Στο 16,7% η ανεργία στο β' τρίμηνο του 2020
Στα 768.276 άτομα ανήλθε στο δεύτερο τρίμηνο 2020 ο αριθμός των ανέργων σύμφωνα με στοιχεία που έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ).
Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, η αγορά εργασίας κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2020 επηρεάστηκε από τα μέτρα που ελήφθησαν για την προστασία της δημόσιας υγείας και την αντιμετώπιση της πανδημίας.
Ο αριθμός των απασχολουμένων ανήλθε στο δεύτερο τρίμηνο 2020 σε 3.844.034 άτομα. Το ποσοστό απασχόλησης μειώθηκε κατά 0,2%, σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και κατά 2,8%, σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους. Ο αριθμός των ανέργων ανήλθε σε 768.276 άτομα. Το ποσοστό ανεργίας ανήλθε σε 16,7%, έναντι 16,2% του προηγούμενου τριμήνου και 16,9% του αντίστοιχου τριμήνου του προηγούμενου έτους. Ο αριθμός των ανέργων αυξήθηκε κατά 3,1%, σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και μειώθηκε κατά 4,6%, σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους.
Οι οικονομικά μη ενεργοί κάτω των 75 ετών, δηλαδή τα άτομα που δεν εργάζονται ούτε αναζητούν εργασία, ανήλθαν σε 3.289.155 άτομα. Το ποσοστό των μη ενεργών μειώθηκε κατά 0,7% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και αυξήθηκε κατά 3,4% σε σχέση με αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους.
Κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2020 το μεγαλύτερο ποσοστό των απασχολουμένων εργάζονται ως μισθωτοί (67,9%), ενώ σημαντικό είναι και το ποσοστό των αυτοαπασχολουμένων χωρίς προσωπικό (21,3%). Σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο εμφανίζεται μείωση για τους μισθωτούς (-0,4%) και αύξηση για τους βοηθούς στην οικογενειακή επιχείρηση (1,6%). Σε σχέση με το προηγούμενο έτος παρουσιάζεται μείωση σε όλες τις κατηγορίες.
Το ποσοστό μερικής απασχόλησης ανέρχεται σε 9,2%, ενώ το ποσοστό των ατόμων που έχουν προσωρινή εργασία σε 6,8%. Η μερική απασχόληση εμφανίζεται μειωμένη (-2,9%) σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους (-1,9%). Η προσωρινή απασχόληση έχει μειωθεί σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο (-5,2%) και σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους (-27,6%).
Τα επαγγέλματα που συγκεντρώνουν το μεγαλύτερο ποσοστό των απασχολουμένων είναι οι εργαζόμενοι στην παροχή υπηρεσιών και πωλητές (23,2%) και οι επαγγελματίες (20,1%). Σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο η μεγαλύτερη μείωση εμφανίζεται στους ειδικευμένους τεχνίτες (-1,8%) και στους υπαλλήλους γραφείου (-1,5%). Σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους η μεγαλύτερη αύξηση εμφανίζεται στα ανώτερα διευθυντικά και διοικητικά στελέχη (7,9%) και η μεγαλύτερη μείωση στους ανειδίκευτους εργάτες, χειρώνακτες και μικροεπαγγελματίες (-9,6%). Το μεγαλύτερο ποσοστό των απασχολουμένων (36,3%) δηλώνει ότι εργάστηκε 40 - 47 ώρες την εβδομάδα αναφοράς, ενώ ένα σημαντικό ποσοστό (18,9%) δηλώνει ότι εργάστηκε 48 ή περισσότερες ώρες. Η πλειονότητα των απασχολουμένων (62,1%) δηλώνει ότι εργάστηκε τις συνήθεις ώρες, ενώ το 9,4% δηλώνει ότι θα επιθυμούσε να εργάζεται περισσότερες ώρες. Το 1,7% δηλώνει ότι έχει παραπάνω από μία εργασία, ενώ το 1,9% αναζητά εργασία αν και εργάζεται
Οι βασικοί λόγοι που σταμάτησαν οι άνεργοι να εργάζονται είναι είτε γιατί η εργασία τους ήταν περιορισμένης διάρκειας και τελείωσε (34,3%) είτε γιατί απολύθηκαν (4) (21,4%). Το μεγαλύτερο ποσοστό των ανέργων (26,6%).
Σε ό,τι αφορά στο επάγγελμα της προηγούμενης εργασίας τους, το μεγαλύτερο ποσοστό (32,7%) απασχολούνταν στην παροχή υπηρεσιών ή ως πωλητές. Το ποσοστό των ανέργων που δεν έχουν εργαστεί στο παρελθόν (νέοι άνεργοι) είναι 17,5%. Η πλειονότητα των ανέργων (66,2%) αναζητά εργασία ένα έτος ή περισσότερο (μακροχρόνια άνεργοι).
Το 25,3% των ανέργων αναζητά εργασία ως μισθωτός μόνο σε πλήρη απασχόληση ενώ το 66,5% αναζητά εργασία με πλήρη απασχόληση αλλά στην ανάγκη θα δεχόταν και μερική. Το ποσοστό των ανέργων που δηλώνουν ότι δεν είναι εγγεγραμμένοι στον ΟΑΕΔ ανέρχεται σε 18,3%, ενώ το ποσοστό αυτών που δηλώνουν ότι λαμβάνουν επίδομα ή βοήθημα από τον ΟΑΕΔ ανέρχεται σε 19%.
Η πλειονότητα των μη ενεργών ηλικίας 15 - 74 ετών είτε δεν έχει εργαστεί ποτέ στο παρελθόν (46,2%) ή έχουν περάσει περισσότερα από 8 έτη από τότε που σταμάτησαν την τελευταία τους εργασία (30,7%). Από τα άτομα που εργάστηκαν μέσα στα τελευταία 8 έτη, το μεγαλύτερο ποσοστό σταμάτησε να εργάζεται επειδή συνταξιοδοτήθηκε (52,7%) ή επειδή η εργασία του ήταν περιορισμένης διάρκειας και τελείωσε (15,9%).
Οι βασικοί λόγοι που δεν αναζητούν εργασία οι μη ενεργοί είναι το ότι βρίσκονται σε σύνταξη (35,4%) ή εκπαιδεύονται (24,7%). Το 1,6% των μη ενεργών αναζητά εργασία, αλλά δεν είναι άμεσα διαθέσιμο να την αναλάβει και το 2,5% δεν αναζητά εργασία επειδή πιστεύει ότι δεν θα βρει ή δεν γνωρίζει πού να απευθυνθεί.