για παροχή σχετικών πληροφοριών και στοιχείων που, αν υποβληθούν, ελέγχονται ως προς την ακρίβεια και την επάρκειά τους».
Εν προκειμένω όμως, από την κίνηση του λογαριασμού προέκυπτε ότι είχαν γίνει οι αναλήψεις, μέρος των οποίων επανακατατέθηκε το 2011 (τα υπόλοιπα διακρατήθηκαν ή αναλώθηκαν), ενώ και τα συνολικά δηλωθέντα εισοδήματα (73.568 ευρώ) ήταν μεγαλύτερα από το συνολικό ποσό των 25.000 ευρώ των πρωτογενών πιστώσεων που προσδιόρισε ο έλεγχος.
Ως εκ τούτου ο ισχυρισμός της προσφεύγουσας έγινε δεκτός και φέτος στις 17 Μαΐου η ΔΕΔ Αθηνών διέγραψε ολοσχερώς τα πρόστιμα που της είχαν επιβληθεί. Χωρίς αυτό να σημαίνει πρακτικά όμως ότι ξεμπέρδεψαν αυτομάτως και όσοι άλλοι ταλαιπωρούνται για τους ίδιους λόγους, καθώς εκατομμύρια φορολογούμενοι έκαναν ανάλογες «ασκήσεις επιβίωσης» -τόσο το 2010 όσο και το 2015- με μαζικές αναλήψεις από τα ΑΤΜ ή τα γκισέ των τραπεζών προσπαθώντας να σώσουν ό,τι μπορούσαν μπροστά στις έκκρυθμες καταστάσεις που οι πολιτικές ηγεσίες είχαν οδηγήσει τη χώρα.
Και ειδικά εκείνοι που, κατόπιν επίμονων εκκλήσεων, επέστρεψαν τα χρήματά τους στις τράπεζες στηρίζοντας έτσι τον χρηματοπιστωτικό κλάδο και την εθνική οικονομία γενικότερα.