Το μήνυμα της ΔΗΜΑΡ ενόψει εθνικών εκλογών και ευρωεκλογών
Συνεδρίασε η Κεντρική Επιτροπή της ΔΗΜΑΡ και ψηφίστηκε η ακόλουθη απόφαση:
Η άνοδος αντιευρωπαϊκών, λαϊκίστικων και ακροδεξιών δυνάμεων απειλεί τα θεμέλια του ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Αμφισβητούνται οι θεμελιώδεις αρχές της ισότητας, της ελευθερίας και της ίδιας της δημοκρατίας. Στο προσφυγικό, οι πρόσφατες διμερείς συμφωνίες αντί μιας ολοκληρωμένης κοινής ευρωπαϊκής πολιτικής είναι σε αρνητική κατεύθυνση. Το ευρωπαϊκό δημοκρατικό κοινωνικό μοντέλο αμφισβητείται. Με ορίζοντα τις ευρωεκλογές αυτό που άμεσα χρειάζεται είναι να βγάλουμε την Ευρώπη από τη στασιμότητα. Όσο καθυστερούμε θα χάνουν η Ευρώπη και η δημοκρατία και θα κερδίζουν ο φόβος, ο λαϊκισμός και η ακροδεξιά.
Για τις σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις, η προώθηση της ευρωπαϊκής ενοποίησης αποτελεί τον μόνο ασφαλή δρόμο. H Ευρώπη πρέπει να γίνει και πάλι ελκυστική. Και αυτό μπορούν να το κάνουν οι σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις με ένα σχέδιο για την προώθηση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, για τη βιώσιμη ανάπτυξη και την αντιμετώπιση της φτώχειας, των ανισοτήτων και των μεταναστευτικών ροών. Για να σταματήσει να ενισχύεται o εθνικολαϊκισμός και ο αντιευρωπαϊσμός πρέπει οι πολίτες να νιώθουν ότι συμμετέχουν στις αποφάσεις. Χρειάζονται εδώ και τώρα δομικές αλλαγές με στόχο τη δημοκρατική νομιμοποίηση. Να ξανακάνουμε την Ευρώπη έναν χώρο δημοκρατίας, ευημερίας και ασφάλειας. Αυτός πρέπει να είναι ο στόχος της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατικής οικογένειας.
Στο πλαίσιο αυτό, η υποψηφιότητα του Φρανς Τίμερανς για την προεδρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με στόχο να ηγηθεί μιας εκστρατείας της κεντροαριστεράς ενόψει των ευρωεκλογών του προσεχούς Μαΐου είναι η καλύτερη δυνατή επιλογή. Η ΔΗΜΑΡ, η οποία προέρχεται από έναν χώρο που πίστεψε το όραμα της ενωμένης Ευρώπης, θα συμμετέχει ενεργά στις ερχόμενες ευρωεκλογές με στόχο το Κίνημα Αλλαγής να διαδραματίσει ρόλο και στην αλλαγή των ευρωπαϊκών συσχετισμών. Ο χώρος του δημοκρατικού σοσιαλισμού και η ευρωπαϊκή οικογένεια των Σοσιαλιστών και Δημοκρατών είναι το σπίτι μας. Οι σοσιαλδημοκράτες στην Ευρώπη πρέπει να ξυπνήσουν πριν να είναι αργά, για να αντιμετωπιστεί η άνοδος του εθνικολαϊκισμού, της ακροδεξιάς και για να δοθούν προοδευτικές λύσεις στα προβλήματα της οικονομίας, του προσφυγικού και της ασφάλειας.
Εμείς δεν υιοθετούμε τις θέσεις του Ευρωπαϊκού Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος α λα καρτ, όπως πράττει ο ΣΥΡΙΖΑ που ακολουθεί μία επιδοματική πολιτική ανακύκλωσης της φτώχειας, η οποία δεν έχει καμία σχέση με τις θέσεις και τις πολιτικές της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας.
Το Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα που συγκυριακά και καιροσκοπικά θυμήθηκαν στον ΣΥΡΙΖΑ δεν υποστηρίζει την αύξηση της φτώχειας και το μοίρασμα επιδομάτων καθώς αυτή δεν είναι σοσιαλδημοκρατική πολιτική. Η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία ενθαρρύνει χωρίς ιδεοληπτικές εμμονές την υγιή επιχειρηματικότητα για επίτευξη βιώσιμης ανάπτυξης και παροχή από το κράτος ποιοτικών υπηρεσιών σε τομείς κοινωνικής πολιτικής, όπως η υγεία και η παιδεία.
Όσον αφορά τώρα στα κρίσιμα θέματα εξωτερικής πολιτικής της χώρας μας και το Μακεδονικό, αυτές τις ημέρες υπάρχουν σε εξέλιξη κρίσιμες διαδικασίες στη γειτονική χώρα. Συνεπώς απαιτούνται λιγότερα λόγια και περισσότερη υπευθυνότητα. Η θέση της ΔΗΜΑΡ είναι ότι η σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό erga omnes με συνταγματική αναθεώρηση αποτελεί πάγια εθνική θέση και το αδιαμφισβήτητο θετικό στοιχείο της συμφωνίας. Αντίθετα, τα θέματα της ιθαγένειας και της γλώσσας αποτελούν τα προβληματικά στοιχεία του συμβιβασμού.
