Τζανακόπουλος: «Η ΝΔ με τη βεβαρημένη ιστορία της να προσέχει όταν μιλάει για παρακράτος»
Παρέμβαση του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου του ΣΥΡΙΖΑ και βουλευτή A΄Αθήνας Δημήτρη Τζανακόπουλου στην Ολομέλεια της Βουλής στη συζήτηση γιασχέδιο νόμου του Υπουργείου Δικαιοσύνης:
Ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ τόνισε ότι «οι συνάδελφοι της ΝΔ μιλούν με περίσσιο θράσος για παρακράτος ενώ ζούμε μια κατάσταση που μας γυρίζει στις πιο σκοτεινές μέρες της μεταπολίτευσης, αυτές δηλαδή της περιόδου 1990-1993.Την περίοδο του Γρυλλάκη, του Μαυρίκη και λοιπών συνεργατών, του πραγματικού παρακράτους το οποίο μάλιστα θα οδηγούνταν σε ειδικό δικαστήριο αν ο Ανδρέας Παπανδρέου δεν είχε κάνει μια άλλη πολιτική επιλογή. Θα περίμενε κανείς από μια παράταξη με αυτήν τη βεβαρημένη ιστορία να προσέχει λίγο περισσότερο όταν μιλάει για παρακράτος».
Ο κ. Τζανακόπουλος στη συνέχεια υπογράμμισε ότι θα πρέπει να μάθουμε «ποια είναι η τοποθέτηση του Υπουργού Δικαιοσύνης μετά τις δηλώσεις του κ. Γεωργιάδη που, με τη γνωστή αμετροέπειά του, απείλησε εν ενεργεία δικαστική λειτουργό με φυλάκιση». Συνέχισε λέγοντας ότι διαφωνεί με τη λογική του πολιτικού συμψηφισμού γιατί «δεν είναι το ίδιο πράγμα η καταγγελία για καθυστερήσεις στη δικαιοσύνη με την ευθεία απειλή σε δικαστική λειτουργό ότι θα πάει φυλακή. Πώς άραγε νιώθει ο Υπουργός Δικαιοσύνης που το σύνολο της κυβέρνησης και των βουλευτών της συμπολίτευσης σε αυτή τη φάση διαμορφώνει πολιτική στρατηγική αντιπερισπασμού ανασύροντας πρακτικές καταδικασμένες στη συνείδηση της ελληνικής κοινωνίας».
Ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ σημείωσε πως έκανε λόγο για αντιπερισπασμό γιατί «είναι προφανές ότι η ΝΔ βρίσκεται αυτή τη στιγμή ενώπιον αδιεξόδων. Το πρώτο αδιέξοδο έχει να κάνει με την οικονομία. Αυτή τη στιγμή μιλάμε για ύφεση το δεύτερο τρίμηνο της τάξεως του 16%. Αυτό προδιαγράφει πορεία οικονομικής κατάρρευσης και πολιτικής ρευστοποίησης. Το δεύτερο αδιέξοδο είναι η πίεση που καθημερινά δέχεται ο Κυβερνητικός Εκπρόσωπος για την επιλογή του να χρηματοδοτήσει ΜΜΕ με 20 εκατομμύρια χωρίς την παραμικρή εγγύηση διαφάνειας. Η απάντηση της κυβέρνησης είναι ότι δήθεν θα έρθει στη δημοσιότητα το σύνολο του καταλόγου όταν ολοκληρωθούν οι πληρωμές. Προϋπόθεση όμως έστω για την παραμικρή εκταμίευση δημοσίου χρήματος είναι η ανάρτηση της πληρωμής στη Διαύγεια. Για πρώτη φορά από τότε που θεσμοθετήθηκε η Διαύγεια δεν αναρτήθηκαν πληρωμές. Ποιος είναι άραγε ο λόγος καταστρατήγησης ενός πλαισίου που αποτελεί κατάκτηση για την Ελληνική Δημοκρατία; Προφανώς γιατί κάτι κρύβετε».
Ο κ. Τζανακόπουλος απαντώντας στην Κοινοβουλευτική Εκπρόσωπο της ΝΔ τόνισε ότι «ξεχνάτε τη βεβαρημένη ιστορία του ΚΕΕΛΠΝΟ όταν η διαφήμιση έγινε το εργαλείο ξεπλύματος βρώμικου χρήματος και το εργαλείο χρηματισμού επιχειρηματιών και εταιρειών με υποθέσεις που αυτή τη στιγμή απασχολούν την ελληνική δικαιοσύνη».
Ως προς την κατάσταση στη δικαιοσύνη ο κ. Τζανακόπουλος σημείωσε ότι «κανένα από τα στρατηγικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η δικαιοσύνη δεν θα επιλυθεί αν δεν μοιραζόμαστε το ίδιο πλαίσιο αρχών και σεβασμού της δικαιοκρατίας και αν δεν επανέλθει ένα κλίμα στοιχειώδους καταλαγής στο χώρο της δικαιοσύνης. Και θα διαφωνήσω με τον ισχυρισμό της ΝΔ ότι έχει επιστρέψει η δικαιοσύνη σε ένα κλίμα ομαλότητας. Ένα κλίμα που διασαλεύτηκε μετά το 2012. Με συγκεκριμένες πρακτικές, πολιτικές παρεμβάσεις, με ενοποιήσεις γνωστών παραθεσμικών κυκλωμάτων που δρούσαν εξισορροπητικά μέχρι εκείνη την περίοδο, και στη συνέχεια ενοποιήθηκαν σε ένα γιγαντιαίο και τερατώδη μηχανισμό πολιτικής αξιοποίησης της δικαιοσύνης».
Ο κ. Τζανακόπουλος ως προς το σχέδιο νόμου σημείωσε ότι εντάσσεται «σε ένα ευρύτερο μεταρρυθμιστικό πλαίσιο που είχε εκπονήσει η προηγούμενη κυβέρνηση. Έρχεται σήμερα αυτή η κωδικοποίηση για το Ελεγκτικό Συνέδριο που προετοίμασε η νομοπαρασκευαστική επιτροπή στα χρόνια της προηγούμενης διακυβέρνησης και εμείς στο γενικό πλαίσιο είμαστε σύμφωνοι».
Ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ τόνισε ότι «υπάρχει μια επικινδυνότητα αποδοχής των πιέσεων που ασκούνται, ιδιαίτερα από τον Υπουργό Οικονομίας τον κ. Γεωργιάδη, για την αύξηση του ορίου του υποχρεωτικού προσυμβατικού ελέγχου από τα 5 στα 10 εκατομμύρια και σας καλούμε να μην προχωρήσετε σε μια τέτοια αλλαγή».