Πέντε προτάσεις για τα διαγνωστικά κέντρα από το Υπουργείο Υγείας
Στο τραπέζι του διαλόγου έκατσαν από κοινού σήμερα στο υπουργείο Υγείας η πολιτική ηγεσία του, ο προέδρος του Ιατρικού Συλλόγου Αθήνας (ΙΣΑ), Γιώργος Πατούλης, και η Συντονιστική Επιτροπή των διαγνωστικών εργαστηρίων.
Το υπουργείο δηλώνει πως, «αναγνωρίζοντας το σοβαρό πρόβλημα που δημιουργεί η αύξηση των υποχρεωτικών επιστροφών (clawback) που καλούνται να καταβάλουν τα διαγνωστικά εργαστήρια, κατέβαλε ειλικρινή προσπάθεια εξεύρεσης μιας λύσης ρεαλιστικής και εφαρμόσιμης στην παρούσα χρονική συγκυρία».
Η εγκύκλιος
Πιο αναλυτικά, η πρόταση που παρουσιάστηκε στο Συντονιστικό των Διαγνωστικών Εργαστηρίων και Κέντρων περιλαμβάνει:
1. Την προσαύξηση κατά 30 εκατ. ευρώ του κλειστού προϋπολογισμού των διαγνωστικών εξετάσεων για το 2019. Αν συνυπολογιστεί ότι ο προϋπολογισμός ήταν ήδη αυξημένος κατά 9 εκατ. ευρώ σε σχέση με το 2018, προκύπτει μια συνολική ενίσχυση περίπου 10% στη διαγνωστική δαπάνη και κατά συνέπεια μια σημαντική υποχώρηση του ύψους των αναμενόμενων επιστροφών.
2. Την αλλαγή του τρόπου υπολογισμού των υποχρεωτικών επιστροφών για το 2018 και εντεύθεν, με την πρόβλεψη ενός σταθερού ποσού (της τάξης των 4.000- 5.000 ευρώ) που θα αφαιρείται από το clawback. Με αυτόν τον τρόπο, σύμφωνα με τους υπολογισμούς του ΕΟΠΥΥ, μειώνεται η επιβάρυνση στο 70% των παρόχων, δηλαδή στην πλειονότητα των μικρών και μεσαίων εργαστηρίων της χώρας.
3. Την επιτάχυνση της διαδικασίας ενσωμάτωσης διαγνωστικών πρωτοκόλλων στο σύστημα ηλεκτρονικής συνταγογράφησης, έτσι ώστε να ελεγχθεί με επιστημονικά κριτήρια η ζήτηση εξετάσεων και σε βάθος χρόνου να περιοριστεί δραστικά η υπέρβαση και το clawback. Αυτή είναι, σύμφωνα με το υπουργείο Υγείας, η πιο κρίσιμη παρέμβαση που καθιστά το σύστημα βιώσιμο, αλλά που προφανώς δεν μεταβάλλει άμεσα τη σημερινή πραγματικότητα.
4. Την επιτάχυνση της αποπληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών (μέχρι το 2011) των ασφαλιστικών ταμείων προς τους παρόχους μέσω ΕΦΚΑ.
5. Την αξιοποίηση της σταδιακής αύξησης των δημόσιων δαπανών υγείας στο ύψος του 6% του ΑΕΠ σε βάθος τετραετίας που εξήγγειλε ο πρωθυπουργός, για την ενίσχυση των προϋπολογισμών που αφορούν την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας (ΠΦΥ) και τις παροχές του ΕΟΠΥΥ, συμπεριλαμβανομένων των διαγνωστικών εξετάσεων.
Το υπουργείο Υγείας θεωρεί πως «είναι απολύτως σαφές ότι δεν μπορεί να υλοποιηθεί σε προεκλογική περίοδο καμία ρύθμιση που προϋποθέτει νομοθέτηση και έχει δημοσιονομικό κόστος. Άρα, το βασικό αίτημα που είναι η προσαύξηση κατά 55 εκατ. ευρώ του προϋπολογισμού για τις διαγνωστικές εξετάσεις του 2018 είναι ανέφικτο να ικανοποιηθεί. Μπορεί όμως να υπάρξει διευκόλυνση στην καταβολή της οφειλής μέσω των υπαρχουσών ρυθμίσεων για πολλαπλές δόσεις».
Παράλληλα, επισημαίνει πως «είναι απολύτως σαφές ότι η απόφαση για εξυπηρέτηση των πολιτών με την υποχρέωση να καταβάλλουν το 85% του κόστους των εξετάσεων είναι παράνομη και εκβιαστική και δεν προβλέπεται από τις υπάρχουσες συμβάσεις των εργαστηρίων από τον ΕΟΠΥΥ, θα δημιουργήσει σοβαρό κοινωνικό πρόβλημα και οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην καταγγελία των συμβάσεων. Το ερώτημα είναι γιατί επιλέγεται αυτό το χρονικό διάστημα η σκλήρυνση της στάσης και ποιος ωφελείται από αυτήν».
Σε κάθε περίπτωση, το υπουργείο Υγείας αναφέρει πως, προκειμένου να διευκολύνει την εξυπηρέτηση των πολιτών, απέστειλε σήμερα εγκύκλιο με την οποία καλούνται οι διοικήσεις των Υγειονομικών Περιφερειών (ΥΠΕ) και οι διοικητές των Νοσοκομείων, σε συνεργασία με τους επιστημονικά υπεύθυνους των εργαστηρίων, να οργανώσουν την ευχερή και δωρεάν πρόσβαση όσων ασφαλισμένων επιθυμούν να πραγματοποιήσουν τις μικροβιολογικές ή απεικονιστικές εξετάσεις τους στο ΕΣΥ.