Λαϊκά Πασχαλινά έθιμα στην Ελλάδα - της λαογράφου Ειρήνης Ταχατάκη
Σε άλλα ελληνικά μέρη τα αυγά που γεννιούνται τη Μεγάλη Πέμπτη τα πηγαίνουν στην εκκλησία την ίδια μέρα κι άμα διαβαστούν στη λειτουργία, τα θάβουν σταυρωτά στ’ αμπέλια για να μη τα τρώει το βλαβερό σκαθάρι, αλλά προστατεύονται κι από άλλες ασθένειες.
Στην Κρήτη και στη Θράκη συνηθίζουν να κρατούν όλο το χρόνο της περυσινής Πασχαλιάς το αυγό. Το επόμενο Πάσχα το παίρνουν την Εκκλησία όλη τη Μεγ. Εβδομάδα και «διαβάζεται». Και τη μέρα του Πάσχα το στρίβουν τρεις φορές κατά γης και το σπάνε. Αν το βρουν μέσα γερό το τρώνε και θεωρείται φάρμακο για τον πονόλαιμο.
Στον τόπο μας βάφομε κόκκινα αυγά τη Μεγάλη Πέμπτη. Το ίδιο έκαναν και στην παλιά Αθήνα μα έβαφαν συνήθως τα αυγά της ίδιας μέρας και τα έβαφαν πριν τα Δώδεκα Ευαγγέλια, ύστερα τα τοποθετούσαν κοντά στα εικονίσματα.
Ακόμη, συνηθίζομε στον τόπο μας να φυλάμε κάθε χρόνο μέσα σ’ ένα καθαρό βάζο ένα κομμάτι προζύμι από το ζυμωτό της Μ. Πέμπτης μέχρι την επόμενη χρονιά, οπότε το ανανεώνομε, καίγοντας το παλιό στη φωτιά. Επίσης φυλάμε πάντα λουλούδια Επιταφίου που τα λέμε «καλορίζικα». Τα ξεραίνουμε και μ’ αυτά θυμιάζουμε τις εικόνες ή το σπίτι ή όποιον νομίζομε ότι τον έπιασε το «κακό μάτι».
Στην παλιά Αθήνα φύλαγαν τα κεριά του Επιταφίου και τα άναβαν όταν άστραφτε και βροντούσε, για να μη τους κάψει αστροπελέκι. Κι όταν τ’ άναβαν έλεγαν τους χαιρετισμούς της Παναγίας.
Σε όλο τον ελληνικό χώρο υπάρχει το έθιμο να φέρνουν το Άγιο Φως στο σπίτι μετά την Ανάσταση, με τις λαμπάδες ή σε φαναράκι ή ακόμη και με τσιγάρο. Με τη φλόγα της λαμπάδας κάνομε το σταυρό πάνω από την είσοδο του σπιτιού, για φύλαξη από κάθε κακό. Στην Κύπρο κάνουν το ίδιο αλλά φέρνοντας το Άγιο Φως χαιρετούν πρώτα τα δέντρα της αυλής λέγοντας: «Χριστός Ανέστη δέντρα μου».
Ο σπουδαίος ηθογράφος – συγγραφέας Βελισάριος Φρέρης, σύζυγος της γνωστής Ελληνίδας λογοτέχνιδας Μαρίκας Βελ. Φρέρη, καταγόμενος από το γραφικό νησί της Σύρου, γράφει στο θαυμάσιο βιβλίο του «συριανές ηθογραφίες» αρκετά έθιμα του ωραίου νησιού του. Μεταξύ άλλων: «. . . το κάθε σπίτι έχει ζυμώσει από τη Μεγ. Πέμπτη Συριανά Ψαθούρια, πασπαλισμένα με μπόλικο σουσάμι, «κολλίκια» στολισμένα με κόκκινα αυγά και «λαζάρους» ανθρωπάκια με κόκκινο αυγό για πρόσωπο.Τα θωρούνε και τα ρέγουνται και δεν βλέπουν την ώρα ν’ αναστηθεί ο Χριστός, να τα γευτούν. Και τα παιδιά που δεν έχουν «πομονή» σαλιώνουν το δάχτυλο τους και μαζεύουν σουσάμι από τα πανέρια και το τρώνε. . .»
Στην παλιά Αθήνα, τη δεύτερη Ανάσταση γίνονταν «αδερφοποιτοί» τα παλικάρια. Ο παπάς αφού τους διάβαζε τους όρκιζε στο Ευαγγέλιο, τους περίζωνε μ’ ένα μακρύ ζωνάρι και τους τραβούσε προς το ιερό. Ύστερα φιλιούνταν, φιλούσαν και του παπά το χέρι με μάρτυρα πάντα ένα κορίτσι και γίνονταν έτσι πιο δεμένοι κι από αδέλφια.
Στην Κρήτη όπως και σε πολλά μέρη της ελληνικής Πατρίδας συνηθίζουν ακόμη και σήμερα το κάψιμο του Ιούδα. Είναι ένα προχριστιανικό έθιμο με χαρακτήρα αποτρεπτικό ή καθαρτικό. Καίνε δηλ. το δαίμονα του κακού. Την ίδια σημασία έχουν και οι φωτιές που ανάβουν το Πάσχα για να ξορκίσουν λ.χ. το χαλάζι και να προστατέψουν τη βλάστηση από τους κινδύνους που την απειλούν.
Για τους Κρητικούς μα και για όλους τους Έλληνες το ωραιότερο έθιμο είναι ο οβελίας. Εκατομμύρια αρνάκια θυσιάζονται κάθε χρόνο στο γιορταστικό Πασχαλιάτικο ξεφάντωμα που γίνεται στις όμορφες ελληνικές εξοχές.
Τα παλιά χρόνια οι Έλληνες ήσαν ιδιαίτερα λιτοδίαιτοι σε αντίθεση με τους σημερινούς. Φασόλια και λαχανίδες έτρωγαν οι αρχαίοι μας πρόγονοι όπως μας πληροφορεί ο Αριστοφάνης μα και άλλοι αρχαίοι συγγραφείς. Επί Χριστιανισμού, πάνω στην πραγματική στέρηση προστέθηκε και η θρησκευτική θρησκεία. Μόνο το Πάσχα τρώγανε οι παππούδες μας γι’ αυτό καθιερώθηκε και το ρήμα «πασκάζω» που σημαίνει: «τρώγω πολύ και καλά». Ύστερα, λοιπόν, από τη νηστεία ολόκληρης της Σαρακοστής ο οβελίας που ψηνόταν και σκορπούσε λαχταριστή κνίσα μέσα στη γιορταστική ατμόσφαιρα ήταν τ’ όνειρο κάθε πιστού. Τότε, λοιπόν, που τα φαγώσιμα ήταν φτωχικά και η νηστεία Νόμος για κάθε Χριστιανό, ο ερχομός της Λαμπρής πέρα από το θρησκευτικό του χαρακτήρα είχε και την έννοια της καλοπέρασης και της χαράς.
«Αύτη ημέρα ην εποίησε ο Κύριος αγαλλιασώμεθα και ευφρανθώμεν εν αυτή» διατρανώνει η Εκκλησία μας.
Προδημοσίευση από το βιβλίο: "Αναπολήσεις από την Κρητική λαογραφία" της Ειρήνης Ταχατάκη