Ο εμπορικός πόλεμος αλλάζει τα σχέδια των κεντρικών τραπεζών
Εντονο προβληματισμό προκαλεί στις κεντρικές τράπεζες ο κλιμακούμενος εμπορικός πόλεμος, καθώς εγκυμονεί κινδύνους για την παγκόσμια οικονομία και επηρεάζει ήδη τις αποφάσεις νομισματικής πολιτικής.
Σε αντίθεση με την αμερικανική Federal Reserve, που προχώρησε προσφάτως σε μία ακόμη αύξηση των επιτοκίων και προανήγγειλε άλλες τρεις μέσα στο έτος, η Τράπεζα της Ελβετίας και η Τράπεζα της Αγγλίας άφησαν χθες αμετάβλητα τα επιτόκιά τους στο -0,75% και 0,5%, αντιστοίχως. Εχει προηγηθεί προ μίας εβδομάδος ανακοίνωση της ΕΚΤ ότι δεν πρόκειται να εξετάσει αύξηση των επιτοκίων του ευρώ νωρίτερα από το φθινόπωρο του 2019.
Αβεβαιότητα
Η Τράπεζα της Αγγλίας επικαλέστηκε τον χαμηλό πληθωρισμό και την υποτονική ανάπτυξη αλλά και τη γενικότερη αβεβαιότητα που περιβάλλει τη βρετανική οικονομία, όπως ακριβώς και τον προηγούμενο μήνα. Αυτή τη φορά άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο να προχωρήσει σε αύξηση των επιτοκίων τον Αύγουστο. Σε ό,τι αφορά όμως την Τράπεζα της Ελβετίας, συνέδεσε άμεσα την επιλογή της να διατηρήσει εξαιρετικά χαλαρή νομισματική πολιτική με την ανησυχία που της εμπνέουν ο εμπορικός πόλεμος και η πολιτική αστάθεια στην Ιταλία. Ο συνδυασμός των δύο αυτών αποσταθεροποιητικών παραγόντων θα μπορούσε να προκαλέσει νέα μαζική στροφή των επενδυτών στο ασφαλές καταφύγιο του ελβετικού φράγκου. Γι’ αυτό και η τράπεζα δήλωσε έτοιμη να παρέμβει στις αγορές συναλλάγματος για να αποδυναμώσει το ελβετικό φράγκο σε περίπτωση υπερβολικής ενίσχυσής του. Οπως τόνισε ο επικεφαλής της, Τόμας Τζόρνταν, κάθε φορά που επικρατεί αστάθεια στην Ευρώπη αναθερμαίνεται το ενδιαφέρον των επενδυτών για το ελβετικό φράγκο.
«Εχουμε την περίπτωση της Ιταλίας που έχει μεγάλο αντίκτυπο στις διεθνείς χρηματαγορές και βλέπουμε το ευρώ να αποδυναμώνεται», τόνισε ο κ. Τζόρνταν και προσέθεσε ότι «παράλληλα βλέπουμε να αυξάνονται οι κίνδυνοι από το ζήτημα του εμπορικού πολέμου».
Υπογράμμισε μάλιστα πως η τράπεζα «θα τηρήσει συνετή στάση» και υπενθύμισε πως η Τράπεζα της Ελβετίας χαράσσει ανεξάρτητη πολιτική, χωρίς να επηρεάζεται από άλλες κεντρικές τράπεζες όπως η ΕΚΤ. Τα λόγια του, ωστόσο, απηχούσαν ανάλογες διαβεβαιώσεις του Μάριο Ντράγκι από την πόλη Σίντρα της Πορτογαλίας, όπου συναντήθηκαν στην αρχή της εβδομάδας επικεφαλής κεντρικών τραπεζών και οικονομολόγοι. Ο κ. Ντράγκι διαβεβαίωσε ότι η ΕΚΤ «θα επιδείξει υπομονή και δεν θα βιαστεί να προχωρήσει στην πρώτη αύξηση των επιτοκίων», καθώς εντείνεται η αβεβαιότητα στην Ευρωζώνη και την παγκόσμια οικονομία εξαιτίας του εμπορικού πολέμου. Προσέθεσε, μάλιστα, ότι δεν είναι βέβαιο πως θα επιταχυνθεί ο πληθωρισμός, καθώς οι αυξήσεις των μισθών ενδέχεται να μην τονώσουν επαρκώς την οικονομική ανάπτυξη.
Χθες ο Φρανσουά Βιλερουά ντε Γκαλό, επικεφαλής της Τράπεζας της Γαλλίας, υποστήριξε πως η ΕΚΤ είναι βέβαιη ότι ο πληθωρισμός οδεύει προς τη σωστή κατεύθυνση, αλλά ο προστατευτισμός καθώς και άλλοι κίνδυνοι, όπως η επικείμενη απόσχιση της Βρετανίας από την Ε.Ε., εντείνουν τη γενικότερη αβεβαιότητα. Είναι, ωστόσο, ενδεικτικό του ευρύτερου προβληματισμού μεταξύ κεντρικών τραπεζιτών το ότι ακόμη και ο επικεφαλής της Fed, Τζερόμ Πάουελ, τόνισε στη σύνοδο της Σίντρα ότι «οι μεταβολές στην εμπορική πολιτική ενδέχεται να μας αναγκάσουν να αναθεωρήσουμε την εικόνα μας για την οικονομία».
Αναβολή επενδύσεων
Διευκρίνισε πως «πρώτη φορά ακούμε να γίνεται λόγος από ηγετικά στελέχη επιχειρήσεων για αναβολή επενδύσεων, αναβολή προσλήψεων και αναβολή αποφάσεων». Σχολιάζοντας σχετικά, αναλυτές της Deutsche Bank θεωρούν πιθανόν να «γίνουν οι ΗΠΑ θύμα της δικής τους πολιτικής». Η γερμανική τράπεζα προέβλεψε χθες πως «μια περαιτέρω κλιμάκωση του εμπορικού πολέμου, αν δηλαδή οι ΗΠΑ επιβάλουν δασμούς σε εισαγωγές αξίας 200 δισ. δολαρίων, μπορεί να περιορίσει την ανάπτυξη της αμερικανικής οικονομίας κατά 0,2 έως 0,3 εκατοστιαίες μονάδες.