Τα προαπαιτούμενα του επικαιροποιημένου μνημονίου για να κλείσουν οι αξιολογήσεις
Αποφασισμένοι να μην υπάρχει στη λήξη του προγράμματος καμία εκκρεμότητα σε οποιονδήποτε τομέα της κυβερνητικής πολιτικής είναι οι πιστωτές, όπως προκύπτει από το κείμενο του επικαιροποιημένου μνημονίου, που συμφωνήθηκε το βράδυ του περασμένου Σαββάτου με τους θεσμούς και αποκαλύπτει η 'Καθημερινή'.
Στο συμπληρωματικό μνημόνιο (Supplemental Memorandum of Understanding) και στο τεχνικό μνημόνιο που το συνοδεύει, καθορίζονται λεπτομερώς όχι μόνον όσα πρέπει να κάνει η κυβέρνηση για να κλείσει η τρέχουσα αξιολόγηση, αλλά και όσα –πολλά– δεσμεύεται να υλοποιήσει προκειμένου να ολοκληρωθεί η τέταρτη και τελευταία αξιολόγηση: από την περιώνυμη επενδυτική τράπεζα –που δεν είναι τελικά τράπεζα αφού δεν θα χορηγεί δάνεια– έως τη φορολογική πολιτική, από τις αλλαγές στους νόμους για τις ανώνυμες εταιρείες και για τις συγχωνεύσεις επιχειρήσεων έως την πώληση των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ, από τη συμμετοχή του ΕΦΚΑ στην αύξηση κεφαλαίου της Τράπεζας Αττικής έως τις νέες περικοπές των συντάξεων, από το ποιος, πότε και με ποιον τρόπο θα αποφασίσει την επίσπευση της μείωσης του αφορολογήτου ορίου μέχρι το τι θα γίνει με τις κλαδικές συμβάσεις εργασίας και τη διαιτησία, από τη χρηματοδότηση του ΟΑΣΘ και τα διόδια της Εγνατίας έως την πώληση των συμμετοχών του Δημοσίου σε όλες τις μεγάλες επιχειρήσεις και από το χρονοδιάγραμμα στο Ελληνικό έως την παραχώρηση του Θριασίου. Κοινός τόπος σε όλα σχεδόν είναι η ρητή αναφορά πως οτιδήποτε θα γίνει ύστερα από διαβούλευση και έγκριση από τους θεσμούς, ειδικά σε ό,τι αφορά το τραπεζικό σύστημα, τα κόκκινα δάνεια, τον νόμο Κατσέλη, την πώληση των μονάδων της ΔΕΗ.
Ουσιαστικά, το μνημόνιο περιγράφει ένα καυτό τετράμηνο μεταξύ Μαρτίου και Ιουνίου 2018, στη διάρκεια του οποίου η κυβέρνηση πρέπει να ολοκληρώσει έναν τεράστιο όγκο προαπαιτουμένων, προκειμένου να κηρύξει το... τέλος των μνημονίων.
Τον Μάιο θα κριθεί η επίσπευση μείωσης του αφορολόγητου ορίου
Ορίζεται ρητώς πως τον Μάιο του 2018 η κυβέρνηση θα επισπεύσει τη μείωση του αφορολόγητου ορίου, ώστε να ισχύσει το 2019 αντί του 2020, εάν το ΔΝΤ σε συνεργασία με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς και τις ελληνικές αρχές «θεωρεί, στη βάση μιας διαφανούς εκτίμησης, ότι απαιτείται η εμπροσθοβαρής εφαρμογή της, προκειμένου να επιτευχθεί ο συμφωνηθείς στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5%...». Επιπροσθέτως, κι αν μετά την εφαρμογή των περικοπών, υπάρχει δημοσιονομικό περιθώριο, η κυβέρνηση θα μπορεί να νομοθετήσει τα «αντίμετρα» που είχαν συμφωνηθεί (μεταξύ άλλων μείωση συντελεστών φορολογίας φυσικών προσώπων και εισφοράς αλληλεγγύης, φορολογίας επιχειρήσεων και ΕΝΦΙΑ). Ωστόσο, σημειώνεται πως το ποσό των αντιμέτρων που θα εφαρμοστούν «θα είναι σύμφωνα με την εκτίμηση των θεσμών για την υπέρβαση του δημοσιονομικού στόχου».