Πολιτική

Το παρασκήνιο της συμφωνίας Τσίπρα - Ιερώνυμου

τσίπρας ειρηναίος

Στην πορεία προς την αναθεώρηση του Συντάγματος, ο ΣΥΡΙΖΑ προσπάθησε να διακηρύξει πολλές φορές ότι θα έφερνε το «ιστορικό αίτημα» της αριστεράς για «χωρισμό Εκκλησίας και Κράτους».
Βέβαια, σε όλες τις συγκεκριμένες τοποθετήσεις του ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πρότεινε ακριβώς χωρισμό Εκκλησίας και Κράτους. Ή τουλάχιστον δεν πρότεινε αυτό που διεθνώς ορίζεται με αυτή την έννοια, ήτοι μια Εκκλησία που δεν έχει οικονομική σχέση με το Κράτος και δεν μισθοδοτούνται οι κληρικοί από το δημόσιο και την πλήρη ανεξιθρησκία του κράτους (δηλαδή καμιά παρέμβαση της Εκκλησίας σε ζητήματα περιεχομένου της εκπαίδευσης, απουσία θρησκευτικών συμβόλων από τα δημόσια κτίρια, ισότιμη αντιμετώπιση όλων των θρησκειών).
Ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε σαφές εξαρχής ότι δεν προτίθεται να διακόψει τη μισθοδοσία των κληρικών, δεν θα αλλάξει το χαρακτηρισμό της Ορθοδοξίας ως επικρατούσας θρησκείας στο άρθρο 3 του Συντάγματος και δεν θα τροποποιήσει την πρόβλεψη του άρθρου 16 και για θρησκευτική διαπαιδαγώγηση.
Το μόνο που πρότεινε ήταν μια αναφορά στη «θρησκευτική ουδετερότητα» του κράτους ως ερμηνευτική δήλωση ή συμπλήρωση. Η Εκκλησία έχει εκφράσει την αντίθεσή της, αν και σε χαμηλούς τόνους, υποστηρίζοντας ότι ουσία της «ουδετερότητας» (δηλαδή η απουσία διακρίσεων σε βάρος πολιτών με βάση το θρήσκευμα και η ισότιμα αντιμετώπιση όλων των θρησκειών) καλύπτεται από τις διατάξεις του Συντάγματος περί των θεμελιωδών δικαιωμάτων.
Ακόμη και η «θρησκευτική ουδετερότητα» που από μόνη της ήταν μια ακόμη «δημιουργική ασάφεια» των ειδικών σ’ αυτά, αποδυναμώθηκε στη συνέχεια από τον ίδιο τον πρωθυπουργό.
Αυτό που έμενε είναι το ζήτημα των οικονομικών σχέσεων ανάμεσα σε Εκκλησία και Κράτος.
Εδώ πρέπει να ξεκαθαρίσουμε κάτι. Η μισθοδοσία των κληρικών και ορισμένων υπαλλήλων των μητροπόλεων από το δημόσιο, δεν υπήρχε εξαρχής, ούτε εντάσσεται στην έννοια της επικρατούσας θρησκείας. Αντίθετα, εξαρχής, ήδη από το 1945 που καθιερώθηκε για πρώτη φορά η μισθοδοσία από δημόσιο αυτή προσδιοριζόταν όχι από το χαρακτήρα της επικρατούσας θρησκείας αλλά αποτελούσε αποζημίωση για την εκκλησιαστική και μοναστηριακή περιουσία που περιήλθε στο κράτος χωρίς αποζημίωση.
Την επιχειρηματολογία αυτή πάντοτε έθετε η πλευρά της Εκκλησίας και ουσιαστικά επαναλαμβάνει και η συμφωνία ανάμεσα στον Αρχιεπίσκοπο και τον Πρωθυπουργό. Μάλιστα, είναι χαρακτηριστικό ότι πλέον η αποζημίωση αυτή ορίζεται ως κάτι που θα πρέπει να καταβάλλεται στο διηνεκές, με μόνο περιορισμό ότι μένουμε στο σημερινό αριθμό κληρικών και υπαλλήλων.
Η διαφορετική προσέγγιση, δηλαδή η αποσύνδεση της διαδικασίας από την Ενιαία Αρχή Πληρωμών και ουσιαστικά η μέσω αυτής αφαίρεση των κληρικών από τον αριθμό των δημοσίων υπαλλήλων δεν αλλάζει τον πυρήνα της αρχής ότι το δημόσιο μισθοδοτεί τους κληρικούς. Μάλιστα, πλέον η κατοχύρωση αυτής της επιδότησης εσαεί θα είναι νομικά κατοχυρωμένη και αδιαμφισβήτητη.
Με τη ρύθμιση αυτή η Εκκλησία κερδίζει την εξασφάλιση της μισθοδοσίας και ταυτόχρονα αποκτά και έλεγχο στη διαχείριση της σχετικής επιδότησης, χωρίς αυτή να περνάει από τις ρυθμιστικές δικλείδες του δημοσίου.
Με απλά λόγια, ακόμη και η μισθοδοσία των κληρικών θα συνεχίσει να πληρώνεται από το κράτος με τους ιερείς πλέον να φωνάζουν γιατί δεν θα είναι δημόσιοι υπάλληλοι (τυπικά). Ομως το οξύμωρο είναι ότι τα λεφτά που θα δίνει το κράτος εν είδει επιδότησης στην Εκκλησία, θα τα διαχειρίζονται οι Μητροπολίτες.

