Ο Ιούδας στη δημώδη παράδοση της Κρήτης
Ο Ιούδας με τη στυγερή πράξη του έχει καταστήσει στην ψυχή του λαού το όνομά του ταυτόσημο με την προδοσία, την αχαριστία και την κακία. Χαρακτηριστικές είναι οι παροιμιακές εκφράσεις: «Σαν τον Ιούδα αχάριστος», «Αυτό είναι φίλημα του Ιούδα», «Σε δώδεκα Αποστόλους ήταν κι ένας Ιούδας». Στην Κρήτη αποκαλείται συνήθως «τρισκαταραμένος», «άνομος», «επίβουλος» κ.α.
Σύμφωνα με μια παράδοση από τη Λατσίδα του Μεραμπέλλου «όντον ήτονε αγγαστρωμένη τον Ιούδα η μάνα ντου επήγεν ο προφήτης Νάθας και τσ' είπε: - Το παιδί απού δα κάμεις κερά μου, αφτώμενος δαυλός να κάψει τον κόσμο» Γι αυτό, μόλις γεννήθηκε, οι γονείς του τον βάλανε σ' ένα κασελάκι και τον πετάξανε στη θάλασσα. Διασώθηκε όμως από γαϊδουροβοσκούς, σκότωσε όταν μεγάλωσε τον αδελφό του και τον πατέρα του, αγνοώντας ποιοι ήταν, και στο τέλος νυμφεύτηκε τη μάνα του. Αλλά «μια κοπανιά» η μάνα του κατάλαβε ποιος ήταν, γι' αυτό τον έδιωξε να πάει να γίνει μαθητής του Χριστού «που λέγανε ότι σώνει τσ' αμαρτωλούς».
Μετά την προδοσία του Διδασκάλου ο Ιούδας «μεταμεληθείς επέστρεψε τα τριάκοντα αργύρια τοις αρχιερεύσι και τοις πρεσβυτέροις ... και απελθών απήγξαντο» (Ματθ. κζ΄, 3 κεφ.). Η κρητική παράδοση θεωρεί σαν δέντρο από το οποίο κρεμάσθηκε τον αζώγυρο (ανάγυριν την δύσοσμον) και «από τότεσας βρωμεί ο αζώγυρος ... τον τρώνε τα οζά και ψοφούνε ... οι κατσίκες άμα φάνε αζώγυρο το γάλα τώνε είναι πικρό, σφάκα, ροζογάλι» (πολύ πικρό, Κρύα Βρύση Ρεθύμνου).
Όπως πιστεύεται επίσης ο Ιόυδας θέλησε να αυτοχειριασθεί όχι από πραγματική μεταμέλεια αλλά από πονηριά, επειδή έμαθε ότι με την Ανάστασή Του ο Χριστός θα έλιωνε τα κρίματα όλων των αποθαμένων» και ήθελε να βρεθεί και αυτός πεθαμένος «για να του χαριστεί κι αυτηνού η αμαρτία». (Κατσιδόνι Σητείας)
Σαν πνεύμα κακό, λοιπόν, ο Ιούδας πρέπει να καεί και να εξαφανιστεί, και η ευκαιρία δίδεται το Πάσχα, που η ανάμνηση της προδοσίας του είναι περισσότερο ζωντανή. Έτσι έχομε και στην Κρήτη, όπως και στον άλλο ελληνικο χώρο – νησιωτικό και ηπειρωτικό- ένα από τα πιο χαρακτηριστικά Πασχαλινά έθιμα, το κάψιμο του Ιούδα, την κατασκευή δηλαδή ανθρώπινου ομοιώματος που συμβολίζει τον προδότη μαθητή, το οποίο, αφού χλευασθεί, καίγεται στον περίβολο της εκκλησίας τη νύχτα της Αναστάσεως ή το απόγευμα της Κυριακής, κατά την τελετή της Αγάπης (δεύτερη Ανάσταση).
Χαρακτηριστικό και αντιπροσωπευτικό είναι το έθιμο στην Ασή Γωνία Χανίων (επιτόπια καταγραφή, φωτογράφηση και κινηματογράφηση του το Πάσχα του 1964), όπου τα παιδιά από την παραμονή συγκεντρώνουν ξύλα και «κάνουν τον παράνομο Ιούδα. Βάζουνε στη μέση ένα ξύλο ορθό και μετά κάνουνε τα ξύλα γύρου γύρου σωρό και τα γεμίζουνε με άχερα. Μετά βάζουνε ένα παλιόσακο, ένα παντελόνι, και κάνουνε ως είδος άνθρωπο. Μετά το φίλημα (τελετή Αγάπης) δίνουνε φωτιά στα ξύλα και καίνε τον Ιούδα. Τα κοπέλια ασφεντουρούνε (πετούν με ορμή, εκσφεντονίζουν) πέτρες την ώρα που καίγεται».
Κατά τόπους υπάρχουν και μικροπαραλλαγές του εθίμου. Στα Σελλιά του Ρεθύμνου λ.χ. Στο άθυρμα κρεμούν ένα σακουλάκι με τριάντα “χοχλιδόκουπες” που συμβολίζουν τα τριάκοντα αργύρια της προδοσίας, ενώ στους Παρανύμφους Ηρακλείου το βράδυ του Μ. Σαββάτου καίνε στις αυλές τους ξύλα που συμβολίζουν τον Ιούδα, πετώντας συγχρόνως πάνω σ' αυτά πέτρες, εν είδει αναθέματος, το οποίο αυτό καθ' εαυτό αποτελεί χειρίστη τιμωρία, με αποτέλεσμα το βασανισμό της ψυχής του αναθεματιζομένου. Στη συνέχεια «τονε κάβομε στην εκκλησία, όλοι μαζί, όταν πει ο παπάς το Χριστός Ανέστη».
Έτσι, με το κάψιμο του Ιούδα, η λαϊκή ψυχή εκδηλώνει την αγανάκτηση και την αποστροφή της προς τον προδότη μαθητή, ο οποίος «μισών εφίλει, φιλών δ' επώλει τον εξαγοράσαντα ημάς της κατάρας, εκφράζοντας συγχρόνως και την ανακούφιση της για τον θρίαμβο της Ανάστασης, με την οποία «εκ θανάτου προς ζωήν και εκ γης προς ουρανόν ο Θεός ημάς διεβίβασεν».
Δρ Γεώργιος. Ν. Αικατερινίδης
Επίτιμος. Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Κρήτης
τ. Δ/ντής ερευνών Κέντρου Λαογραφίας Ακαδημίας Αθηνών