Χάνοντας τα αυγά και τα ... πασχάλια (ετυμολογία των πασχαλινών λέξεων)
Η ελληνική γλώσσα είναι από τις πλουσιότερες του κόσμου. Και ο ελλαδικός χώρος είναι ένα γεωγραφικό σταυροδρόμι που σημαίνει ότι ο δανεισμός λέξεων είναι κάτι δεδομένο. Τώρα που διανύουμε τις γιορτές του Πάσχα, πάμε να δούμε τι σημαίνουν οι λέξεις που όλοι μας χρησιμοποιούμε και από πού προέρχονται.
Πάσχα: προέρχεται από την αραμαϊκή pascha < εβραϊκή pāsah που σημαίνει «πέρασμα, διάβαση». Είναι εβραϊκή γιορτή σε ανάμνηση της εξόδου του ιουδαϊκού λαού από την Αίγυπτο και της απελευθέρωσής του από τη δουλία. Η λέξη περιέγραφε είτε «τη δεκάτη πληγή κατά των Αιγυπτίων» όπου, σύμφωνα με τη βιβλική παράδοση ο άγγελος προσπερνούσε τις πόρτες των Ιουδαίων, που ήταν βαμμένες με αίμα αρνιού και δε σκότωνε τα πρωτότοκα παιδιά τους, είτε το πέρασμα της Ερυθράς θάλασσας κατά την φυγή από την Αίγυπτο. Οι Χριστιανοί γιορτάζουν την Ανάσταση του Σωτήρα και τη διάβαση από το θάνατο στη ζωή.
Οβελός και οβελίας: αρχαία ελληνική λέξη που πλέον σημαίνει το αρνί ψημένο στη σούβλα. Ο οβελός είναι η σιδερένια ράβδος, η σούβλα, στην οποία περνιούνται κομμάτια κρέατος για ψήσιμο.
Σούβλα: Η σούβλα προέρχεται από τα Λατινικά (subula< suere, συρράπτω, συναρμόζω). Η λέξη από τους πρώτους Χριστιανικούς αιώνας μαρτυρείται ως όργανο βασανιστηρίων και επικράτησε εκτοπίζοντας την ελληνική λέξη «οβελός»
Μεσσίας: από την εβραϊκή λέξη masiha< Μεσσίας( που σημαίνει χριστός, ο αλειμμένος με ειδικό έλαιο, που προέβλεπε ο εβραϊκός νόμος για τους ιερείς).
Τσουρέκι: προέρχεται από το τουρκικό çörek= «στρογγυλό ψωμί» ή «ζυμωτό» και συγγενεύει με ταçhoerek, çhoereg ή çhoereq που περιγράφουν διάφορους τύπους άζυμων ή ζυμωτών ψωμιών του Καυκάσου ή της Μικράς Ασίας.
Σκαλτσούνι: ετυμολογικά προέρχεται από την ιταλική λέξη calzone και είναι τα γεμιστά γλυκίσματα του Πάσχα
Ιησούς: προέρχεται από την εβραϊκή Yesuah και είναι συντετμημένη μορφή του Yehosuah (εάν μεταφραστεί, ο Γιαχβέ είναι σωτηρία).
Χριστός: παράγεται από το χριστός (< κεχρισμένος< ο φέρων το χρίσμα< αρχαίο ελληνικό ρήμα: χρίω), οτιδήποτε έχει επαλειφθεί με μύρο ή αλοιφή. Χρησιμοποιήθηκε ως επιθετικός προσδιορισμός της λέξης Ιησούς (Ιησούς Χριστός) που πρακτικά σημαίνει κεχρισμένος από το Θεό. Η ελληνική λέξη Χριστός (αλειμμένος) είναι η πιο δημοφιλής λέξη στον πλανήτη, επειδή ονομάστηκε έτσι ο ιδρυτής της Χριστιανικής θρησκείας (< Cristo, Christ, Crist, Христос, Kristu)
Μαρία η Μαγδαληνή: Το επίθετο Μαγδαληνή προσδιορίζει την καταγωγή της( χωριό Μάγδαλα). Το mighdal, στα εβραϊκά, σημαίνει “πύργος”.
Γολγοθάς: είναι ο λόφος της Ιερουσαλήμ όπου σταυρώθηκε, σύμφωνα με τους ευαγγελιστές, ο Ιησούς. Όπως μας λέει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης, Γολγοθά στα εβραϊκά σημαίνει «Κρανίου τόπος». Στα αραμαϊκά Gulgulthā είναι το κρανίο.
Θωμάς: ανδρικό όνομα που στα αραμαϊκά σημαίνει «δίδυμος»
Λάζαρος: εξελληνισμένο αρσενικό όνομα, που προέρχεται από το εβραϊκό «Ελεάζαρ», το οποίο σημαίνει «ο Θεός τον έχει βοηθήσει».
Ανάσταση: λέξη στην αρχαία ελληνική ετυμολογείται από το ρήμα ἀνίστημι (< ἀνά +ἵστημι) και σημαίνει (αν)έγερση, σήκωμα, μετατόπιση. Σήμερα η λέξη χρησιμοποιείται συχνά μεταφορικά, για να δηλώσει την αναζωογόνηση (η ανάσταση της φύσης κατά την άνοιξη)ή την αναγέννηση ύστερα από περίοδο παρακμής.
Επιτάφιος: σημαίνει στην κυριολεξία «αυτό που υπάρχει ή γίνεται επάνω στον τάφο» και συνοδεύει τα ουσιαστικά λόγος, θρήνος, τελετή. Η λέξη είναι σύνθετη από την πρόθεση επί= επάνω και το ουσιαστικό τάφος, που με τη σειρά του προέρχεται από το ρήμα θάπτω. Για τους σύγχρονους Έλληνες επιτάφιος είναι η περιφορά του στολισμένου με άνθη ξυλόγλυπτου που περιέχει το κεντημένο με τον νεκρό Χριστό ύφασμα, σε όλη την περιφέρεια κάθε ενοριακού ή άλλου σημαντικού ναού την Μεγάλη Παρασκευή.