Αφιερωματα

Βιογραφίες

Μάνος Λοΐζος: 32 χρόνια μετά κι ακόμη "όλα τον θυμίζουν" !!!

Όσοι τον γνώρισαν ήταν σαν να τους σφράγισε με μία αόρατη σφραγίδα. Οι υπόλοιποι μάθαμε απλώς τα τραγούδια του. Αλλά κι αυτά έχουν κάτι ανεξίτηλο. Απομεινάρια μίας εποχής που ο στίχος και η μελωδία δεν αρκούνταν στο εύπεπτο και το εφήμερο. 32 χρόνια λείπει. Κι όμως ... όλα τον θυμίζουν.

Ίσως να φταίνε και οι συγκυρίες γιατί ο Μάνος Λοΐζος δεν είχε μόνο το χάρισμα να δημιουργεί εξαιρετικές μελωδίες. Στάθηκε επίσης τυχερός που η πορεία του συνέπεσε με τη πορεία μεγάλων ερμηνευτών όπως του Γιώργου Νταλάρα, της Χαρούλας Αλεξίου, του Γιάννη Καλατζή, της Δήμητρας Γαλάνη, του Βασίλη Παπακωνσταντίνου και άλλων που με τη φωνή τους ανέδειξαν την ομορφιά των τραγουδιών του.

Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.

Γεννήθηκε στις 22 Οκτωβρίου 1937 στην Αίγυπτο από το γάμο του Κύπριου Ανδρέα Λοΐζου και της Ροδίτισσας Δέσποινας Μανάκη. Καταγόταν από σχετικά εύπορη οικογένεια και πέρασε τα παιδικά του χρόνια μεγαλώνοντας στις γειτονιές της Αλεξάνδρειας. Με τη μουσική άρχισε να ασχολείται από τα 14 του όταν και ζήτησε από τον πατέρα του να του αγοράσει ένα βιολί.

Στα 17 του αποφασίζει να έλθει στην Αθήνα για σπουδές. Έτσι λοιπόν το καλοκαίρι του 1955 γράφεται στην Φαρμακευτική Σχολή, την οποία όμως εγκαταλείπει μετά από ένα χρόνο βλέποντας ότι τον αφήνει αδιάφορο. Το 1956 μπαίνει στην Ανωτάτη Εμπορική και τελικά το 1960 διακόπτει οριστικά τις σπουδές του. Ψάχνει να βρει τι είναι αυτό που τον τραβάει. Όλα αυτά τα χρόνια στην Αθήνα διάβαζε ποιήματα, συνέθετε, πειραματιζόταν, έπαιζε κιθάρα. Και συνειδητοποιεί τελικά ότι το «άστρο» του είναι η μουσική.

Η απόφασή του όμως να ασχοληθεί με τη μουσική, του στερεί το συνάλλαγμα που δικαιούνταν σαν φοιτητής, και με τα λιγοστά χρήματα που κρυφά του στέλνει ο πατέρας του από την Αλεξάνδρεια, προσπαθεί να τα βγάλει πέρα. Ήταν τα πιο δύσκολα χρόνια της ζωής του Μάνου. Είναι δραματικά φτωχός, αναγκάζεται να μένει σε φίλους, γνωστούς ενώ πιάνει δουλεία σαν γκαρσόνι με αντάλλαγμα το καθημερινό του φαγητό.

Ώσπου, το 1960 ο Μάνος συνθέτει το πρώτο του τραγούδι: "Το τραγούδι του Δρόμου" ένα ποίημα του Λόρκα το οποίο είδε δημοσιοποιημένο σε εφημερίδα. Το τραγούδι αυτό ήταν το έναυσμα για να έρθει σε επαφή με τους άλλους καλλιτέχνες της εποχής του. Η δημιουργία του Σ.Φ.Ε.Μ (Σύλλογος Φίλων Ελληνικής Μουσικής) τον Απρίλη του 1962 ήταν το επισφράγισμα αυτών των γνωριμιών και το στήριγμα πάνω στο οποίο συνθέτες, τραγουδιστές, μουσικοί, ποιητές θα παρουσίαζαν το έργο τους. Με επικεφαλής το Μίκη Θεοδωράκη και μέλη όπως ο Διονύσης Σαββόπουλος, η Μαρία Φαραντούρη, ο Μάνος Ελευθερίου, ο Μάνος Λοΐζος και άλλοι, ήταν σίγουρο πως η ελληνική μουσική βρισκόταν σε πολύ καλό δρόμο. Με διευθυντή ορχήστρας τον Μάνο ο Σ.Φ.Ε.Μ δίνει συναυλίες και γίνεται ιδιαίτερα δημοφιλής.