H περιουσία

Εκεί που υπάρχει μια σημαντική διαφορά είναι στο θέμα της αξιοποίησης της Εκκλησιαστικής Περιουσίας. Ενώ ο 4182/2013  περιλάμβανε την περιουσία της Εκκλησίας, τώρα στο νέο Ταμείο, πέραν όσων περιλάμβανε ο προηγούμενος νόμος, μπαίνουν και οι αμφισβητούμενες ανάμεσα στο ελληνικό δημόσιο και την Εκκλησία περιουσίες.
Ουσιαστικά, οι δύο πλευρές παραιτούνται των αξιώσεων στις αμφισβητούμενες περιοχές και πάνε στη συνεκμετάλλευσή τους στο νέο Ταμείο Αξιοποίησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας. Η ρύθμιση αυτή αποτελούσε και πάγια διεκδίκηση της Εκκλησίας, την ίδια ώρα που θα μπορεί και το δημόσιο να λέει ότι κάτι κερδίζει από την όλη ρύθμιση.
Είναι σαφές ότι η χθεσινή συμφωνία, ανεξαρτήτως της επικοινωνιακής διαχείρισης δεν αφορά ούτε τυπικά (εφόσον δεν κάνει αναφορά στην Συνταγματική Αναθεώρηση) ούτε ουσιαστικά τη θεσμική σχέση Εκκλησίας και Κράτους.
Η συμφωνία αυτή αφορά την οικονομική σχέση ανάμεσα στους δύο θεσμούς και μάλιστα με όρους που σε μεγάλο βαθμό ικανοποιούν την Εκκλησία της Ελλάδος. Εξ ου και οι ιδιαίτερα θετικές αναφορές του Αρχιεπισκόπου στον Πρωθυπουργό: «είστε συντελεστής σ’ αυτή την ιστορική στιγμή»
Ο Αλέξης Τσίπρας δεν έφερε επομένως το χωρισμό Εκκλησίας και Κράτους. Κατάφερε, όμως, σε μια προεκλογική περίοδο όπου τέτοιες παράμετροι είναι σημαντικές να αποσπάσει μια θετική αντίδραση από την Εκκλησία, την ώρα που μερίδα της αντιπολίτευσης ήθελε να τον κατηγορήσει ως πολέμιο της Ορθοδοξίας.
Το deal όσο κι αν υποκρύπτει… ιερότητα, είναι απλά ένα κυνικό συμβόλαιο μεταξύ δύο πλευρών, μια συναλλαγή με οικονομικούς κατά κύριο λόγο όρους αλλά και με πολιτικές σκοπιμότητες.
Σώθηκαν τα… Χριστούγεννα
Την ίδια ώρα που η Νέα Δημοκρατία, ή για να ακριβολογούμε, ο Μ. Βορίδης, και ορισμένα ΜΜΕ της δεξιάς περιμένουν πότε ο Τσίπρας θα καταργήσει τα… Χριστούγεννα ή τα ιερά σύμβολά, ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε μια ακόμη κωλοτούμπα με ανταλλάγματα. Ξεχνώντας τον διαχωρισμό Εκκλησίας – Κράτους ο Τσίπρας ξεχνά και μια ιστορική αριστερή απαίτηση. Στον κάλαθο των αχρήστων μαζί με τα νταούλια, το εθνικό νόμισμα, την έξοδο από το ευρώ, το σκίσιμο των μνημονίων.
Οσο για το Ταμείο Αξιοποίησης της περιουσίας; Μία από τα ίδια. Μήπως και ο Αντώνης Σαμαράς το ίδιο δεν είχε συμφωνήσει με τον Ιερώνυμο;
30 Ιουλίου 2013 μετά από συνάντηση των δύο, όπως χθες, βγαίνει το εξής ανακοινωθέν: Σε συνέχεια της σχετικής πρότασης του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου – η οποία έχει διατυπωθεί και τεθεί υπ’ όψιν της Πολιτείας ήδη από τον Οκτώβριο του 2009- και προς την κατεύθυνση της υλοποίησής της, η Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών και το Ελληνικό Δημόσιο αποφάσισαν να προχωρήσουν άμεσα στην από κοινού σύσταση Ανώνυμης Εταιρείας με την επωνυμία “Εταιρεία Αξιοποίησης Ακίνητης Εκκλησιαστικής Περιουσίας Α.Ε.”.
Δεύτερος και καταϊδρωμένος ο Τσίπρας, όμως, αυτό που ήθελε το πέτυχε. Πήρε από τον Αρχιεπίσκοπο το «χρίσμα», δείχνει να κλείνει ένα μέτωπο στο δρόμο προς τις εκλογές, και στήνει μια επικοινωνιακή φούσκα η οποία σήμερα θα γιγαντωθεί από τα φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ που ήδη κάνουν λόγο για ιστορική συμφωνία που λύνει προβλήματα 78 ετών και πλέον.

πηγή: in.gr

ESPA BANNER