Αφιερωματα

Βιογραφίες

Επέτειοι

Ο "Μεγάλος Ερωτικός" ήταν δημοκράτης, αστός, ουμανιστής και αναθεωρητής της δεξιάς

Ο Μάνος Χατζιδάκις γεννήθηκε στην Ξάνθη, γιος του δικηγόρου Γεωργίου Χατζιδάκι από τον Μύρθιο Αγίου Βασιλείου Ρεθύμνου και της Αλίκης Αρβανιτίδου από την Αδριανούπολη. Η μουσική του εκπαίδευση ξεκινά σε ηλικία τεσσάρων ετών και περιλαμβάνει μαθήματα πιάνου από την Αρμενικής καταγωγής πιανίστρια Αλτουνιάν. Παράλληλα, εξασκείται στο βιολί και στο ακορντεόν.

Ο Χατζιδάκις εγκαθίσταται οριστικά στην Αθήνα  με τη μητέρα του, το 1932 έπειτα από το χωρισμό των γονέων του. Λίγα χρόνια αργότερα, το 1938 ο πατέρας του πεθαίνει σε αεροπορικό δυστύχημα, γεγονός που σε συνδυασμό με την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου επιφέρει μεγάλες οικονομικές δυσχέρειες στην οικογένεια. Ο νεαρός Χατζιδάκις εργάζεται για βιοπορισμό ως φορτοεκφορτωτής στο λιμάνι, παγοπώλης στο εργοστάσιο του Φιξ, υπάλληλος στο φωτογραφείο του Μεγαλοκονόμου και βοηθός νοσοκόμος στο 401 στρατιωτικό νοσοκομείο.

Στη φωτογραφία απεικονίζεται ο Μάνος Χατζηδάκις

Παράλληλα επεκτείνει τις μουσικές του γνώσεις παρακολουθώντας ανώτερα θεωρητικά μαθήματα με τον Μενέλαο Παλλάντιο, την περίοδο 1940 - 1943 ενώ ξεκινά και σπουδές Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, τις οποίες όμως δεν θα ολοκληρώσει ποτέ. Την ίδια περίοδο συνδέεται με άλλους καλλιτέχνες και διανοούμενους, μεταξύ των οποίων οι ποιητές Νίκος Γκάτσος, Γιώργος Σεφέρης, Οδυσσέας Ελύτης, Άγγελος Σικελιανός, και ο ζωγράφος Γιάννης Τσαρούχης.  Κατά την τελευταία περίοδο της Κατοχής, συμμετείχε ενεργά στην Εθνική Αντίσταση  μέσα από τις γραμμές της ΕΠΟΝ όπου γνώρισε τον Μίκη Θεοδωράκη με τον οποίον σύντομα ανέπτυξε ισχυρή φιλία.

Τα πρώτα έργα

Η πρώτη εμφάνιση του Χατζιδάκι ως συνθέτη πραγματοποιείται το 1944, σε ηλικία 19 ετών, με τη συμμετοχή του στο έργο "Τελευταίος Ασπροκόρακας" του Αλέξη Σολωμού, στο Θέατρο Τέχνης του Κάρολου Κουν. Στη σχολή του Θεάτρου Τέχνης, ο Χατζιδάκις θα παρακολουθήσει και μαθήματα υποκριτικής, αν και τελικά ο ίδιος ο Κουν θα τον προτρέψει να αφοσιωθεί αποκλειστικά στην μουσική. Η συνεργασία του με το Θέατρο Τέχνης θα αποδειχθεί ιδιαίτερα παραγωγική, και θα διαρκέσει περίπου δεκαπέντε χρόνια. Τέλος, το 1946 καταγράφεται η πρώτη του εργασία για τον κινηματογράφο  στην ταινία "Αδούλωτοι Σκλάβοι".

Την περίοδο αυτή, ο Χατζιδάκις ανακαλύπτει το ρεμπέτικο τραγούδι και γίνεται ο πρώτος που θα το μελετήσει σε βάθος και θα κατανοήσει την αξία του. Στις 31 Ιανουαρίου 1949, σε ηλικία 23 ετών, δίνει στο Θέατρο Τέχνης  την διάσημη πλέον διάλεξη για το ρεμπέτικο τραγούδι.

Το 1950  θα αποτελέσει ιδρυτικό στέλεχος και καλλιτεχνικό διευθυντή του Ελληνικού Χοροδράματος  της Ραλλούς Μάνου όπου παρουσιάζει τα τέσσερα μπαλέτα του. Την ίδια εποχή, η τραγωδός Μαρίκα Κοτοπούλη  αναθέτει στον Χατζιδάκι τη σύνθεση της μουσικής για τις "Χοηφόρους" (1950) από την "Ορέστεια" του Αισχύλου. Το γεγονός αυτό αποτελεί την απαρχή της ενασχόλησης του Χατζιδάκι με το αρχαίο δράμα.

Η μεγάλη δημοσιότητα

Από το 1957 ξεκινά μία περίοδος έντονης δημιουργικής δράσης. Ο Χατζιδάκις συνθέτει ασταμάτητα για το θέατρο και τον κινηματογράφο, όπου το έργο του γνωρίζει μεγάλη δημοφιλία, ενώ παράλληλα γράφει πολλά σημαντικά μουσικά έργα.