Την χρονιά που ιδρύεται ο Σ.Φ.Ε.Μ ο Μάνος γνωρίζεται με τη στιχουργό Μαρία Λήμνου την οποία θα παντρευτεί ένα χρόνο αργότερα. Την ίδια εποχή μαζί με το Σαββόπουλο και τη Φαραντούρη εργάζεται σε μια μπουάτ στο Κολωνάκι για 100 δρχ την μέρα. Το 1966 γεννιέται η κόρη του Μάνου η Μυρσίνη  Λοΐζου ενώ την ίδια περίπου εποχή γνωρίζεται με το Λευτέρη Παπαδόπουλο και μεταξύ τους αναπτύσσεται μια ιδιαίτερα στενή σχέση, η οποία θα διαρκέσει πολλά χρόνια και θα αποφέρει πολύ όμορφα τραγούδια.

Το πραξικόπημα του 1967 αλλάζει τα δεδομένα. Αρχίζουν οι συλλήψεις: πρώτα ο Σαββόπουλος και στη συνέχεια ο Θεοδωράκης. Ο Λοΐζος για να γλιτώσει την σύλληψη φεύγει για την Αγγλία μαζί με την γυναίκα του όμως εκεί είναι απελπιστικά μόνος χωρίς χρήματα και φίλους. Μετά από 6 μήνες επιστρέφει στην Ελλάδα όπου βρίσκει καταφύγιο στο σπίτι του Λευτέρη Παπαδόπουλου. Γίνονται αχώριστοι. Καθημερινά περνούν πολλές ώρες μαζί γράφοντας τραγούδια και το φθινόπωρο του 1968 βγάζουν μαζί το πρώτο δίσκο του Μάνου με τίτλο "Ο Σταθμός" σε στίχους του Λευτέρη Παπαδόπουλου με κύριο ερμηνευτή το Γιάννη Καλατζή. Από το δίσκο αυτό ξεχωρίζουν το "Δελφίνι Δελφινάκι" , "Το Παλιό Ρολόι" ,"Ο Σταθμός", "Η Δουλειά Κάνει Τους Άντρες"

Η επιτυχία του "Σταθμού" δημιουργεί μια νέα οικονομική προοπτική για το Μάνο. Του γίνονται προτάσεις για θέατρο, κινηματογράφο. Αρχίζει να ανασαίνει οικονομικά και έτσι μαζί με τη γυναίκα του μετακομίζει σε μια πάροδο της οδού Μεσογείων. Εκεί το σπίτι τους καθημερινά γεμίζει από νέους τραγουδιστές οι οποίοι βλέπουν στο πρόσωπο του Μάνου το νέο τους συνθέτη. Ο Γιάννης Καλατζής και ο Γιώργος Νταλάρας είναι οι συχνότεροι επισκέπτες και σε αυτούς θα στηρίξει και τον επόμενο δίσκο του το 1970, "Θαλασσογραφίες" πάνω σε στίχους του Λευτέρη Παπαδόπουλου. Το 1971 ο Μάνος Λοΐζος θα κυκλοφορήσει τον τρίτο του δίσκο με τίτλο : "Να 'χαμε Τι Να 'χαμε" πάλι σε στίχους Παπαδόπουλου και με κύριους ερμηνευτές τους Νταλάρα και Καλατζή.

Το 1971 και ενώ ο Μάνος  βρίσκεται σε διάσταση με την πρώτη του σύζυγο θα γνωρίσει στη Κύπρο τη δεύτερη γυναίκα του. Το επόμενο διάστημα μένουν μαζί στο Χολαργό, όπου ο Μάνος αρχίζει να μελετάει συστηματικά Ρίτσο, Σεφέρη, Εγγονόπουλο , Ελύτη, Χικμέτ.

Την ίδια εποχή που κυκλοφορεί ο δίσκος "Να ΄χαμε Τι Να ΄χαμε" ο Μάνος δουλεύει τον "Τσε" και την "Πρώτη Μαΐου" σε στίχους δικούς του, τραγούδια που λόγω της λογοκρισίας δεν μπορούν να κυκλοφορήσουν τότε ακόμη. Τη νύχτα της 17ης Νοεμβρίου 1973 ο Λοΐζος δεν θα την ξεχάσει στα υπόλοιπα 9 χρόνια της ζωής του. Μια ομάδα "οργάνων" του καθεστώτος με κλωτσιές στην πόρτα και κραυγές , θα τον συλλάβει μπροστά στα έντρομα μάτια της κόρης του και θα τον οδηγήσουν στα μπουντρούμια της χωροφυλακής Νέας Ιωνίας. Θα αφεθεί ελεύθερος έπειτα από 9 μέρες.

