13 Αυγούστου 2004. Ένδοξες μέρες για την Ψωροκώσταινα καθώς η Αθήνα έβαλε «τα καλά της» και υποδέχτηκε για δεύτερη φορά στην ιστορία της την επιστροφή του μεγαλύτερου αθλητικού γεγονότος παγκοσμίως, των Ολυμπιακών Αγώνων, στην πατρίδα τους. Η ελληνική πρωτεύουσα «πλημμύρισε» από αθλητές, δημοσιογράφους, εθελοντές και επισκέπτες από όλο τον πλανήτη για τη μεγαλύτερη γιορτή του αθλητισμού. Παρόντες κι οι Αθάνατοι της ΔΟΕ, αρχηγοί Κρατών και Κυβερνήσεων και βέβαια αθλητικές αποστολές από κάθε γωνιά της γης.
Το Ολυμπιακό Στάδιο γέμισε με 70.000 θεατές, ενώ δισεκατομμύρια άνθρωποι σ' όλο τον πλανήτη έστρεψαν τα βλέμματά τους στην μικρή φτωχή κοιτίδα του Ολυμπισμού, που υποδεχόταν την δεύτερη Ολυμπιάδα της. Η Ελλάδα έμοιαζε τότε το κέντρο του κόσμου. Μια Ελλάδα αστραφτερή, κοσμοπολίτικη, αισιόδοξη. Μία Ελλάδα που μόνο ως ανάμνηση υπάρχει πλέον.
Ήταν η εποχή που τα Ολυμπιακά έργα αντλούσαν κονδύλια, δημιουργούσαν θέσεις εργασίας και οι υπεραισιόδοξοι επέμεναν πως η συντήρηση κι η μετέπειτα λειτουργία των Σταδίων θα μας κάνει ... Μέκκα του Αθλητισμού. Η ιστορία δεν τους δικαίωσε. Σήμερα, δέκα ακριβώς χρόνια μετά, μαθαίνουμε έκπληκτοι πως η στέγη Καλατράβα πήρε τότε άδεια πέργκολας και τα κωπηλατοδρόμεια οδεύουν ολοταχώς για ξεπούλημα, ενώ οι περισσότερες Ολυμπιακές εγκαταστάσεις ρημάζουν αναξιοποίητες κι αφρόντιστες. Ίσως γι' αυτό με την "σοφία" της δεκαετίας που ακολούθησε, αποκτά ακόμη πιο εραλδικό νόημα η τελετή έναρξης της Ελληνικής Ολυμπιάδας. Ο χτύπος της ανθρώπινης καρδιάς -που τότε έκανε κάθε Έλληνα να ριγήσει από περηφάνια- σήμερα δέκα χρόνια μετά μοιάζει με το τελευταίο υγιές κατ' επίφαση "καρδιογράφημα" μίας χώρας, που έμελλε να περάσει αλλεπάλληλα "εγκεφαλικά" αμέσως μετά για να φτάσει στην σημερινή νοσηρή της κατάσταση.
Υπό αυτή την έννοια έχει ξανά νόημα να θυμηθούμε εκείνη την τελετή έναρξης. Για να δοκιμάσουμε κοιτώντας το βίντεο την ... επίγευση.
M.K.