Εσπερινός Του Άη Γιώργη

Στην πόρτα ο Άη Γιώργης με ένα χαμόγελο γεμάτο κατανόηση ... (βίντεο)

Στην πόρτα ο Άη Γιώργης με ένα χαμόγελο γεμάτο κατανόηση ... (βίντεο)

Η φιλενάδα μου επέμενε να πιούμε καφέ στο χωριό της χθες βράδυ. Είχε δει κι ένα παράξενο όνειρο στο μεσημεριανό ραχάτι της και με πήρε τηλέφωνο να μου το πει.

"Στεκόμουν όρθια μπροστά σε ένα γραφείο. Πίσω του καθόταν ένας άντρας που μου χαμογελούσε. Μου έτεινε το χέρι και είπε: Γιώργος Σιδεράς. Σηκώθηκε και με έσπρωξε απαλά έξω. Είδα μία μεγάλη ανηφόρα με πέτρινες πεζούλες κι άρχισα να ανεβαίνω. Γύρω μου ανέβαιναν κι άλλοι άνθρωποι. Παρατήρησα μία γυναίκα που κρατούσε ένα ασημένιο πέταλλο. Την ρώτησα που το πάει. "Στον Σιδερά" μου απάντησε και ξύπνησα. Φιλενάδα, σήκω να πάμε στο χωριό μου. Απόψε είναι ο εσπερινός του Άη Γιώργη".

Η εικόνα του Αγίου Γεωργίου

Δεν θέλησα να την κακοκαρδίσω. Στις 6.00 ακριβώς μπαίναμε στην είσοδο του χωριού. Ασυνήθιστη πολυκοσμία. Αγαναχτίσαμε να παρκάρουμε. Πήγαμε στο σπίτι για καφέ. Τα σοκάκια μύριζαν άνοιξη και λιβάνι. Βρήκαμε την κυρά Γιωργία να το καλαμπουρίζει ξέγνοιαστα με μία γειτόνισσα. "Χαλαροί άνθρωποι" σκεφτόμουν και τις κοίταζα με κείνη την παράξενη αίσθηση -μείγμα καλοπροαίρετης ζήλιας και αναπόλησης- για την στωικότητα και την απέριττη σοφία, που δείχνουν στις ζωές και τα "θέλω" τους οι άνθρωποι της περασμένης γενιάς. Πίνανε καφέ και σχεδίαζαν το γιορτάσι τους. Τι θα ψήσουν, ποιούς θα υποδεχτούν. Κατάλαβα πως και της γειτόνισσας ο γιός ήταν Γιώργος.

- Να σας ζήσει, είπα από συνήθεια και με κοίταξε κατάματα. Περίμενα ένα τυπικό "ευχαριστώ" μα δεν μου το 'πε. Συνέχισε την κουβέντα για τις ετοιμασίες. Κεφάτος άνθρωπος η Στέλλα. Γελαστός. Σύντομα η κουβέντα με έκανε να ξεχάσω την μικρή της .. αγένεια. Όταν σήμανε η καμπάνα του Εσπερινού κινήσαμε για την εκκλησία. Στην πόρτα της ο Άη Γιώργης. Επιβλητικός πάνω στο άλογό του, με ένα χαμόγελο γεμάτο κατανόηση και προσήνεια. Συγκέντρωνε ... ασπασμούς και λαμπάδες, καμαρώνοντας στο πόσοι τον θυμήθηκαν. Ήμασταν παλιοί γνώριμοι. Πάσχα του 1995, η προηγούμενη φορά που δρασκέλισα το κατώφλι του. Ευσεβής κατά περίσταση εγώ, και αλίμονο στους Αγίους που περίμεναν την δική μου επίσκεψη. Διστακτική στα τελετουργικά και αμύητη στις γονυκλησίες. Η Στέλλα δίπλα μου. Προσκύνησε ευλαβικά την εικόνα, ψιθύρισε κάτι που έμοιαζε σαν "να τον φυλάς" και ξαφνικά έχασε την ισορροπία της. Άπλωσα το χέρι αυθόρμητα να την κρατήσω. Μου χαμογέλασε δακρυσμένη.

ESPA BANNER