Ιτάλο Καλβίνο: Γράφω γιατί δεν ήμουν προικισμένος
Σε ένα δοκίμιό του γραμμένο το 1956 ο Ιτάλο Καλβίνο σημείωνε: «Τα πράγματα που μπορεί να ερευνήσει και να διδάξει η λογοτεχνία είναι λίγα αλλά αναντικατάστατα: ο τρόπος που βλέπουμε τον πλησίον μας και τους εαυτούς μας, ο τρόπος που συσχετίζουμε προσωπικά γεγονότα και γενικά γεγονότα, που αποδίδουμε αξία σε μικρά και σε μεγάλα πράγματα, που βρίσκουμε τις αναλογίες της ζωής και τη θέση της αγάπης μέσα σε αυτή και τη δύναμή της και το ρυθμό της, τη θέση του θανάτου και τον τρόπο που σκεφτόμαστε ή δεν σκεφτόμαστε τους εαυτούς μας, που εξετάζουμε τα όρια και τα ελαττώματά μας και τους άλλους. Η λογοτεχνία μπορεί να διδάξει τη σκληρότητα, τον οίκτο, τη θλίψη, την ειρωνεία, το χιούμορ. Τα υπόλοιπα ας τα μάθουμε από αλλού, από την επιστήμη, από την ιστορία, από τη ζωή, όπου όλοι εμείς οφείλουμε να πηγαίνουμε συνεχώς για να τα διδαχθούμε».
Στις 13 Μαΐου του 1983 ο Καλβίνο απάντησε σε ερωτήσεις μαθητών από τα σχολεία του Πέζαρο. Ακολουθεί ένα εκτενές απόσπασμα από αυτήν την "ανέκδοτη" συνέντευξη. (πρωτοδημοσιεύτηκε σε λογοτεχνικό περιοδικό την δεκαετία του 90)
- Θα ήθελα να μάθω, αν είναι δυνατό, γιατί γράφετε;
«Είναι ένα ωραίο ερώτημα. Γράφω γιατί δεν ήμουν προικισμένος για το εμπόριο, δεν ήμουν προικισμένος για τον αθλητισμό, δεν ήμουν προικισμένος για τόσα άλλα πράγματα. Ημουν, για να χρησιμοποιήσω μια περίφημη φράση, ο ηλίθιος της οικογένειας. Ο Σαρτρ έγραψε μια βιογραφία του Φλομπέρ με τίτλο "Ο ηλίθιος της οικογένειας". Γενικά, όποιος γράφει είναι ένας ο οποίος, ανάμεσα στα τόσα πράγματα που προσπαθεί να κάνει, βλέπει ότι το να κάθεται στο γραφείο και να εξωτερικεύει τα πράγματα που βγαίνουν από το κεφάλι του και από την πένα του είναι ένας τρόπος για να ολοκληρώνει τον εαυτό του και για να επικοινωνεί. Μπορώ να πω ότι γράφω για να επικοινωνώ, επειδή η γραφή είναι ο τρόπος με τον οποίο κατορθώνω να κάνω τα πράγματα να περνούν μέσα από εμένα, τα πράγματα που έρχονται σε μένα από την κουλτούρα που με περιβάλλει, από τη ζωή, από την εμπειρία, από τη λογοτεχνία που προηγήθηκε από μένα, στα οποία δίνω εκείνο το προσωπικό στοιχείο που έχουν όλες οι εμπειρίες οι οποίες περνούν μέσα από ένα ανθρώπινο πρόσωπο κι έπειτα ξαναμπαίνουν σε κυκλοφορία. Γι' αυτό γράφω. Για να γίνομαι εργαλείο κάποιου πράγματος που είναι ο τρόπος με τον οποίο οι άνθρωποι βλέπουν, σχολιάζουν, κρίνουν, εκφράζουν τον κόσμο. Για να το κάνω να περάσει μέσα από μένα και για να το ξαναθέσω σε κυκλοφορία. Αυτός είναι ένας από τους τόσους τρόπους με τους οποίους ένας πολιτισμός, μια κουλτούρα, μια κοινωνία ζει αφομοιώνοντας εμπειρίες και ξαναθέτοντάς τες σε κυκλοφορία...»