Με την πτώση της χούντας ο Μάνος θα λυτρωθεί από την αγωνία του για το αν θα τον απελάσουν, μίας και έχει Κυπριακό διαβατήριο. Έχει πλέον την δυνατότητα να κυκλοφορήσει σε δίσκους τραγούδια που έγραφε όλα αυτά τα χρόνια αλλά η λογοκρισία δεν επέτρεπε να κυκλοφορήσουν. Έτσι λοιπόν το 1975 κυκλοφορούν "Τα Νέγρικα" σε στίχους του Γιώργου Νεγρεπόντη και την ίδια εποχή θα κυκλοφορήσουν "Τα Τραγούδια Του Δρόμου" με πολλές γνωστές συνθέσεις να ξεχωρίζουν όπως "Ο Δρόμος" , "Ο Στρατιώτης" ,"Τσε", "Το Ακορντεόν" , "Ο Γ΄ Παγκόσμιος" "Ο Μέρμηγκας", "Μη Με Ρωτάς".

Τα πρώτα προβλήματα με την υγεία του δεν αργούν να κάνουν την εμφάνισή τους.

Ο Λευτέρης Παπαδόπουλος λέει γι αυτόν "Η ζωή του είναι η ζωή ενός νταβραντισμένου δεκαοχτάχρονου. Ξενυχτάει, πίνει, καπνίζει και κάνοντας χιούμορ ζητάει ειδικές ξενόγλωσσες σάλτσες για το φαγητό του ενώ έχει λανσάρει ειδικό ωράριο για τη χρήση του αλκοόλ. "Κατά τις εντεκάμισι, αστοιχείωτε Λευτέρη, που είσαι ακόμα στο Δεμέστιχα, πίνουμε ένα με δύο ούζα. Το μεσημέρι, με το φαγητό ζητάμε το κρασί του Πυθαγόρα, το πορτογαλέζικο Ματέους, εκτός αν μας έχουν σερβίρει ψάρι, οπότε πίνουμε ρετσίνα από το βαρέλι του ταβερνιάρη της γειτονιάς. Το απόγευμα και ώσπου να δύσει ο ήλιος , πίνουμε καμπάρι με σόδα και όλα τα σχετικά. Όταν αρχίσει να σουρουπώνει παραγγέλνουμε ουίσκι, Σίβας κατά προτίμηση. Στο δείπνο μας φέρνουνε το μεσημεριανό κρασί - προσοχή παρακαλώ μέσα στο φλασκί. Και τις πρωινές ώρες καταναλίσκουμε μεγάλες ποσότητες τζίν με τόνικ."

Κάπου κάπου θυμάται τις προειδοποιήσεις των γιατρών για την υγεία του και κόβει το τσιγάρο, αρχίζει να καπνίζει πίπα, παρατά το αυτοκίνητο και όποτε είναι δυνατόν περπατά. Αυτά όμως για λίγο. Μετά ξανακατρακυλά.

Η χούντα έχει καταρρεύσει μαζί και η λογοκρισία. Ο λαός μετά από πολλά χρόνια είναι ελεύθερος να αγοράσει δίσκους του Μίκυ Θεοδωράκη. Είναι η εποχή των λαϊκών συγκεντρώσεων και των χειροκροτημάτων, της προσμονής και της ελπίδας. Αυτή την ατμόσφαιρα δεν είναι δυνατόν να μην την εκμεταλλευθούν οι δισκογραφικές εταιρίες, γι΄ αυτό παραγγέλνουν από τους συνθέτες τραγούδια μεγαλόστομα, εμβατηριακά. Έτσι η αγορά του δίσκου πλημμυρίζει από τραγούδια για εργάτες, μετανάστες, ήρωες του Πολυτεχνείου.

Αυτήν την εποχή ο Φ. Λάδης θα παραδώσει στο Μάνο Λοΐζο μια σειρά τραγουδιών που μιλάνε για συνδικάτα και απεργίες. Εκείνος θα τα μελοποιήσει και θα βγάλει το δίσκο "Τα Τραγούδια Μας" μαζί με τον Γιώργο Νταλάρα. Ένα δίσκο που θα έχει φοβερή απήχηση στον λαό και θα πουλήσει πάνω από 100.000 αντίτυπα.