Ο ΣΥΡΙΖΑ θα έπρεπε με μεγαλύτερη γενναιότητα να μιλήσει στον ελληνικό λαό για τα προβληματικά στοιχεία της συμφωνίας και η ΝΔ για τα θετικά. Δεν το έκαναν. Ειδικά η ΝΔ επιχείρησε να καβαλήσει το κύμα ενός νέου εθνικολαϊκισμού, κύμα που τελικά όμως μάλλον έπνιξε το φιλελεύθερο κεντρώο ρεύμα της συντηρητικής παράταξης. Εξάλλου με τον ίδιο τρόπο είχε επιχειρήσει και ο ΣΥΡΙΖΑ να καβαλήσει το κύμα του αντιμνημονιακού λαϊκισμού με αποτέλεσμα να πνιγεί ο ίδιος τελικά μέσα στο δικό του και πιο επώδυνο μνημόνιο.
Σε κάθε περίπτωση η συμφωνία, όταν και αν έρθει στη Βουλή, πρέπει να συνοδεύεται από ρητή δέσμευση ότι αμέσως μετά θα προκηρυχθούν εκλογές, αφού σε ένα τέτοιο κρίσιμο εθνικό θέμα δεν θα υπάρχει πραγματική κυβερνητική πλειοψηφία.
Η κυβέρνηση και σήμερα συνεχίζει να επιδεικνύει επικίνδυνη προχειρότητα με τη διγλωσσία στο εσωτερικό της και τις ακραίες δηλώσεις των ΑΝΕΛ και του Υπουργού Εθνικής Άμυνας, Πάνου Καμμένου. Εγκλωβισμένη στη συμμαχία της με ένα εθνικολαϊκιστικό κόμμα επιβεβαιώνει για μια ακόμη φορά τις αντιφάσεις και τα αδιέξοδά της.
Ο κυβερνητικός εταίρος και Υπουργός Εθνικής Άμυνας στην πρόσφατη επίσκεψή του στις ΗΠΑ με όσα είπε γελοιοποίησε πέρα από τον εαυτό του και την κυβέρνηση και ολόκληρη την χώρα. Και ταυτοχρόνως ο κ. Τσίπρας κάνει ότι δεν βλέπει τι συμβαίνει. Πρόκειται για το άκρον άωτο του πολιτικού παραλογισμού. Ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας της χώρας και Πρόεδρος των ΑΝΕΛ είναι επικίνδυνος για τη χώρα και η συνεργασία μαζί του είναι η ντροπή που θα κουβαλάει πάντα ο ΣΥΡΙΖΑ και προσωπικά ο Αλέξης Τσίπρας. Θα είναι η μαύρη κηλίδα για τον χώρο του ΣΥΡΙΖΑ.
Ο κ. Τσίπρας έχει ταχθεί με τον εθνικολαϊκιστή εταίρο του κ. Καμμένο, ο οποίος, σύμφωνα με τον κ. Τσίπρα, εκφράζει την κεντροδεξιά. Παρουσιάζεται ως υπερασπιστής του Καμμένου αγνοώντας αρχές και αξίες της αριστεράς αλλά και θεμελιώδη δικαιώματα του ανθρώπου κατοχυρωμένα σε όλη την Ευρώπη.
Εδώ και τώρα πρέπει να μπει ένα τέλος στον κατήφορο ώστε να μην θυσιάζονται τα πάντα στον βωμό της εξουσίας. Δεν το έπραξε ο ΣΥΡΙΖΑ όταν ο συγκυβερνήτης επέβαλλε την αποπομπή του Υπουργού Παιδείας και έβαλε βέτο σε οτιδήποτε αφορά τον αναγκαίο διαχωρισμό των σχέσεων εκκλησίας–κράτους, δεν το έπραξε όταν με ομοφοβικές και ρατσιστικές θέσεις δεν ψήφισε το σύμφωνο συμβίωσης και το τέμενος για να υπάρχει η δυνατότητα άσκησης των θρησκευτικών ελευθεριών, έφτασε μάλιστα να επιβραβεύσει με μια θέση εξουσίας έναν ακόμη Καμμένο στην θέση του αντιπροέδρου της Βουλής. Ανέχεται ο ΣΥΡΙΖΑ να καταψηφίζονται από τον συγκυβερνήτη τροπολογίες που αφορούν θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα. Πλέον έχει μία τελευταία ευκαιρία. Να βάλει τέλος στη γελοιοποίηση της χώρας από τον κ. Καμμένο, όπως συνέβη και στις ΗΠΑ, αποπέμποντας τον από τη θέση του Υπουργού Εθνικής Άμυνας γιατί αλλιώς θα ισχύει το «όμοιος ομοίω αεί πελάζει».
Το προσχέδιο προϋπολογισμού καταρρίπτει πλήρως το αφήγημα περί καθαρής εξόδου. Στηρίζεται μόνο στην υπερφορολόγηση των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων. Αποδεικνύει ότι η κυβέρνηση συνεχίζει να κοροϊδεύει τους πολίτες.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ έχει δεσμεύσει την ανάκαμψη της χώρας με τις υπογραφές της, με τις ασκούμενες πολιτικές της που βαθαίνουν ακόμη περισσότερο την κρίση.
Στην κυβέρνηση για την πρόσφατη κρίση στο χρηματιστήριο βρήκαν εύκολα την αιτία, για όλα φταίνε οι κερδοσκόποι. Ωραία λογική, όταν οι αγορές πάνε καλά η κυβέρνηση αυτοσυγχαίρεται και όταν οι αγορές δεν πάνε καλά φταίνε οι κερδοσκόποι!
Η κυβέρνηση για να πετύχει το θηριώδες πρωτογενές πλεόνασμα, υπερφορολογεί τους πάντες και τα πάντα, περικόπτει τις δαπάνες του κοινωνικού κράτους και τις δημόσιες επενδύσεις, παρακρατεί ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου και επιστροφές φόρου.
