Υγεία

Κορωνοϊός: Η ανεπάρκεια αυτής της βιταμίνης μας καθιστά δυο φορές πιο ευάλωτους

κορωνοϊός

Συσχέτιση μεταξύ της ανεπάρκειας βιταμίνης D στον οργανισμό και της αυξημένης πιθανότητας προσβολής από COVID-19 διαπιστώνει αναδρομική μελέτη του Ιατρικού Κέντρου του Πανεπιστημίου του Σικάγο που δημοσιεύεται στο JAMA Network Open.

Η βιταμίνη D είναι σημαντική για τη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος και έχει ήδη αποδειχθεί στο παρελθόν ότι τα συμπληρώματα της συγκεκριμένης βιταμίνης μειώνουν τον κίνδυνο λοιμώξεων του αναπνευστικού, επισημαίνει ο επικεφαλής της μελέτης Δρ David Melzer.

Η στατιστική ανάλυση καταδεικνύει ότι το ίδιο μπορεί να ισχύει και για τη λοίμωξη από τον ιό SARS-CoV-2, προσθέτει ο Δρ Meltzer, διευθυντής Νοσοκομειακής Ιατρικής στο Ιατρικό Κέντρο του Πανεπιστημίου του Σικάγο.

Τα ευρήματα βασίστηκαν σε 489 ασθενείς του Ιατρικού Κέντρου του Πανεπιστημίου του Σικάγο που υποβλήθηκαν σε τεστ για τον ιό SARS-CoV-2 και των οποίων τα επίπεδα βιταμίνης D είχαν μετρηθεί μέσα σε χρονικό διάστημα ενός έτους πριν ελεγχθούν για την νόσο COVID-19.

Όσοι είχαν ανεπάρκεια βιταμίνης D (<20ng/ml) χωρίς να έχουν λάβει κάποιο συμπλήρωμα για να την επαναφέρουν σε φυσιολογικές τιμές είχαν σχεδόν διπλάσιες πιθανότητες να βγουν θετικοί στην COVID-19 σε σύγκριση με ασθενείς που είχαν επαρκή επίπεδα βιταμίνης D.

«Η κατανόηση του κατά πόσο η αντιμετώπιση της ανεπάρκειας της βιταμίνης D τροποποιεί τον κίνδυνο για την COVID-19 θα μπορούσε να έχει μεγάλη σημασία σε τοπικό, εθνικό και παγκόσμιο επίπεδο» αναφέρει ο David Meltzer, σημειώνοντας πως «η βιταμίνη D είναι φθηνή, γενικά πολύ ασφαλής στη λήψη, η οποία και μπορεί να κλιμακωθεί ευρέως».

Ο ίδιος και η ερευνητική ομάδα του υπογράμμισαν τη σημασία διεξαγωγής περαιτέρω μελετών ώστε να προσδιοριστεί εάν η λήψη συμπληρώματος βιταμίνης D μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο και πιθανώς τη βαρύτητα της COVID-19. Τονίζουν, επίσης, την ανάγκη για μελέτες σχετικά με το ποιες στρατηγικές μπορεί να είναι πιο κατάλληλες σε συγκεκριμένους πληθυσμούς.

Ήδη έχουν ξεκινήσει αρκετές κλινικές δοκιμές στο Ιατρικό Κέντρο του Πανεπιστημίου του Σικάγο και τοπικών συνεργατών.

ESPA BANNER