Ο Λοΐζος όμως δεν σταματά εδώ. Πολύ σύντομα θα βγάλει ένα ακόμα δίσκο, αυτή τη φορά με τη Χαρούλα Αλεξίου. "Είναι πολύ μεγάλη τραγουδίστρια. Έχει ψυχή" λέει γι’ αυτήν και αποφασίζει να συνεργαστεί μαζί της, μελοποιώντας μια σειρά τραγουδιών που του δίνει ο Μανόλης Ρασούλης και ο Πυθαγόρας. Λίγο αργότερα κυκλοφορεί το δίσκο "Τα Τραγούδια Της Χαρούλας" με ερμηνεύτρια την ίδια.

Ακολουθεί το 1980 το "Για Μια Μέρα Ζωής" με κύρια ερμηνεύτρια την Δήμητρα Γαλάνη. ενώ θα ερμηνεύσει και ο ίδιος ένα δικό του ερωτικό τραγούδι, που τόσα χρόνια μετά παραμένει από τα πιο αγαπημένα ελληνικά ακούσματα: το "Σ' Ακολουθώ".

Από την ίδια δουλειά θα ξεχωρίσουν ακόμα η "Κουτσή Κιθάρα" του Λευτέρη Παπαδόπουλου , "Σε Ψάχνω" και "Κι Αν Είμαι Ροκ" της Σιτζάνη και το "Η Μέρα Εκείνη Δεν Θα Αργήσει" του Λάδη.

Τα προβλήματα όμως με την υγεία του Μάνου συνεχίζονται. Ο Φ. Κωνσταντινίδης, παιδικός φίλος του Μάνου, λέει γι αυτόν "Καλλιεργούσε την ιδέα ότι ήταν αθάνατος. Ότι μπορούσε να κάνει οποιαδήποτε κατάχρηση, να μπει σε οποιαδήποτε συγκινησιακή περιπέτεια και να βγει χωρίς απώλειες. Ναι. Καλλιεργούσε την ιδέα ότι ήταν αθάνατος."

Στις 11 Οκτωβρίου 1981 εισάγεται στο Γενικό Κρατικό με περικαρδίτιδα, νεφρική ανεπάρκεια και πίεση. Σύντομα θα βγει από το νοσοκομείο αλλά δεν θα λάβει καν τα μέτρα του. Έχει –λέει γελώντας σε όλους- στο νου του κάποια πράγματα που θέλει να κάνει ακόμα. Έχει στα χέρια του τα ποιήματα του Τούρκου Ναζίμ Χικμέτ σε απόδοση του Γιάννη Ρίτσου, τα οποία τόσο καιρό θέλει να κυκλοφορήσει, αλλά η εταιρεία του θεωρεί ότι είναι αντιεμπορικά. Έτσι λοιπόν στις αρχές του 1982 θα μελοποιήσει αυτά τα ποιήματα και θα κυκλοφορήσει τον δίσκο "Γράμματα στην Αγαπημένη". Δεκατέσσερα τραγούδια ντυμένα με πολύ απλή όμορφη μουσική.

 

Εντούτοις, το ταξίδι του στη Μόσχα και οι εξετάσεις που θα του κάνουν οι Σοβιετικοί γιατροί τον προειδοποιούν για εγκεφαλικό. Ο Λοΐζος όμως συνεχίζει την ζωή του σαν να μην συμβαίνει τίποτα. Στις 8 Ιουνίου του 1982 θα τον χτυπήσει το πρώτο εγκεφαλικό. Δύο μήνες μετά φεύγει για τη Μόσχα και εκμυστηρεύεται στους φίλους του πως για πρώτη φορά φοβάται πως αυτό το ταξίδι του δεν θα ‘χει γυρισμό. Και δυστυχώς αυτή η διαίσθηση βγήκε αληθινή. Στις 7 Σεπτεμβρίου 1982 και ενώ νοσηλεύεται στη Μόσχα παθαίνει και δεύτερο εγκεφαλικό. Οι γιατροί θα τον κρατήσουν στην ζωή ως τις 17 Σεπτέμβρη, ώρα 3 το απόγευμα. Έκτοτε ζει μέσα από τα τραγούδια που μας άφησε. Και παραδόξως 32 χρόνια μετά ... όλα τον θυμίζουν ακόμα.

Μ.Κορνάρου


Το παρόν άρθρο δημοσιεύεται στο ekriti και υπόκειται στους νόμους περί πνευματικής ιδιοκτησίας. Απαγορεύεται ρητά η αναπαραγωγή του καθ’ οιονδήποτε τρόπο χωρίς την απαραίτητη παραπομπή (link) στην ιστοσελίδα που το δημοσίευσε.

 

ESPA BANNER