- ... Τι είναι για σας ψυχαγωγία; (Η ερώτηση δεν ακούγεται καθαρά).
«Εγώ νομίζω ότι η ψυχαγωγία είναι μια κοινωνική λειτουργία, αντιστοιχεί στην ηθική μου. Σκέφτομαι πάντα τον αναγνώστη που πρέπει να υποστεί όλες αυτές τις σελίδες. Χρειάζεται να ψυχαγωγηθεί, χρειάζεται να έχει και μια ανταμοιβή. Δεν είμαι μόνο εγώ που σκέφτομαι έτσι. Για παράδειγμα, ακόμη και ένας συγγραφέας πολύ προσεκτικός για τα περιεχόμενα, όπως ο Μπέρτολντ Μπρεχτ, έλεγε ότι η πρώτη κοινωνική λειτουργία ενός θεατρικού έργου είναι η ψυχαγωγία. Εγώ νομίζω ότι η ψυχαγωγία είναι σοβαρό πράγμα».
- Η τάση του συγγραφέα Καλβίνο για φυγή από μια πραγματικότητα ρυθμιζόμενη από ορθολογικές αρχές συμφιλιώνεται με τον άνθρωπο Καλβίνο;
«Είναι ένα ερώτημα που περιέχει αρκετά ερωτήματα. Πρώτον, πρέπει να αναρωτηθώ αν εγώ φεύγω από μια ορθολογική πραγματικότητα ως συγγραφέας. Επειτα, αν φεύγω ως άνθρωπος. Κι έπειτα, αν αυτές οι δυο συμπεριφορές συμφιλιώνονται ή όχι.
Θα έλεγα ότι δεν γνωρίζω αν φεύγω από μια ορθολογική πραγματικότητα. Αναπαριστώ συχνά πράγματα παράξενα, πίσω από τα οποία υπάρχει όμως ένας συλλογισμός, υπάρχει ένα σχήμα, υπάρχει ένας μηχανισμός που μπορεί να εφαρμοστεί στην καθημερινή πραγματικότητα. Ενας μαθηματικός μιλάει για πράγματα που δεν υπάρχουν, αλλά οι υπολογισμοί του, οι εξισώσεις του μπορούν να εφαρμοστούν στα αντικείμενα του σύμπαντος. Ετσι και η εργασία ενός συγγραφέα φανταστικών ιστοριών, του οποίου οι επινοήσεις είναι παράξενες και δεν έχουν την αξίωση να θεωρηθούν αληθινές. Αλλά αυτό που έχει σημασία είναι ο μηχανισμός τους, όπως συμβαίνει και με ένα μαθηματικό ή λογικό συλλογισμό.
Εγώ νομίζω πως υπάρχει μια λογική σε όλα όσα γράφω. Οι ανορθολογικοί συγγραφείς είναι άλλου τύπου, μπορεί να είναι παράξενοι συγγραφείς αλλά περισσότερο συνδεδεμένοι με στοιχεία της πραγματικότητας, στοιχεία του φυσιολογικού συναισθήματος της ύπαρξης. Υπάρχουν συγγραφείς που δίνουν ένα ισχυρότατο νόημα της ύπαρξης, της αγωνίας της ζωής και είναι εντελώς ρεαλιστικοί, αλλά είναι ρεαλιστικοί στο βαθμό που συλλαμβάνουν ψυχικές δυνάμεις, όψεις της ζωής που δεν μπορούν να οριστούν με ορθολογικούς όρους. Νομίζω ότι δεν ανήκω σε αυτόν τον τύπο συγγραφέων. Δεν νομίζω ότι είμαι πολύ προικισμένος για την ψυχολογία, για την ενδοσκόπηση. Εγώ είμαι, νομίζω, περισσότερο της ορθολογικότητας παρά της πραγματικότητας. Οσο για τη διαφορά ανάμεσα σε μένα ως άνθρωπο και σε μένα ως συγγραφέα, δεν ξέρω. Με τα χρόνια νομίζω ότι ταυτίζομαι όλο και περισσότερο με μένα ως συγγραφέα, επειδή στο βάθος δεν κάνω τίποτε άλλο, εκφράζομαι αποκλειστικά μέσα από αυτά που γράφω».