Επιμένει σε πρωτογενή πλεονάσματα μαμούθ που η επίτευξη τους σημαίνει την εξόντωση των νοικοκυριών με τους φόρους, την μείωση των κοινωνικών παροχών και την ακύρωση κάθε πιθανότητας βιώσιμης αναπτυξιακής δυναμικής. Με τη μείωση του αφορολόγητου ορίου οι πολίτες, οι πιο αδύναμοι, θα δουν να φορολογούνται ακόμα και μηνιαία εισοδήματα των 500 ευρώ.
Η κυβέρνηση θεωρεί ότι σε συνθήκες υπερφορολόγησης θα συνεχίσουν να αυξάνονται η κατανάλωση και οι επενδύσεις. Θεωρεί ότι η λιτότητα θα τροφοδοτήσει την ανάπτυξη. Ούτε ακραίοι νεοφιλελεύθεροι δεν τα λένε αυτά. Και μάλιστα σε μια χώρα που με τη διακυβέρνησή της, το χρέος, παρά τις θυσίες, αυξήθηκε αντί να μειωθεί και η γραφειοκρατία και η υπερφορολόγηση διογκώθηκαν.
Τα πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% είναι υπερβολικά, στραγγίζουν την ελληνική οικονομία, γι’ αυτό και απαιτείται μείωση των στόχων τα επόμενα χρόνια στο 2%. Η οικονομική πολιτική δεν μπορεί να βασίζεται στο δόγμα ‘η λιτότητα θα φέρει την ανάπτυξη’.
Για αυτό χρειάζεται μία νέα κυβέρνηση, για να διαπραγματευθεί αποτελεσματικά τους στόχους αυτούς, καθώς η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ απέτυχε.
Όσον αφορά τις συντάξεις η κυβέρνηση ενώ υπέγραψε και νέα μείωση έφερε προϋπολογισμό με δύο σενάρια. Είναι τουλάχιστον απογοητευτικό ότι κυριαρχεί η συζήτηση για τις συντάξεις αντί για την ανάπτυξη που θα εξασφάλιζε και θέσεις εργασίας και συντάξεις. Εδώ πληρώνουμε και πάλι τον τυχοδιωκτισμό του ΣΥΡΙΖΑ. Χωρίς καμιά διαπραγμάτευση θέσπισε την περικοπή των συντάξεων και τώρα που έρχονται εκλογές σηκώνει μπαϊράκι απέναντι σε αυτά που ο ίδιος υπέγραψε. Προφανές το πολιτικό και εκλογικό παιχνίδι. Εμείς έχουμε τοποθετηθεί με σαφήνεια απέναντι σε αυτό το αχρείαστο μέτρο και στο νόμο Κατρούγκαλου. Δεν τον ψηφίσαμε. Όχι μόνο γιατί είναι άνισος και άδικος, αλλά κυρίως γιατί οι συνταξιούχοι έχουν φτάσει στα όρια της επιβίωσης. Και η ποιότητα μιας κοινωνίας κρίνεται από την προστασία που παρέχει στους πιο αδύναμους. Φυσικά πρέπει να πειστούν οι εταίροι χωρίς μονομερείς ενέργειες τύπου Βαρουφάκη που οδηγούν στην πλήρη υιοθέτηση όλων των μέτρων.
Δεν μπορεί να παρουσιάζει ο ΣΥΡΙΖΑ ως επιτυχία το γεγονός ότι υπογράφει πλειάδα νέων μέτρων υπερβολικής λιτότητας και στο τέλος προσπαθεί απλώς ένα δύο από αυτά να μην ισχύσουν ή απλώς να μεταθέσει την εφαρμογή τους. Πρόκειται για καθαρή κοροϊδία.
Ο κ. Τσίπρας εξάλλου έχει περάσει από τον αντιπολιτευτικό στον κυβερνητικό λαϊκισμό. Υπόσχεται αρκετά δις ευρώ, όχι για ένα έτος, αλλά για την επόμενη τετραετία, ενώ γνωρίζει ότι δεν θα είναι στην κυβέρνηση. Επιχειρεί έτσι να προκαλέσει σύγχυση.
Από την άλλη, ο κ. Μητσοτάκης δεν κάνει καμιά αναφορά σε ένα σύγχρονο κράτος πρόνοιας και κοινωνικής δικαιοσύνης. Αμφισβητεί την υπαρκτή διαχωριστική γραμμή αριστεράς–δεξιάς την στιγμή που η χώρα πρέπει να έρθει στην ευρωπαϊκή κανονικότητα, με μια κεντροαριστερή και μια κεντροδεξιά παράταξη που αναμετρώνται προγραμματικά και όχι στη βάση του λαϊκισμού. Η ΝΔ υπόσχεται πολλά αλλά με μηδενικές εγγυήσεις για τους εργαζόμενους, τις αμοιβές και τα δικαιώματά τους. Καθημερινά επιβεβαιώνει στην πράξη ότι παραμένει βαθιά συντηρητική δύναμη, δέσμια πολιτικών και πρακτικών της παραδοσιακής δεξιάς και των πελατειακών σχέσεων. Θυσιάζει τα πάντα στο βωμό της προοπτικής της εξουσίας. Αυτό έκανε ο κ. Τσίπρας με «αριστερό» πρόσημο, το ίδιο κάνει, με «δεξιό» όμως πρόσημο, τώρα ο κ. Μητσοτάκης. Δεν έμαθε τίποτα από το πάθημα του κ. Τσίπρα που όλα αυτά τα βρήκε μπροστά του, όταν ανέλαβε την εξουσία. Η λύση για την χώρα όμως δεν είναι η συνέχιση των αδιέξοδων πολιτικών με δεξιό πρόσημο.
