Ίντα 'ναι η μαντινάδα....
Μαντινάδα λέγεται το δίστιχο που εκφράζει κάποιο μήνυμα, μαντάτο, κάτι ως ο χρησμός, διαφορετικά έχουμε απλώς δίστιχο. Η αιτία άλλωστε και για την οποία αφενός όταν ειπωθεί μια μαντινάδα, οι άλλοι προσπαθούν να μαντεύσουν σε ποιο απευθύνεται ή τι μήνυμα περικλείει και αφετέρου άλλο μαντιναδολόγος (αυτός που γράφει μαντινάδες) και άλλο ριμαδόρος ( = αυτός που γράφει δίστιχα, ρίμες = ομοιοκαταληξίες).
Η μαντινάδα τη δουλεία του τηλέγραφου κάνει
πέμπει ο νιος τα σήματα κι η κοπελιά τα πιάνει
(Γ. Λέκας, πρόεδρος Κρητών στιχουργών)
Καράβι της παράδοσης είναι η μαντινάδα
Και κουβαλά νοήματα, ήθος και νοστιμάδα (Κ. Καλέργης, συγγραφέας)
Απλώς και κατ’ επέκταση «μαντινάδα» λέγεται κάθε δεκαπεντασύλλαβο και ομοιοκατάληκτο δίστιχο που εκφράζει κάποιο συναίσθημα ή δίδει κάποια πληροφορία ή διαπίστωση κ.α.
Σαν είναι ο τράγος δυνατός, δεν τονε σταίνει (κρατά) η μάντρα
Ο άνδρας κάνει τη γενιά κι όχι η γενιά τον άντρα (Ελευθέριος Βενιζέλος)
Στέ-λνω σου χαι-ρε-τι-σμα-τα μ’ έ-ν’ ά-σπρο πε-ρι-στέρι
= 15 συλλαβές = ο 1ος στίχος
Κιη - Πα-να-γί-α –κιο- Χρι-στός γρή-γο-ρα να σε φέ-ρει.
= 15 συλλαβές = ο 2ος στίχος
Η λέξη μαντινάδα ετυμολογικά παράγεται από τα θέματα των λέξεων: μαντεύω + άδω. Η λέξη μάντις - μαντεύω σημαίνει προ-μηνύω, προ-φητευω, προ-μαθαίνω κ.α., άρα χρησμολογώ., παραγωγή από τη ρίζα των λέξεων: μάω – μαίομα, μάνις ή μήνις (η), μηνύω, μήνυμα (το) κ.α. Η λέξη «(κ)άδω»> άδω σημαίνει τραγουδώ, ψάλω κ.τ.λ. απ΄όπου και τα λατινικά ca(n)do, candada ή cantata = ελληνικά καντάδα κ.α.
Κατ’ άλλους η λέξη μαντινάδα προέρχεται από το βενετσιάνικο matinada = ιταλικά mattino. Ωστόσο η βενετσιάνικη λέξη mane > mattino σημαίνει η αυγή, άρα έχει έννοια που δε συνάδει προς αυτή της ελληνικής λέξης «μαντινάδα». Αντίθετα η λέξη μαντινάδα είναι σχετική με τις λατινικές λέξεις mano ή mando > mandatum ( = το μαντάτο), manifesto (= η εντολή) κ.α. Λέξεις που είναι της αυτής ρίζας με τα ελληνικά: μήνις ή μάνις (η), μηνύω, μήνυμα, μαντεύω …. Παράβαλε και ότι όταν λέμε π.χ. «τα άκουσες τα μαντάτα» είναι σα να λέμε «μάντεψε τι μήνυμα ή συναισθήματα κ.τ.λ. σου φέρνω».
Σημειώνεται επίσης ότι:
1) Οι μαντινάδες είναι απρόσωπος λόγος, δηλαδή δεν φανερώνουν είτε το πρόσωπο στο οποίο απευθύνονται είτε το μήνυμα που περικλείουν (το περιεχόμενό τους) και γι αυτό άλλωστε και καλούνται έτσι, από το μαντεύω – μαντινάδα.