- Κατά τη γνώμη σας τι σημασία έχει σήμερα το βιβλίο για τους νέους σε μια κοινωνία που χειραγωγείται τόσο πολύ από τα μαζικά μέσα ενημέρωσης;
«Το βιβλίο είναι διαφορετικό πράγμα. Το βιβλίο είναι εκείνο το πράγμα που κάποια στιγμή το σταματάς, το κλείνεις (και την τηλεόραση μπορείς να την κλείσεις) αλλά το βιβλίο βρίσκεται εκεί, το κλείνεις, το ξαναγοίγεις, μπορείς να σταματήσεις σε μια φράση και να την ξαναδιαβάσεις πολλές φορές, να στοχαστείς γι' αυτήν. Νομίζω ότι η λειτουργία του βιβλίου είναι αναντικατάστατη. Εγώ δεν είμαι από εκείνους που εκφωνούν ιερεμιάδες για την αποβλάκωση της τηλεόρασης, των κασετών, των δίσκων κ.λπ. Χρειάζεται να ζούμε στον καιρό μας. Χρειάζεται να αντλούμε ό,τι καλό μπορεί να αντληθεί από τα μέσα που έχουμε στη διάθεσή μας. Ωστόσο, τα βιβλία είναι αναντικατάστατα. Μπορεί να κάνει κανείς μια μικρή προσπάθεια, αλλά έπειτα βλέπει ότι άξιζε τον κόπο. Αν κάποιος δεν θέλει να διαβάζει βιβλία, δεν είναι καθόλου υποχρεωμένος να το κάνει. Πρέπει να είναι κάτι που τον διασκεδάζει, που τον παθιάζει, στο οποίο βρίσκει μια αλήθεια που δεν βρίσκεται πουθενά αλλού».
- Αν συναντούσατε ένα πρόσωπο κουρασμένο από την ύπαρξή του, τι θα του λέγατε για να το επανασυνδέσετε με τη ζωή, για να του δείξετε ότι αξίζει τον κόπο να ζει;
«Είναι ένα πολύ δύσκολο ερώτημα. Δεν θα έλεγα ποτέ σε κάποιον ο οποίος δηλώνει κουρασμένος από την ύπαρξή του: "Α, η ζωή είναι τόσο ωραία!". Οχι, θα του έλεγα ότι η ζωή είναι γεμάτη μπελάδες και σκοτούρες. Και καλά να σου πηγαίνει, θα έχεις πάντοτε σκοτούρες, θα έχεις πάντοτε βάσανα. Αν είσαι θλιμμένος επειδή δεν έχεις μια αγάπη, βλέπεις ότι μόλις θα αποκτήσεις την αγάπη θα γεννηθούν ένα σωρό βάσανα που δεν τα φαντάζεσαι. Οποιοδήποτε θετικό πράγμα θα σου δίνει ακόμη περισσότερα βάσανα. Αυτή είναι η ζωή και μόνο μέσα σε αυτή τη ζωή, σε ένα ορισμένο σημείο, θα βρεις κάτι που αξίζει τον κόπο.
Αυτό που θα σου δοθεί θα σου δοθεί και μέσα από τον πόνο, μέσα από την πλήξη, μέσα από όλα αυτά τα πράγματα. Αυτό θα του έλεγα. Και θα προσπαθούσα να μην του παρουσιάσω τη ζωή ρόδινη. Η ζωή δεν είναι ρόδινη, αλλά ακριβώς γι' αυτό είναι το στοιχείο μας, επομένως κάποιος που έχει προβλήματα είναι πιο κοντά στην πραγματικότητα της ζωής, την αισθάνεται περισσότερο από κάποιον που είναι απολύτως αδιάφορος ή από εκείνον που τα πράγματα του πάνε καλά...».
Σημείωση: Άλλοι γράφουν γιατί ζουν έντονα. Κι άλλοι για τον ακριβώς αντίθετο λόγο. Υπάρχουν βέβαια πάντα και μερικοί που ζουν για να γράφουν. Και κάποιοι -λιγότεροι- που γράφουν για να ζουν. Ο Μπαουντολίνο έλεγε πως ήταν καλύτερα όσο ήξερε μόνο να γράφει. Όταν άρχισε να διαβάζει τα βρήκε σκούρα.