Λύση υπάρχει, είναι το Κίνημα Αλλαγής και η ενίσχυσή του για να διασφαλίσουμε ένα σύγχρονο κοινωνικό κράτος δικαίου, με ανάπτυξη, παραγωγή και αναδιανομή για να επιβάλλουμε την σταθερότητα και την συνεννόηση.
Αλλά θα αναρωτηθεί ευλόγως κάποιος μα καλά αν τα πράγματα είναι τόσο άσχημα τόσο από πλευράς κυβερνητικής πολιτικής όσο και από πλευράς της πρότασης της αξιωματικής αντιπολίτευσης, τι γίνεται με τη δική μας πρόταση;
Σήμερα η κεντροαριστερή αφήγηση σε αυτό το περιβάλλον είναι περισσότερο επίκαιρη από ποτέ.
Πρώτη θέση μας είναι αυτή της μετάβασης σε ένα κράτος παροχής ποιοτικών υπηρεσιών, βάζοντας ένα οριστικό τέλος στον κρατισμό και το επιδοματικό κράτος.
Δεύτερη, αυτό το κράτος παροχής υπηρεσιών να αποτελέσει μια σύγχρονη αναπτυξιακή πρόταση για ενίσχυση των υποδομών και του ανθρώπινου δυναμικού σε κρίσιμους κοινωνικούς τομείς, όπως η παιδεία και η υγεία. Έχοντας σωστές και ποιοτικές υπηρεσίες οι πολίτες εξοικονομούν εισόδημα, το οποίο μπορεί να κατευθυνθεί σε επενδύσεις ή και στην κατανάλωση και συνδέεται με την ανάπτυξη.
Τρίτη, η πρότασή μας για προοδευτική, και όχι επίπεδη φορολόγηση που προτείνουν για παράδειγμα οι συντηρητικές και νεοφιλελεύθερες πολιτικές δυνάμεις, σε συνδυασμό με φορολογικά κίνητρα και απαλλαγές για όποιον επενδύει τα κέρδη του. Ταυτόχρονα με πολιτικές διευκολύνσεων για όσους είναι σχετικά συνεπείς στις φορολογικές τους υποχρεώσεις και αντιμετωπίζουν συγκυριακές δυσκολίες.
Τέταρτη, οι πολιτικές στήριξης για μια κοινωνία ίσων ευκαιριών με αξιοκρατία.
Πέμπτη, η ανάπτυξη χρειάζεται εμπιστοσύνη. Αλλά γι’ αυτό δεν αρκεί μόνο η εμπιστοσύνη των αγορών, χρειάζεται και η εμπιστοσύνη των πολιτών.
Μια κοινωνία αισθάνεται ασφαλής και έτοιμη για δημιουργικότητα μόνο όταν υπάρχει κλίμα κοινωνικής και ατομικής ασφάλειας, κοινωνικής ηρεμίας και ισορροπίας. Και αυτό δεν μπορεί να γίνει σε κοινωνίες με μεγάλες ανισότητες.
Δεν υπάρχει εμπιστοσύνη και μόνιμη ανάπτυξη σε άνισες κοινωνίες. Εμπιστοσύνη υπάρχει στις κοινωνίες που υπάρχουν πολιτικές άρσης των ανισοτήτων.
Μια τέτοια Κεντροαριστερά επιδιώκουμε.
Ισχυρή αυτόνομη κεντροαριστερά χωρίς αυταπάτες και λαϊκισμό αλλά με σταθερό ευρωπαϊκό προσανατολισμό σημαίνει ξεκάθαρη πολιτική και ιδεολογική οριοθέτηση τόσο από τον ΣΥΡΙΖΑ όσο και από τη ΝΔ. Έχουμε τις δικές μας θέσεις και προτάσεις. Είμαστε με τις θέσεις μίας σύγχρονης σοσιαλδημοκρατίας, όπως εφαρμόσθηκε πετυχημένα σε χώρες της Ε.Ε., οδηγώντας σε ένα υψηλό βιοτικό επίπεδο με κοινωνική συνοχή και δικαιοσύνη και σύγχρονες υπηρεσίες κοινωνικής πολιτικής και όχι τον κρατισμό με επιδοματικές πολιτικές αναπαραγωγής της φτώχειας.
Η έξοδος από την κρίση απαιτεί, πέρα και πάνω απ’ όλα, τη συνειδητοποίηση της ευθύνης και των δυσκολιών για την χάραξη ενός σχεδίου υπέρβασης της κρίσης. Απαιτεί αλλαγή πολιτικών και γενναίες τομές παντού.
Η όξυνση όμως του πολιτικού κλίματος υπονομεύει την ανάκαμψη της οικονομίας. Ο ΣΥΡΙΖΑ και η ΝΔ επιχειρούν να στήσουν μία καρικατούρα δικομματισμού, κατώτερη των περιστάσεων και των αναγκών της χώρας. Τεχνητή πόλωση, διχασμός, άγονες συγκρούσεις δημιουργούν ένα εκρηκτικό μίγμα.
Για αυτό χρειάζεται εδώ και τώρα αλλαγή του κλίματος. Γιατί η χώρα μας έχει τις δυνάμεις να προχωρήσει μπροστά. Αρκεί να αναληφθούν πρωτοβουλίες και να υπάρξουν γενναίες παρεμβάσεις και ρηξικέλευθες τομές από τις υγιείς δυνάμεις του τόπου σε όλα τα επίπεδα.
Για αυτό επιδιώκουμε την ανατροπή των πολιτικών συσχετισμών, ώστε να μπορέσουμε να επιβάλουμε την συνεννόηση πάνω σ’ ένα προοδευτικό πρόγραμμα τομών και αλλαγών που θα βγάλουν οριστικά τη χώρα μας από την κρίση και θα την καταστήσουν ένα κανονικό ευρωπαϊκό κοινωνικό κράτος δικαίου.
