Η ζωή ... εν τάφω για εκατομμύρια ανθρώπους
Ο δε λέγει προς αυτάς· Μη τρομάζετε· Ιησούν ζητείτε τον Ναζαρηνόν τον εσταυρωμένον· ανέστη, δεν είναι εδώ· ιδού ο τόπος, όπου έθεσαν αυτόν.
Ναι, έχω τις αμφιβολίες μου. Μου τις καλλιέργησαν έντεχνα όπως ακριβώς και την πίστη μου. Τα θρησκευτικά που έμαθα στο Δημοτικό ήταν ένα όμορφο παραμυθάκι, φτιαγμένο να "εγγράψει υποθήκες" στην παιδικότητα μου. Στο κατηχητικό (σχεδόν υποχρεωτική η "φοίτηση" στα νιάτα μου) ο ιερέας δεν είχε πρόθεση για διάλογο. Μας μάθαινε μονότονα "Τα Χριστιανόπουλα" και μας αγριοκοίταζε αν είχαμε απορίες.
Μεγάλωσα φορώντας τα "καλά" μου κάθε πρωινό Κυριακής και μπαίνοντας σε εκκλησίες που μου προκαλούσαν δέος, για να ακούσω μία Θεία Λειτουργία, που αγνοούσα ακόμα τότε ... τη γλώσσα της. Η πίστη και η κατάνυξη ήταν έννοιες που μου υπαγορεύτηκαν από τα πρέποντα. Ακριβώς όπως το όνομά μου και το βάπτισμα.
Με τον καιρό συνειδητοποίησα την χρησιμότητα του εγχειρήματος: ευφυής λύση στην επιτακτική ανάγκη μας να νικήσουμε την ιδέα του θανάτου. Νωρίτερα, είχα συναντηθεί με τις άλλες "απόλυτες" ανάγκες μου. Την ελπίδα για τα καλύτερα -που πάντα βαυκαλιζόμαστε να πιστεύουμε ότι είναι μπροστά μας- την αφόρητη δίψα να αγαπήσουμε και να αγαπηθούμε -ανυποψίαστοι συνήθως για το πόσο απαιτητική υπόθεση είναι η αγάπη- και την άρνηση να συμφιλιωθούμε με την μοναξιά μας.
Και κάπου στο βάθος, πάντα αναζητούσα δεκανίκι στα δύσκολα από τη "δοτή" μου πίστη. Είναι εκείνες οι στιγμές που σε νικούν στην καθημερινότητα και όπως οι δυνάμεις σου μοιάζουν "κατώτερες των περιστάσεων" σηκώνεις το βλέμμα και ενστικτωδώς σχεδόν, κάνεις αυτό που έμαθες από παιδί: προσεύχεσαι. Ελπίζοντας πως όλους τους καθημερινούς μικρούς θανάτους σου κάποιος τους εποπτεύει, κρυμμένος πίσω από το μπλε της Θεϊκής νιρβάνας του. Και θα φτάσει μία παράκληση απλή για να παρέμβει και ν' αρχίσει τα θαύματα. Τι ωραία αφέλεια!! Και πόσο, αλήθεια, δύσκολο να την απαρνηθείς.
Ακούω συχνά ότι η Βίβλος παραμένει το πρώτο σε αναγνωσιμότητα βιβλίο όλων των εποχών. Δεν την μελέτησα και δεν είμαι ειδήμων. Αναρωτιέμαι ωστόσο, πόσο διαφορετικά πράγματα συγκράτησαν όλες οι γενιές των ανθρώπων, που απώθεσαν τις ελπίδες τους εκεί.
Ο κοινός τόπος των επιθυμιών μας συναντήθηκε -λένε- σε κείνο τον κενό τάφο. Αρκεί η σκέψη ότι Ένας νίκησε τους φόβους μας. Ότι Αναστήθηκε. Συνειδητοποιώ πόσο σπουδαίο είναι να 'χουμε κατά νου την Ανάσταση. Λες κι αν ο τάφος δεν ήταν κενός .. θα πεθάνουμε λιγότερο. Ή αν ο τάφος βρεθεί αλλού, θα 'χουμε εξασφαλισμένο one way ticket για την πύλη του Παραδείσου.
Ζω στην εποχή των αμφισβητήσεων. Κανονικά, ο Άπιστος Θωμάς θα πρεπε να ανακηρυχθεί προστάτης του 21ου αιώνος. Του αιώνος της αμφισβήτησης. Κι εμείς τραγικά δύσπιστοι και υποψιασμένοι. Απαιτούμε τεκμήρια αθωότητας κρίνοντας τους πάντες εξ ορισμού ενόχους. Με τα τριάντα μας αργύρια στο χέρι, έτοιμοι να καταδώσουμε τον ενίοτε πλησίον στο Γολγοθά της επιβίωσης.
Τα Ιερατεία συνωμότησαν, ο Μέγας Κωνσταντίνος έβαλε το χέρι του, τα Απόκρυφα Ευαγγέλια μας τα στέρησαν, το Ευαγγέλιο του Ιούδα έγινε λαϊκό ανάγνωσμα και ακόμη και το βιβλίο της Ουράντια μοιάζει πιστευτό. Οι λαοί των αποπροσανατολισμένων .. έτοιμοι να δεχτούν τα πάντα. Εκτός από το προφανές: ότι υπάρχει τάφος. Όχι αυτός. Ούτε και τούτος. Αλλά ο δικός μας τάφος.
Κι ακόμη δυσκολότερο να τον αντιληφθείς, όχι στο τέρμα της διαδρομής σου, αλλά ενδιάμεσα: Στη ζωή εν Τάφω.
Μ.Κορνάρου
* Ποιητικό Κέρασμα από το "Άφησα να μην ξέρω" της Κικής Δημουλά:
Aπό τον κόσμο των γρίφων φεύγω ήσυχη.
Δεν έχω βλάψει στη ζωή μου αίνιγμα: δεν έλυσα κανένα.
Oύτε κι αυτά που θέλαν να πεθάνουν
πλάι στα παιδικά μου χρόνια:
έχω ένα βαρελάκι που 'χει δυο λογιών κρασάκι.
Tο κράτησα ώς τώρα αχάλαστο ανεξήγητο,
γιατί ώς τώρα δυο λογιών κρασάκι
έχουν λυμένα κι άλυτα που μου τυχαίνουν.
Συμβίωσα σκληρά μ' έναν ψηλό καλόγερο που κόκαλα δεν έχει
και δεν τον ρώτησα ποτέ ποιας φωτιάς γιος είναι,
σε ποιο θεό ανεβαίνει και μου φεύγει.
Δεν του λιγόστεψα του κόσμου τα προσωπιδοφόρα πλάσματά του,
του ανάθρεψα του κόσμου το μυστήριο με θυσία και με στέρηση.
Mε το αίμα που μου δόθηκε για να τον εξηγήσω.
Ό,τι ήρθε με δεμένα μάτια και σκεπασμένη πρόθεση
έτσι το δέχτηκα κι έτσι τ' αποχωρίστηκα:
με δεμένα μάτια και σκεπασμένη πρόθεση.
Aίνιγμα δανείστηκα, αίνιγμα επέστρεψα.
Άφησα να μην ξέρω πώς λύνεται ένα χθες,
ένα εξαρτάται, το αίνιγμα των ασυμπτώτων.
Άφησα να μην ξέρω τι αγγίζω,
ένα πρόσωπο ή ένα βιάζομαι.