Προκόπης Παυλόπουλος: Να καταστήσουμε την Ελλάδα ισχυρή και αξιοσέβαστη
«Την ανάγκη να αποκαταστήσουμε το κύρος του τόπου μας, τόσο στο πεδίο της ευρωπαϊκής μας οικογένειας όσο και διεθνώς, στο ύψος εκείνο που δίνει στον λαό μας και το έθνος μας τη δύναμη και τα εφόδια για να προσθέσει τη δική του συμβολή στο χτίσιμο του σύγχρονου κόσμου» υπογράμμισε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Προκόπης Παυλόπουλος, κατά τον χαιρετισμό του σε ημερίδα με θέμα «Η Ελλάδα στον Σύγχρονο Κόσμο: η Εθνική Ταυτότητα και οι Προκλήσεις του 21ου αιώνα». Την ημερίδα συνδιοργάνωσαν το ίδρυμα «Μαριάννα Β. Βαρδινογιάννη» και η Παναθηναϊκή Πανελλαδική Οργάνωση Γυναικών, στο Μουσείο Ακροπόλεως.
Κυρίως οφείλουμε- αναλογιζόμενοι το μεγάλο κόστος των σφαλμάτων του πρόσφατου παρελθόντος- να δώσουμε στις γενιές που έρχονται τα μέσα και τις ευκαιρίες, προκειμένου να οικοδομήσουν το μέλλον της χώρας μας, σύμφωνα με τις πραγματικά ανεξάντλητες δυνατότητές τους. Ας συλλογιστούμε εμεις σήμερα, απέναντι στις γενιές που έρχονται ότι δεν έχουμε δικαίωμα να επαναλάβουμε λάθη για τα οποία οι καιροί ήδη μας προειδοποιούν, τόνισε ο κ. Παυλόπουλος και υπογράμμισε την ανάγκη «να καταστήσουμε την Ελλάδα ισχυρή και αξιοσέβαστη».
«Πρώτιστο δε μέλημά μας, προς αυτή την κατεύθυνση, είναι η υπεράσπιση των εθνικών μας θεμάτων -επέκεινα δε των εθνικών μας δικαίων- κατά τις αρχές και τις αξίες που μας εμπνέει διαχρονικώς ο όρκος των Αθηναίων Εφήβων: «Την Πατρίδα ουκ ελάσσω παραδώσω, πλείω δε και αρείω όσης αν παραδέξωμαι» επισήμανε .
Παράλληλα, επισήμανε, ότι πρέπει να έχουμε επίγνωση, δίχως αλαζονεία, αλλά με πίστη στις δυνάμεις μας και την αξία μας, ότι η Ελλάδα μπορεί και πρέπει να διαδραματίσει τον ρόλο που της αναλογεί, τόσο στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής μας Οικογένειας, της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όσο και στο πλαίσιο της Διεθνούς Κοινότητας.
Ως προς τον ευρωπαϊκό μας ρόλο, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας διευκρίνισε: Όσοι μετέχουμε στην Ευρωπαϊκή Ένωση, έχοντας συνείδηση πραγματικού Ευρωπαίου Πολίτη που οδηγεί στον κοινό αγώνα για την ολοκλήρωση του Ευρωπαϊκού Οικοδομήματος, οφείλουμε να κατανοούμε ότι ο ρόλος της υπερβαίνει τους λαούς της και είναι, κυριολεκτικώς, πλανητικός. Με την έννοια ότι ο ρόλος αυτός είναι καθοριστικός για την πορεία της Ανθρωπότητας στο σύνολό της, αναφορικά με τον προορισμό της.
Ο ως άνω ρόλος, όπως ανέφερε, δεν είναι αμιγώς οικονομικός, αφού η Ευρωπαϊκή Ένωση -βεβαίως επιδιώκοντας πάντοτε την οικονομική ανάπτυξη των λαών της υπό όρους υγιούς ελεύθερου ανταγωνισμού στο πλαίσιο του γνήσιου φιλελευθερισμού- δεν δημιουργήθηκε για να κατακτήσει, με κάθε κόστος, την παγκόσμια οικονομική κορυφή. Ακόμη περισσότερο, και πάλι με βάση τους όρους δημιουργίας της, η Ευρωπαϊκή Ένωση -βεβαίως πάντοτε υπερασπιζόμενη τα σύνορα και την εδαφική ακεραιότητα των κρατών-μελών, που είναι και δικά της σύνορα και δική της εδαφική ακεραιότητα- δεν είναι προορισμένη να καταστεί η ισχυρότερη, παγκοσμίως, στρατιωτική δύναμη.
Σχετικά, με τον ρόλο μας στο πεδίο της διεθνούς κοινότητας εν γένει, υπογράμμισε, ότι ιδίως στους σημερινούς ταραγμένους καιρούς, την αποστολή της Ελλάδας, κατά την μακραίωνη και ένδοξη ιστορική της διαδρομή, συνθέτουν, κατ' εξοχήν:
Η υπεράσπιση του Διεθνούς Δικαίου στο σύνολό του, δεδομένου ότι μόνον υπό όρους πλήρους και ανυπόκριτου σεβασμού του Διεθνούς Δικαίου είναι δυνατό να εμπεδωθεί η Ειρήνη. Όπως παρατήρησε ο κ. Παυλόπουλος «τούτο σημαίνει, επιπλέον, ότι η υπεράσπιση του διεθνούς δικαίου πρέπει να επιχειρείται πάνω στις θεμελιώδεις αντηρίδες του ανθρωπισμού και της αλληλεγγύης. Ειδικώς αναφέρομαι στην υπεράσπιση εκείνου του τμήματος του διεθνούς δικαίου, το οποίο καθορίζει τις θεσμικές-κανονιστικές συντεταγμένες των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου, με έμφαση στα κοινωνικά δικαιώματα που στηρίζουν τον πυλώνα του κοινωνικού κράτους. Διότι, ιδίως υπό τις σημερινές κρίσιμες συνθήκες, οφείλουμε να έχουμε πλήρη επίγνωση ότι το κοινωνικό κράτος είναι η πιο αποτελεσματική εγγύηση της κοινωνικής δικαιοσύνης και της κοινωνικής συνοχής, δίχως τις οποίες δεν είναι νοητή η εμπέδωση της ειρήνης σε πλανητικό επίπεδο».
Τέλος, επισήμανε την ανάγκη προώθησης του διαλόγου των Πολιτισμών, δεδομένου ότι μόνο μέσα από την αλληλοκατανόηση μεταξύ των λαών, σύμφωνα με τα ιδιαίτερα πολιτισμικά χαρακτηριστικά καθενός, είναι δυνατό ν' αποφύγουμε μοιραίες καταστάσεις, οι οποίες δεν οφείλονται -όπως πεπλανημένως υποστηρίζουν ορισμένοι- στην «σύγκρουση Πολιτισμών», αλλά, τουλάχιστον κατά κύριο λόγο, στην ελλιπή γνώση κάποιου Πολιτισμού και στην ανεύθυνη υποτίμηση των βαρύτατων συνεπειών, που προκύπτουν από την περιφρόνηση των επιμέρους πολιτισμικών ιδιαιτεροτήτων και από την αλαζονεία μιας νοοτροπίας δήθεν «φυσικής υπεροχής» κάποιου Πολιτισμού.