2) Οι μαντινάδες είναι και ο λόγος έκφρασης της μαντικής, του κλήδονα. Δηλαδή οι μαντινάδες είναι αφενός χρησμολογία και αφετέρου κάτι ως οι ψαλμοί στη Θρησκεία.(Περισσότερα βλέπε «Κλήδονας»)
Η ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΜΑΝΤΙΝΑΔΑΣ
Η μαντινάδα είναι το απόσταγμα της ψυχής και το άρωμα της σκέψης. Ειδικότερα:
1. Η μαντινάδα , όπως και τα άλλα δίστιχα, φτιάχνεται με δυο δεκαπεντασύλλαβους και ομοιοκατάληκτους στίχους, άρα από 4 ημιστίχια. Επομένως η κάθε μαντινάδα έχει απαραίτητα 30 φωνήεντα, εκτός αν έχουμε συνίζηση (= συμπροφορά δυο φωνηέντων, π.χ. μία = δυο συλλαβές και μια = 1 συλλαβή) και ο δεύτερο στίχος τελειώνει σε ίδια συλλαβή με τον πρώτο, π.χ.:
Το σεί-σμα και το λύ-γι-σμα που κά-νεις του κο-ρμιού σου = 15 συλλαβές = ο 1ος στίχος
Σκλα-βώ-νου-νε τον άν-θρω-πο μα δέν το βά-νειο- νού σου = 15 συλλαβές = ο 2ος στίχος
Το σείσμα και το λύγισμα = 1 ημιστίχιο
που κάνεις του κορμιού σου = 2 ημιστίχιο
σκλαβώνουνε τον άνθρωπο = 3 ημιστίχιο
μα δεν το βάνει ο νους σου = 4 ημιστίχιο
2. Αν ομοιοκαταληκτούν όλα τα ημιστίχια, έχουμε πλούσια ομοιοκαταληξία και αν ομοιοκαταληκτούν από τη μια το 1ο με το 3ο ημιστίχιο και από την άλλη το 2ο με το 4ο έχουμε πλεκτή ομοιοκαταληξία.
Ένα πουλάκι κυνηγώ
Κι αν τύχει και το πιάσω
Θα πάψω πια να κυνηγώ
Και τον τσιφτέ θα σπάσω
(Με πλούσια ομοιοκαταληξία)
Να τη συ(μ)βάσω τάσσω τση
λαγούς με πετραχήλια
Να σμίξουνε τα χείλη τση
με τα δικά μου χίλια
(Ομοιοκαταληξία πλεκτή: 1-3, 2-4)
3. Το μέτρο (= οι τονισμένες και άτονες συλλαβές, καθώς και συλλαβές που λέγονται με επιμήκυνση ή επιβράδυνση, όταν άδουμε τις μαντινάδες) των στίχων της μαντινάδας είναι ανάλογο με το σκοπό ή το μέτρο του χορού που συνοδεύει (Περισσότερα βλέπε «Κρητικοί χοροί»)
4. Για να φτιάξουμε μια μαντινάδα καταρχήν λέμε ελεύθερα μια απλή πρόταση, π.χ. «Εσύ μου κάνεις τη ζωή χαρούμενη κι ωραία» και μετά τη συμπληρώνουμε είτε με μια άλλη απλή πρόταση, π.χ. «(και συνεπώς) εσένα θέλω, αγάπη μου, παντοτινή παρέα» είτε με προσδιορισμούς. Αν δεν βγαίνει με το πρώτο η ομοιοκαταληξία, εναλλάσσουμε συνώνυμες λέξεις, ώστε να σχηματιστεί. Το ίδιο κάνουμε και για να πέσουν οι τόνοι των λέξεων στις θέσεις που απαιτεί ο σκοπός. Επίσης έχουμε υπόψη ότι:
Οι μαντινάδες θέλουνε
μεράκι, για να βγούνε,
θέλουνε και καλούς τραγουδιστές,
για να τσι τραγουδούνε
Οι μαντινάδες θέλουνε
άνθρωπο να κατέχει
Και γλώσσα να τσι πελεκά
Μα και να τσι ξετρέχει
Η μαντινάδα η καλή
δε κτίζεται όπως λάχει
πέτρα και χώμα και νερό
τση Κρήτης πρέπει να ‘χει
5. Η μαντινάδα τραγουδιέται με την συνοδεία λύρας (ή βιολιού ή ασκομανδούρας) και λαγούτου (ή μαντολίνου). Ο τραγουδιστής προσαρμόζει κάθε φορά τις μαντινάδες του στις ανάγκες των περιστάσεων και αντίστοιχα σκαρώνει ερωτικές, γάμου κ.α. ή μαντινάδες με σατιρικό, πολιτικό ή ιστορικό περιεχόμενο, ενώ οι "ριμμαδόροι" (ή άλλως μαντιναδολόγοι) συναγωνίζονται μεταξύ τους για το ποιος θα πει τις πιο καλές ή πιο εύστοχες μαντινάδες, ώστε να προκαλέσει μεγαλύτερο ενθουσιασμό στους παρευρισκόμενους