Οι χρεωστικές κάρτες στην Ελλάδα ανήλθαν στα 15 εκατομμύρια σε 20 χρόνια
Αύξηση συνεχίζει να παρουσιάζει ακόμη και σήμερα ο αριθμός των χρεωστικών καρτών στην χώρα μας παρά την εκρηκτική άνοδο που σημείωσε την τελευταία τετραετία, κυρίως στη διάρκεια της χρονικής περίοδος των capital controls που κράτησε 50 μήνες, λίγο παραπάνω από 4 χρόνια.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τα πλέον πρόσφατα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, στο πρώτο εξάμηνο του 2019 εκδόθηκαν επιπλέον 540.000 σε σχέση με το δεύτερο εξάμηνο του 2018 και προσεγγίζουν πλέον τα 15 εκατομμύρια σε αριθμό, επί του συνόλου των 17,7 εκατομμυρίων καρτών πληρωμών στην χώρα μας.
Σύμφωνα με στοιχεία από τράπεζες και εκδότες καρτών, χρειάστηκαν 15 χρόνια για να ανέβει ο αριθμός των χρεωστικών καρτών από το περίπου 1 εκατομμύριο το 2000 στα 11 εκατομμύρια το 2015 (πριν την επιβολή των capital controls) και μόλις σε 4 χρόνια να ξεπεράσουν τα 15 εκατομμύρια που είναι σήμερα.
Κάρτες πληρωμών σήμερα
Στο πρώτο εξάμηνο του 2019, σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, ο συνολικός αριθμός των καρτών πληρωμών σε κυκλοφορία παρουσίασε αύξηση κατά 539.000 (+4%), σε σχέση με το δεύτερο εξάμηνο 2018 και ανήλθε σε 17,7 εκατ. κάρτες, από τις οποίες 14,8 εκατ. είναι χρεωστικές (το 84% του συνόλου) και οι υπόλοιπες πιστωτικές.
Σε αντίθεση πάντως με την αύξηση του αριθμού των καρτών πληρωμών, τόσο ο συνολικός αριθμός των συναλλαγών όσο και η συνολική αξία των συναλλαγών που διενεργήθηκαν με κάρτες το πρώτο εξάμηνο 2019 μειώθηκαν σε σχέση με το δεύτερο εξάμηνο 2018. Συγκεκριμένα, ο όγκος των συναλλαγών με κάρτες πληρωμών ανήλθε σε 438,3 εκατ. παρουσιάζοντας μείωση 16%.
Αντίστοιχα, η αναλογούσα αξία διαμορφώθηκε στα 29,6 δισ. ευρώ, καταγράφοντας μείωση κατά 16%. Όσον αφορά το μέσο αριθμό συναλλαγών ανά κάρτα, εμφανίζεται μειωμένος στις 25 συναλλαγές, έναντι 30 το προηγούμενο εξάμηνο. Οι χρεωστικές κάρτες συνεχίζουν να αποτελούν το κύριο υποκατάστατο των μετρητών, με το μέσο αριθμό συναλλαγών ανά χρεωστική κάρτα να ανέρχεται σε 26, από 32 το προηγούμενο εξάμηνο. Ο μέσος αριθμός συναλλαγών ανά πιστωτική κάρτα παραμένει σταθερός στις 20 συναλλαγές για δεύτερο διαδοχικό εξάμηνο
Σε 1.777 η μέση ετήσια αξία συναλλαγών με χρεωστική κάρτα
Στη μέση αξία συναλλαγών ανά κάρτα παρατηρείται μείωση κατά 19% συγκριτικά με το προηγούμενο εξάμηνο, με την απόλυτη αξία να ανέρχεται σε 1.668 ευρώ. Η μείωση αυτή, σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας, οφείλεται κυρίως στη μείωση της μέσης αξίας συναλλαγών ανά χρεωστική κάρτα κατά 20%, η οποία διαμορφώθηκε σε 1.777 ευρώ. Αντίστοιχα, η μέση αξία συναλλαγών ανά πιστωτική κάρτα μειώθηκε κατά 4,5% και διαμορφώθηκε σε 1.089 ευρώ.
Η μέση αξία ανά συναλλαγή για το σύνολο των καρτών διατηρήθηκε στο ίδιο επίπεδο σε σχέση με το δεύτερο εξάμηνο 2018 και ανήλθε σε 67 ευρώ. Στις επιμέρους κατηγορίες καρτών, η μέση αξία ανά συναλλαγή με χρήση χρεωστικής κάρτας ανήλθε σε 70 ευρώ, παρουσιάζοντας ποσοστιαία αύξηση κατά 1%, ενώ η μέση αξία ανά συναλλαγή με χρήση πιστωτικής κάρτας μειώθηκε κατά 4,7% και διαμορφώθηκε σε 54 ευρώ συγκριτικά με το προηγούμενο εξάμηνο.
Ανέπαφες συναλλαγές σχεδόν παντού
Μια επίσης σημαντική διαφοροποίηση που σημειώθηκε τα τελευταία χρόνια είναι η εκρηκτική αύξηση των ανέπαφων συναλλαγών. Όπως επισημαίνουν αρμόδια τραπεζικά στελέχη στο ΑΠΕ/ΜΠΕ σύμφωνα με συγκλίνουσες εκτιμήσεις ποσοστό που προσεγγίζει και το 75% του συνόλου των συναλλαγών με κάρτες για ποσά κάτω των 25 ευρώ γίνεται πλέον ανέπαφα. Αλλά και για μεγαλύτερα ποσά, έξι στις δέκα περίπου συναλλαγές γίνονται ανέπαφα.
Αναφορικά με τα POS (τερματικά αποδοχής καρτών) έχουν ξεπεράσει σε αριθμό τις 700.000 από 300.000 το 2016 και επεκτείνονται σχεδόν σε κάθε σημείο συναλλαγών. Πάντως σύμφωνα με συγκλίνουσες εκτιμήσεις το 25% περίπου των νέων POS που έχουν εγκατασταθεί τα τελευταία 2,5 χρόνια λόγω της υποχρέωσης που επέβαλε η νέα νομοθεσία παραμένουν ανενεργά, χωρίς να έχουν ποτέ ενεργοποιηθεί. Εκτιμάται ότι ποσοστό που ξεπερνά το 30% της συνολικής λιανικής κατανάλωσης πραγματοποιείται πλέον μέσω καρτών πληρωμών, με ότι θετικό συνεπάγεται αυτό για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής προς όφελος της εθνικής οικονομίας.