Γι’ αυτό είναι πολύ σημαντική η επιτυχία του εγχειρήματός μας, για τη χώρα και τους πολίτες. Στο πλαίσιο αυτό απαιτείται να μείνουμε σταθεροί στην συνεδριακή μας απόφαση για πολιτική αυτονομία της παράταξης απέναντι σε ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ. Αυτόνομη πορεία και αυτοδύναμη στρατηγική σημαίνει ότι χαράσσεις πολιτική με βάση τις θέσεις σου και όχι ετεροπροσδιοριζόμενος. Ο χώρος μας, τo Κίνημα Αλλαγής, οφείλει να μείνει αταλάντευτα προσηλωμένος στην επιλογή για πολιτική αυτονομία. Με την πολιτική μας αυτονομία, θα ενισχύσουμε την ταυτότητά μας. Γι’ αυτό θα μας εμπιστευθούν οι πολίτες. Επιμένοντας επιθετικά στη μετριοπάθεια και τη λογική μακριά από τις σειρήνες της ακραίας πόλωσης. Αναδεικνύοντας το προοδευτικό πρόγραμμά μας και εξειδικεύοντας τις πολιτικές μας θέσεις.
Να κερδίσουμε την εμπιστοσύνη των πολιτών συμβάλλοντας αποφασιστικά στην υπέρβαση της παρατεταμένης κρίσης και μαζί με τα άλλα ευρωπαϊκά σοσιαλδημοκρατικά κόμματα να εργαστούμε για αλλαγή της ευρωπαϊκής πορείας με στόχο την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και μία πολιτική κοινωνικής συνοχής.
Για να γίνει ο φορέας μας ισχυρός και να μπορέσει να εκφράσει και εκείνο το κομμάτι της κοινωνίας που σήμερα βρίσκεται εκτός των υπαρχόντων κομματικών σχηματισμών.
Οι προοδευτικοί πολίτες επαναδραστηριοποιήθηκαν για μία σύγχρονη παράταξη που θα απευθύνεται στο παρόν και στο μέλλον. Είναι ευθύνη όλων μας να ανταποκριθούμε στις προσδοκίες τους. Από εμάς εξαρτάται να σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων. Στόχος μας δεν είναι η ανακύκλωση παθογενειών αλλά η υπέρβασή τους. Να προχωρήσουμε βάζοντας το συλλογικό πάνω από το ατομικό.
Και κυρίως να ανταποκριθούμε επιτυχώς στις εκλογικές αναμετρήσεις που έρχονται. Όσον αφορά τις αυτοδιοικητικές εκλογές, εμείς πιστεύουμε σε ένα αποκεντρωμένο κράτος με ισχυρή χειραφετημένη αυτοδιοίκηση, με δικούς της πόρους και αρμοδιότητες. Γι’ αυτό και θα υποστηρίξουμε τους ήδη εκλεγμένους δημάρχους και περιφερειάρχες μας που έχουν αποφασίσει να είναι ξανά υποψήφιοι και νέα ικανά πρόσωπα που θα αναδείξουν οι τοπικές κοινωνίες χωρίς ασφυκτικό κομματικό εναγκαλισμό. Οι καιροσκοπισμοί και τα «φλερτ απελπισίας» του ΣΥΡΙΖΑ δεν πρόκειται να επηρεάσουν τις στέρεες βάσεις του ΚΙΝΑΛ στην αυτοδιοίκηση. Ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται σε αδιέξοδο. Έχει μεγάλη ένδεια στελεχών και σχεδόν παντού οι αυτοδιοικητικές του παρατάξεις καταρρέουν. Ο χώρος της κεντροαριστεράς αντιθέτως έχει πάρα πολλούς και ικανούς αυτοδιοικητικούς.
Μία πραγματικά προοδευτική πολιτική όμως επιβάλλει την προώθηση μιας αυτοδιοίκησης ανεξάρτητης και χειραφετημένης από τα κόμματα. Στο πλαίσιο αυτό, το Κίνημα Αλλαγής στις περιφερειακές εκλογές έπρεπε και πρέπει να αποφύγει επιλογές κομματικής περιχαράκωσης που συνιστούν επιλογές ήττας και να προωθήσει επιλογές που μπορεί να συσπειρώσουν τον προοδευτικό κόσμο και να είναι νικηφόρες όπως έχει ήδη κάνει στην Αττική, στην Στερεά Ελλάδα, στη Δυτική Ελλάδα, στην Κρήτη κ.ά. Να μην κάνει το ΚΙΝΑΛ στην αυτοδιοίκηση το λάθος που έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ το 2014.
Ποιος όμως θα πρωτοστατήσει σε όλες αυτές τις αλλαγές που έχει ανάγκη ο τόπος; Χωρίς καμία αμφιβολία, η νέα γενιά. Οι νέοι και οι νέες της χώρας πρέπει να συμβάλουν δυναμικά, με τη συμμετοχή τους, στην συνδιαμόρφωση της πορείας της χώρας μας, διότι είναι αυτοί που πληρώνουν ακριβά τις κοντόφθαλμες πολιτικές και που στην πραγματικότητα θα κουβαλήσουν στην πλάτη τους το βαρύ φορτίο της ανοικοδόμησης της χώρας. Είναι αυτοί που η Ελλάδα, είτε θα τους εμπιστευθεί τώρα, είτε θα τους οδηγήσει στην απόλυτη απόγνωση.
Πέρα από αυτούς που αναζήτησαν την τύχη τους στο εξωτερικό και μας παρακολουθούν από μακριά απλώς ελπίζοντας στην Ελλάδα που ονειρεύτηκαν, οι νέοι άνθρωποι σήμερα είτε αποστασιοποιούνται, αδιαφορώντας και απέχοντας από τα κοινά είτε πολιτικοποιούνται βίαια, υιοθετώντας ορισμένες φορές λόγο ακραίο.
