Στην περίοδο 2008-2010 η ευθύνη για την οικονομική κρίση, λέει ο Στουρνάρας
Στη δημοσιονομική διαχείριση της περιόδου 2008-2010 απέδωσε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας Γιάννης Στουρνάρας την κύρια ευθύνη για την οικονομική κατάσταση της χώρας καταθέτοντας στην Εξεταστική Επιτροπή για τα δάνεια σε κόμματα και ΜΜΕ.
Ο κ. Στουρνάρας είπε χαρακτηριστικά: «Το κύριο αίτιο της κρίσης δεν ήταν ο χρηματοπιστωτικός κλάδος, αλλά η δημοσιονομική διαχείριση στα έτη 2008 - 2010». Πρόσθεσε ότι η Ελλάδα βρέθηκε στα όρια της καταστροφής και διασώθηκε έπειτα από τις παρεμβάσεις των κυβερνήσεων από το 2010 και μετά, ενώ σημείωσε ότι το PSI ήταν μεταξύ των αιτιών που προκάλεσαν προβλήματα στα χαρτοφυλάκια των τραπεζικών ιδρυμάτων, τα οποία όμως σήμερα είναι πλήρως καλυμμένα.
Στη συνέχεια, εξαπέλυσε επίθεση στον προκάτοχό του, Γιώργο Προβόπουλο, λέγοντας ότι «μπορεί να έχει ψυχολογικά προβλήματα». Αναφερόμενος στην κατάθεση Προβόπουλου, στην οποία είχε ισχυριστεί πως ο κ. Στουρνάρας, ως υπουργός Οικονομικών, καθυστέρησε να παρέμβει στην Attica Bank, είπε:
«Ο κ. Προβόπουλος μπορεί να έχει διάφορα ψυχολογικά προβλήματα. Ας κρίνει την περίοδο που ήταν αυτός διοικητής. Εγώ έκρινα ότι έπρεπε να εξυγιανθεί η Τράπεζα Αττικής και σήμερα έχει την καλύτερη διοίκηση και είναι σε εξυγίανση. Θα μπορούσε να το κάνει και ο Προβόπουλος, όταν ήταν στην ΤτΕ. Δεν ήταν αρμοδιότητα του υπουργού Οικονομικών. Δεν με ενημέρωσε ποτέ. Έχει κάνει λάθος, ανέτρεξα στο αρχείο μου δεν υπάρχει επιστολή που αναφέρεται στο διττό πρόβλημα ότι ένα πρόσωπο έχει ιδιότητα προέδρου και διευθύνοντος συμβούλου».
Για τα δάνεια στα ΜΜΕ ο κ. Στουρνάρας είπε ότι μόλις 317 εκατ. ευρώ από το 1,311 δισ. ευρώ που έχουν δοθεί είναι μη εξυπηρετούμενα. Ο μέσος όρος των μη εξυπηρετούμενων δανείων των μέσων ενημέρωσης είναι από τους χαμηλότερους, είπε.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε, το σύνολο των δανείων σε όλη τη χώρα που έχουν ανοίγματα και υπάρχει πιθανότητα να καταγγελθούν υπολογίζονται στο 45%. Στους επαγγελματίες ο μέσος όρος κόκκινων δανείων είναι της τάξεως του 67,2%, στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις 59,9%, στις μεγάλες επιχειρήσεις 29,5%, στη ναυτιλία 27% και στα ΜΜΕ στο 25%.
in.gr