Στον νέο νόμο Κατσέλη μικρές επιχειρήσεις και επαγγελματίες
Με τον χρόνο να μετρά αντίστροφα και τα περιθώρια να στενεύουν, κυβέρνηση και τράπεζες δεν έχουν καταφέρει ακόμη να βρουν κοινό τόπο για την προστασία της πρώτης κατοικίας. Οι διαφωνίες μεταξύ των δύο πλευρών είναι σημαντικές και τα κενά μείζονα, εμποδίζοντας την επίτευξη έστω ενός περιγράμματος συμφωνίας. Ολα δείχνουν ότι θα πάμε, υπό ασφυκτική χρονική πίεση, σε ένα παζάρι της τελευταίας στιγμής.
Παρά την προεργασία που έχει γίνει σε τεχνικό επίπεδο, τη μεγάλη βαρύτητα που δίνουν οι τράπεζες, αλλά και τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων στον δεύτερο μεταμνημονιακό έλεγχο, η κυβέρνηση δείχνει να μην έχει κανένα άγχος με την πίεση του χρόνου αλλά ούτε και διάθεση να υποχωρήσει.
Οι επαφές με τους εκπροσώπους των τραπεζών και οι εξ αποστάσεως συνεννοήσεις με τους θεσμούς δεν έχουν φέρει -μέχρι στιγμής τουλάχιστον- αποτελέσματα. Σύμφωνα με πληροφορίες, τα κεντρικά σημεία τριβής είναι τρία:
■ Η κυβέρνηση επιδιώκει τη διεύρυνση της προστασίας της πρώτης κατοικίας. Δείχνει αποφασισμένη να θεσπίσει μεγαλύτερη ομπρέλα προστασίας ώστε να περιλάβει, εκτός από ιδιώτες, και τους επαγγελματίες και τους επιχειρηματίες. Δηλαδή να υπάρχει προστασία από κατασχέσεις και πλειστηριασμούς γενικώς και αδιακρίτως σε πρώτες κατοικίες μέχρι ένα όριο, ασχέτως του δανείου για το οποίο εγγράφηκε η υποθήκη. Οι τράπεζες, από την πλευρά τους, ζητούν η προστασία να αφορά μόνο τα στεγαστικά δάνεια και να μην επεκταθεί στα επαγγελματικά, επιχειρηματικά κ.λπ.
■ Κυβέρνηση και τράπεζες κινούνται σε διαμετρικά αντίθετες κατευθύνσεις ως προς το ύψος της αξίας των ακινήτων πρώτης κατοικίας τα οποία θα βρεθούν κάτω από την ομπρέλα προστασίας. Η κυβέρνηση επιμένει το υψηλότερο όριο προστασίας να φτάνει ανάλογα με τα κοινωνικά και άλλα κριτήρια ως τα 250.000 ευρώ, αντί 280.000 που είναι σήμερα. Αντίθετα, οι τράπεζες θέτουν ως όριο τα 100.000 ευρώ επισημαίνοντας ότι η συντριπτική πλειονότητα των στεγαστικών δανείων είναι κάτω από το συγκεκριμένο όριο.
■ Για όσους ενταχθούν στο νέο πλαίσιο, η κυβέρνηση ζητά να υπάρχει αυτόματος προσδιορισμός κουρέματος, ο οποίος να βασίζεται σε συνάρτηση της αξίας του ακινήτου και του ύψους του δανείου, στο 120%. Δηλαδή αν ένας δανειολήπτης πήρε στεγαστικό δάνειο 100.000 ευρώ και η αξία του σπιτιού του σήμερα είναι 50.000 ευρώ, το δάνειο αντιστοιχεί στο 200% της αξίας του ακινήτου. Σε αυτήν την περίπτωση, κατά την κυβερνητική πρόταση, θα κουρεύεται αυτόματα ώστε να προσαρμοστεί στο 120% της αξίας, δηλαδή στα 60.000 ευρώ με βάση το παράδειγμά μας. Οι τράπεζες είναι κατηγορηματικά αντίθετες στο ενδεχόμενο μηχανισμού αυτόματου κουρέματος των δανείων διότι θεωρούν ότι μπορεί να λάβει ανεξέλεγκτες διαστάσεις και να λειτουργήσει ως κίνητρο αθέτησης υποχρεώσεων και από τους συνεπείς δανειολήπτες.
Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι η κυβέρνηση, εκμεταλλευόμενη τη συγκυρία της ιδιαίτερης ανοχής που δείχνουν οι θεσμοί και της προεκλογικής περιόδου, δεν φαίνεται διατεθειμένη να αναζητήσει συμβιβασμούς και να επιδείξει διαπραγματευτική διάθεση. Αυτό το διαπίστωσαν πολύ καλά και τα κλιμάκια της τρόικας που βρέθηκαν πρόσφατα στην Αθήνα για τον δεύτερο μεταμνημονιακό έλεγχο.
Η κυβερνητική πλευρά δεν προσήλθε στις συναντήσεις με συγκεκριμένες και, κυρίως, ολοκληρωμένες προτάσεις. Η διάθεση των δανειστών να εξετάσουν με θετικό μάτι τις κυβερνητικές προτάσεις δεν αξιοποιήθηκε κυρίως επειδή σε ό,τι αφορά τις τράπεζες δεν κατατέθηκαν συγκεκριμένες προτάσεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμη και θέματα που ενδιέφεραν την κυβέρνηση, όπως η αλλαγή του νόμου για το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) σχετικά με την επιλογή των μελών στα Δ.Σ. των τραπεζών, παρέμειναν εκκρεμή.
Συγκεκριμένα οι θεσμοί ήταν θετικοί σε προσαρμογές στον νόμο του ΤΧΣ ώστε τα κριτήρια επιλογής των μελών στις διοικήσεις των τραπεζών να είναι παρόμοια με αυτά που ισχύουν στις άλλες χώρες-μέλη. Πρόκειται μάλιστα για μια επιβεβλημένη εξομάλυνση, η οποία όμως έμεινε μετέωρη επειδή η κυβέρνηση δεν προσήλθε με ολοκληρωμένες και τεκμηριωμένες προτάσεις.
Οι θεσμοί θεωρούν ότι η καθυστέρηση στο σχήμα που θα αποτελέσει τη συνέχεια του νόμου Κατσέλη είναι ήδη μεγάλη. Η κυβέρνηση όμως τους διαβεβαιώνει ότι όλα θα έχουν ξεκαθαρίσει ως τις 20 Φεβρουαρίου, καθώς τα μέτρα πρέπει να συζητηθούν τόσο στο Euroworking Group όσο και στο Εurogroup στο τέλος του μήνα για να εκδοθεί η έκθεση της αξιολόγησης, ενώ την ίδια περίοδο αναμένεται και η έκθεση του ΔΝΤ. Την ίδια στιγμή η αβεβαιότητα αυξήθηκε από τη δήλωση του αντιπροέδρου της κυβέρνησης Γιάννη Δραγασάκη για ενδεχόμενη ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών.
Το σχέδιο της κυβέρνησης για τον νέο νόμο Κατσέλη προβλέπει -μετά το αυτοματοποιημένο κούρεμα- επιμήκυνση, επιτόκιο 2% και επιδότηση του 1/3 της νέας δόσης με συνολικό ετήσιο ποσό έως 200 εκατ. ευρώ. Οι δανειολήπτες θα εντάσσονται αυτόματα αφού πρώτα περάσουν τα στοιχεία τους στην πλατφόρμα του εξωδικαστικού συμβιβασμού. Οι τράπεζες, από την πλευρά τους, έχουν επεξεργαστεί και ολοκληρώσει τις παραμέτρους (οικογενειακή κατάσταση, ύψος εισοδημάτων, περιουσιακά στοιχεία κ.λπ.) που θα επιτρέπουν στον δανειολήπτη να γνωρίζει εξαρχής αν προστατεύεται ή όχι.
Πηγή: newmoney.gr