Προφανώς και δεν είναι ενιαίο το «σώμα» των νέων. Μιλούν ωστόσο όλοι την «ίδια» γλώσσα και οι επιθυμίες και τα οράματά τους έχουν έναν κοινό τόπο. Την διεκδίκηση πρακτικών λύσεων. Οι νέοι κουράστηκαν από τις θεωρητικολογίες, τις αδιέξοδες πολιτικές και τον λαϊκισμό. Δεν αναζητούν κάποιον που θα τους δείξει το δρόμο εκείνον απ’ όπου η ελπίδα έρχεται. Αναζητούν κάτι που θα τους εμπνεύσει, θα τους κινητοποιήσει να γίνουν συμμέτοχοι στην επίλυση των σύνθετων προβλημάτων της χώρας. Είμαστε λοιπόν εδώ. Για να κάνουμε έτσι ένα πρώτο βήμα στην διαμόρφωση ενός «New Deal» μεταξύ των γενεών και να θέσουμε ουσιαστικά το ζήτημα της διαγενεακής δικαιοσύνης στο δημόσιο διάλογο.
Χρειάζεται ανανέωση στην πολιτική. Ανανέωση προσώπων, ιδεών, πολιτικών πρακτικών. Νέοι άνθρωποι χωρίς τις αγκυλώσεις του παρελθόντος. Γιατί ο κ. Τσίπρας έχει αγκυλώσεις και ιδεολογικές εμμονές που έρχονται από το παρελθόν. Αυτή την ανανέωση και τη νέα γενιά οφείλουμε να εμπιστευθούμε και εμείς εδώ σήμερα στο πλαίσιο της οργανωτικής ανασυγκρότησης του κόμματος.
Για να συμβάλλουμε αποφασιστικά σε όλα αυτά χρειαζόμαστε μία ΔΗΜΑΡ ισχυρή, ανανεωμένη ικανή να συμβάλει θετικά στην παρουσία της ανανεωτικής αριστεράς στο εγχείρημα της κεντροαριστεράς. Για να πείσουμε με τον πλούτο των ιδεών και των θέσεων μας. Σε αυτή την χρονιά ουσιαστικά θα υπάρχουν πέντε εκλογικές αναμετρήσεις (ευρωεκλογές, βουλευτικές, τοπικές, δημοτικές και περιφερειακές). Χρειαζόμαστε ουσιαστικές διαρθρωτικές οργανωτικές αλλαγές σε όλα τα επίπεδα για να επιτευχθούν οι στόχοι μας.
Για να υπάρξει και την επόμενη ημέρα ένας ισχυρός πόλος της ανανεωτικής αριστεράς εντός του Κινήματος Αλλαγής και οι εκλογές, ευρωεκλογές, αυτοδιοιηκητικές και βουλευτικές, να επιβεβαιώσουν τον πλουραλισμό του εγχειρήματος του Κινήματος Αλλαγής και όχι την αναπαραγωγή μίας μονόπλευρης εικόνας ΠΑΣΟΚ, καθώς αυτό εξάλλου είναι που επιδιώκουν μόνο οι πολιτικοί αντίπαλοι του Κινήματος Αλλαγής.
Στο πλαίσιο αυτό αποφασίζουμε πέντε δράσεις με στόχο την κομματική ανασυγκρότηση και τη διάταξη του κόμματος σε αυτό το εκλογικό έτος, στο πλαίσιο πάντοτε του ΚΙΝΑΛ.
1. Κομματική ανασυγκρότηση με εκλογή νέων οργάνων, νέας Εκτελεστικής Επιτροπής και Γραμματέα της Κεντρικής Επιτροπής, με στόχο την εκλογική ετοιμότητα και την ανανέωση.
2. Διεύρυνση της ΔΗΜΑΡ με νέα πρόσωπα προερχόμενα από το χώρο της Κεντροαριστεράς.
3. Εκδήλωση της ΔΗΜΑΡ στα τέλη Νοεμβρίου για τη συνταγματική αναθεώρηση.
4. Ευρύ πρόγραμμα περιοδειών δικών μου και των στελεχών της ΔΗΜΑΡ σε διάφορες περιοχές της χώρας στο πλαίσιο του ΚΙΝΑΛ.
5. Στήριξη σε εκλεγμένα πρόσωπα της τοπικής και περιφερειακής αυτοδιοίκησης του χώρου μας, της ανανεωτικής αριστεράς, που έχουν δώσει δείγματα γραφής στην κοινωνία με προοδευτικές πολιτικές.
Πιο συγκεκριμένα:
Όσον αφορά το πρώτο, με δεδομένο ότι στην προηγούμενη συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής απορρίφθηκε το σενάριο του Συνεδρίου πριν τις βουλευτικές εκλογές, αποφασίζουμε την εκλογή εκείνων των οργάνων που προβλέπονται από το καταστατικό μας ότι είναι ευθύνη της Κεντρικής Επιτροπής, δηλαδή Εκτελεστικής Επιτροπής και Γραμματέα. Εκλογή Γραμματέα της Κ.Ε. που θα αφοσιωθεί στις δύσκολες οργανωτικές απαιτήσεις της φετινής χρονιάς. Και μία νέα Εκτελεστική Επιτροπή που θα συνεδριάζει τουλάχιστον μία φορά το 15ήμερο και θα αντιμετωπίσει τα θέματα πολιτικής και οργανωτικής φύσης σε αυτή την δύσκολη χρονιά στο πλαίσιο πάντοτε των αποφάσεων της Κεντρικής Επιτροπής. Αυτό κρίνεται απολύτως αναγκαίο, καθώς η φετινή χρονιά θα είναι πυκνή από πλευράς πολιτικών γεγονότων και για να ανταποκριθεί το κόμμα απαιτείται ετοιμότητα και εγρήγορση. Μία Εκτελεστική Επιτροπή με ανανέωση αλλά και περιφερειακή διάρθρωση για να αντιμετωπίσουμε όλες τις προκλήσεις.
Όσον αφορά τη διεύρυνση της ΔΗΜΑΡ με νέα πρόσωπα προερχόμενα από το χώρο της Κεντροαριστεράς, οφείλουμε να κάνουμε μία συντονισμένη δουλειά σε κεντρικό και τοπικό επίπεδο για την προσέλκυση εκείνων των προσώπων που προέρχονται από το χώρο του δημοκρατικού σοσιαλισμού και της ανανεωτικής αριστεράς αλλά π.χ. αντιμετωπίζουν με δυσπιστία το εγχείρημα ή/και το ΠΑΣΟΚ. Να τους πείσουμε για την αναγκαιότητα ενός ισχυρού πόλου της κεντροαριστεράς με σημαντική συμβολή της ανανεωτικής αριστεράς. Στόχος του Κινήματος Αλλαγής δεν μπορεί παρά να είναι να εκφράσουμε την ισχυρή κεντροαριστερά στην χώρα, για αυτό δεν πρέπει να αφήσουμε το κέντρο στη ΝΔ και την αριστερά στο ΣΥΡΙΖΑ.
Αναφορικά με την εκδήλωση της ΔΗΜΑΡ στα τέλη Νοεμβρίου για τη συνταγματική αναθεώρηση, πρόκειται για ένα ζήτημα στο οποίο η ΔΗΜΑΡ από την ίδρυσή της έχει καταθέσει προτάσεις τις οποίες ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ αρνούνταν να συζητήσουν. Για αυτό θα πρέπει να βγούμε μπροστά και να παρουσιάσουμε τις προτάσεις μας στην ελληνική κοινωνία, εξάλλου οι περισσότερες από αυτές έχουν εξειδικευθεί πλέον στο πρόσφατο Συνέδριο του Κινήματος Αλλαγής και έχουν γίνει προτάσεις και του ευρύτερου χώρου μας. Σε μία εκδήλωση βέβαια που θα ακουστούν οι προτάσεις κομμάτων και ειδικών καθώς το Σύνταγμα απαιτεί συναινέσεις.
Η συνταγματική αναθεώρηση μπορεί να συμβάλει αποφασιστικά στον εκσυγχρονισμό της ελληνικής πολιτείας. Πρόκειται για αυτονόητες μεταρρυθμίσεις, τις οποίες ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ συνομολογούν στα λόγια, αλλά υπονομεύουν στην πράξη. Επιλέγουν την πόλωση με γνώμονα μικροκομματικά οφέλη αντί για το συμφέρον της χώρας. Όμως αν θέλεις ένα σύγχρονο κράτος, δεν μπορείς να υπονομεύεις τη δυνατότητα για ένα σύγχρονο Σύνταγμα.
Τα ερωτήματα είναι αμείλικτα και τα παραδείγματα πολλά. Σε τι ωφελεί ένα μόνιμο κλίμα πολιτικής αβεβαιότητας αντί ενός σταθερού εκλογικού κύκλου; Ποιος αρνείται την κατάργηση προνομίων του πολιτικού συστήματος; Την αναθεώρηση του άρθρου 86 «περί ευθύνης υπουργών», ώστε να καταργηθούν οι ειδικές προβλέψεις και να ισχύουν οι ίδιοι κανόνες με εκείνους των υπολοίπων πολιτών. Την αναθεώρηση του άρθρου 62 «περί ασυλίας των βουλευτών», ώστε αυτή να μην υπάρχει αυτοδικαίως ακόμα και όταν κατηγορούνται για αδικήματα του κοινού ποινικού δικαίου. Πρόκειται για απαραίτητες αλλαγές για την αποκατάσταση της χαμένης αξιοπιστίας του πολιτικού συστήματος.
Στην κατεύθυνση αυτή θα βοηθούσε και η θεσμοθέτηση ασυμβίβαστου υπουργού-βουλευτή με στόχο να συμβάλλει στον απεγκλωβισμό από τις πελατειακές σχέσεις. Η θεσμοθέτηση ανώτατου ορίου πλήρων συνεχόμενων θητειών για βουλευτές και για ευρωβουλευτές με στόχο την ανανέωση του πολιτικού προσωπικού. Και κυρίως η θεσμοθέτηση ασυμβίβαστων θέσεων των στελεχών των κομμάτων σε σχέση με το κράτος, ειδικά μεταξύ μέλους ανώτερων οργάνων του κόμματος και έμμισθων πολιτικών θέσεων στον κυβερνητικό μηχανισμό και στον ευρύτερο δημόσιο τομέα. Χρειαζόμαστε αποκρατικοποιημένα κόμματα για να έχουμε αποκομματικοποιημένο κράτος.
Δεν θέλουμε επιτέλους να γίνουμε ένα κανονικό ευρωπαϊκό κράτος; Αυτό απαιτεί φυσικά και τον διαχωρισμό των σχέσεων κράτους εκκλησίας. Στο πλαίσιο του διαχωρισμού, μεταξύ άλλων, πρέπει να ενταχθούν η κατάργηση της μισθοδοσίας των ιερέων από το κράτος, η αλλαγή του τρόπου διδασκαλίας των Θρησκευτικών, η δίκαιη φορολόγηση της εκκλησιαστικής και μοναστηριακής περιουσίας. Η ΝΔ διαφωνεί, αδυνατεί να μετατραπεί σε σύγχρονο ευρωπαϊκό φιλελεύθερο κεντροδεξιό κόμμα. Από την άλλη η δειλία του ΣΥΡΙΖΑ είναι προφανής. Δεν τολμά να προτείνει ξεκάθαρα τον διαχωρισμό, αλλά μιλά απλώς για μια αόριστη και γενική διακριτότητα.
Πρόκειται για μεταρρυθμίσεις οι οποίες κινούνται στη σφαίρα του αυτονόητου, αλλά τα αυτονόητα έχουν καταντήσει ζητούμενο στην χώρα μας υπό συνθήκες ακραίας πόλωσης. Η αντίδραση τόσο της κυβέρνησης όσο και της αξιωματικής αντιπολίτευσης το επιβεβαιώνουν. Οι λύσεις όμως στα προβλήματα της χώρας δεν μπορούν ούτε να εξαρτώνται από τα επικοινωνιακά τεχνάσματα της κυβέρνησης ούτε να εντάσσονται στις σκοπιμότητες της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Όσον αφορά το τέταρτο σημείο, είναι αναγκαίο ένα ευρύ πρόγραμμα περιοδειών του προέδρου και των στελεχών της ΔΗΜΑΡ σε διάφορες περιοχές της χώρας στο πλαίσιο του ΚΙΝΑΛ. Να μεταφέρουμε αποφασιστικά το μήνυμα μας, της ανανέωσης και μίας κεντροαριστεράς με πλουραλισμό ιδεών και θέσεων. Να δώσουμε συνεντεύξεις τύπου, να οργανώσουμε πυρήνες ενόψει εκλογών, να προσελκύσουμε νέους ψηφοφόρους και να δώσουμε δυναμικό παρών. Να σταματήσει να υπάρχει γκρίνια χωρίς αποτέλεσμα ή αλλιώς να μετατρέψουμε τις εύλογες ανησυχίες σε παραγωγικό αποτέλεσμα, να δράσουμε, στο χώρο μας είμαστε όλοι μαθημένοι στα δύσκολα και φέτος σε ένα οργανωμένο πρόγραμμα περιοδειών θα πρέπει να μεταφέρουμε το μήνυμα της ανάγκης για μία ισχυρή κεντροαριστερά. Ενδεικτικά πρέπει να οργανώσουμε περιοδείες στην Πάτρα, στο Ηράκλειο, την Καβάλα, τη Δράμα, την Ξάνθη, την Αλεξανδρούπολη, τη Λάρισα, την Καλαμάτα, την Κέρκυρα, τη Χίο, τα Ιωάννινα και τη Ρόδο. Πρόκειται για περιοχές με ιδιαίτερη σημασία στις επερχόμενες εκλογές.
Τέλος, οφείλουμε να δραστηριοποιηθούμε ενεργά και να στηρίξουμε ειδικά τα εκλεγμένα πρόσωπα της τοπικής και περιφερειακής αυτοδιοίκησης του χώρου μας, της ανανεωτικής αριστεράς, που έχουν δώσει δείγματα γραφής στην κοινωνία με προοδευτικές πολιτικές. Τα παραδείγματα είναι πολλά, όπως οι δύο κεντρικοί Δήμοι της Ελλάδας, Αθήνα και Θεσσαλονίκη όπου η ΔΗΜΑΡ αμέσως μετά την ίδρυση της το 2010 πρωτοστάτησε στην προοδευτική αλλαγή με την εκλογή Καμίνη και Μπουτάρη. Έτσι και σήμερα πρέπει να είμαστε σε ετοιμότητα για την στήριξη εφόσον είναι υποψήφιος του Γιάννη Μπουτάρη στη Θεσσαλονίκη και την προώθηση εντός του Κινήματος Αλλαγής της υποψηφιότητας του νυν αντιδημάρχου Αθηνών Λευτέρη Παπαγιαννάκη. Το ίδιο οφείλουμε να πράξουμε και σε άλλους Δήμους της χώρας όπως τα Γιάννενα, η Ελευσίνα, η Βέροια, τα Χανιά κ.ά. Το στίγμα της ανανεωτικής αριστεράς στην αυτοδιοίκηση ήταν και πρέπει να παραμείνει ισχυρό.
Είμαστε απόλυτα προσηλωμένοι στην προοπτική ενός μεγάλου προοδευτικού σοσιαλδημοκρατικού φορέα. Αυτός είναι που θα δώσει απαντήσεις και λύσεις στα προβλήματα της χώρας.
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΑΡΙΣΤΕΡΑ, με τις εμπειρίες της, με το ιστορικό αξιακό της φορτίο πιστεύει απόλυτα στην προοπτική μιας μεγάλης δημοκρατικής σοσιαλιστικής παράταξης. Μπορούμε ο καθένας με τη δική του πολιτική ευθύνη, τις δικές του αποσκευές να συμβάλουμε στην ανασυγκρότηση του χώρου.
Σήμερα η ΔΗΜΑΡ δίνει το σήμα. Της εκλογικής ετοιμότητας, της κομματικής ανασυγκρότησης και της ανανέωσης. Είμαστε εδώ για να σηματοδοτηθεί ένα νέο ξεκίνημα στραμμένο στο παρόν και στο μέλλον. Να ανταποκριθούμε στις απαιτήσεις των καιρών.
Όπως τα καταφέραμε το 2015 και επανήλθαμε στο προσκήνιο ώστε να μείνουν ζωντανές οι ιδέες μας το ίδιο θα πράξουμε και τώρα. Με γνώση των δυσκολιών του εγχειρήματος και με πίστη στη συλλογικότητα.