Το 1961 του απονέμεται το βραβείο Όσκαρ  για το τραγούδι "Τα παιδιά του Πειραιά", από την ταινία του Ζυλ Ντασέν " Ποτέ την Κυριακή". Η βράβευση αυτή του δίνει παγκόσμια δημοσιότητα, την οποία ο Χατζιδάκις προσπαθεί να αποφύγει με κάθε τρόπο, θεωρώντας ότι του στερεί την δυνατότητα να διαμορφώσει ο ίδιος την σχέση του με τον ακροατή του.

Μερικά έργα της περιόδου αυτής είναι η μουσική για τη "Μήδεια" του Ευριπίδη (1958), το "Παραμύθι χωρίς όνομα", του Ι. Καμπανέλλη (1959) το "Ο κύκλος με την κιμωλία" του Μπρεχτ, η "Οδός ονείρων" (1962), αλλά και "Το χαμόγελο της Τζοκόντας" - δέκα τραγούδια για ορχήστρα γραμμένα αρχικά για φωνή, ειδικά για τη Ζακλίν Ντανό (Παρίσι, 1962).

Στο εξωτερικό

Το 1966 ο Μάνος Χατζιδάκις επισκέπτεται την Αμερική  προκειμένου να ανεβάσει στο Broadway με τον Ζυλ Ντασέν  και τη Μελίνα Μερκούρη τη θεατρική διασκευή του "Ποτέ την Κυριακή" με τον τίτλο "Illya Darling". Κατά την παραμονή του στην Αμερική έρχεται σε επαφή με την ποπ και ροκ αμερικανική μουσική σκηνή, γεγονός που έχει σαν αποτέλεσμα την ηχογράφηση του κύκλου τραγουδιών "Reflections" σε συνεργασία με το συγκρότημα "New York Rock and Roll Ensemble", ενώ ηχογραφεί και "Το Χαμόγελο της Τζοκόντας", στην -πασίγνωστη πλέον- συμφωνική του μορφή. Παράλληλα συνεχίζει την συνεργασία με τα μπαλέτα του 20ού Αιώνα στις Βρυξέλλες, όπου διευθύνει έργα δικά του ή άλλων συνθετών. Άλλα σημαντικά έργα της περιόδου είναι η μουσική για την ταινία «Blue» (1958) του Silvio Narizzano,  η "Ρυθμολογία" (έργο για πιάνο) και η "Αμοργός" (1970), έργο το οποίο ο συνθέτης άφησε ημιτελές.

Επιστροφή στην Ελλάδα - μεταπολίτευση

Το 1972  επιστρέφει στην Αθήνα και τον επόμενο χρόνο ιδρύει το μουσικό καφεθέατρο "Πολύτροπο", με το οποίο επιδιώκει, σύμφωνα με τον ίδιο, "μια τελετουργική παρουσίαση του τραγουδιού, μ' όλα τα μέσα που μας παρέχει η σύγχρονη θεατρική εμπειρία".  Η περίοδος αυτή, μέχρι το τέλος της ζωής του, θεωρείται η περισσότερο ώριμη στη μουσική του σταδιοδρομία και σηματοδοτείται με την ηχογράφηση του "Μεγάλου Ερωτικού".

Η πολυεπίπεδη δραστηριοποίηση του Χατζιδάκι στον χώρο της τέχνης και οι παρεμβάσεις του στα κοινά κορυφώνονται την περίοδο αυτή. Διορίζεται αναπληρωτής γενικός διευθυντής της Λυρικής Σκηνής για το διάστημα 1957 - 1977 ενώ την περίοδο 1975 - 1982 αναλαμβάνει καθήκοντα Διευθυντή της Κρατικής Ορχήστρας καθώς και Διευθυντή του κρατικού ραδιοσταθμού Τρίτο Πρόγραμμα.

Η παρουσία του στο Τρίτο Πρόγραμμα αποτελεί μέχρι σήμερα, σημείο αναφοράς ποιότητας και ιδεών στην ελληνική ραδιοφωνία, και σηματοδοτεί -σίγουρα - την ποιοτικότερη περίοδο του ραδιοσταθμού.

Το 1979  ο Χατζιδάκις καθιερώνει τις "Μουσικές Γιορτές" στα Ανώγεια Μυλοποτάμου  που περιλαμβάνουν τοπικούς λαϊκούς χορούς και τραγούδια. Παράλληλα διοργανώνει συνέδριο με θέμα την παράδοση, στο οποίο συμμετέχουν διανοούμενοι, καλλιτέχνες και ακαδημαϊκοί.

Τον επόμενο χρόνο εγκαινιάζει τον "Μουσικό Αύγουστο" στο Ηράκλειο ένα καλλιτεχνικό Φεστιβάλ με κύριο στόχο την παρουσίαση νέων ρευμάτων τόσο στη μουσική όσο και στο χορό, τον κινηματογράφο, τη ζωγραφική και το θέατρο. Την περίοδο 1981 - 1982 διοργανώνει επίσης τους Αγώνες Ελληνικού Τραγουδιού στην Κέρκυρα ένα μουσικό διαγωνισμό για νέους Έλληνες συνθέτες.

Το 1985 παρουσιάζει και εκδίδει το πολιτιστικό περιοδικό "Τέταρτο" το οποίο καταγράφει τα καλλιτεχνικά και κοινωνικά δρώμενα μέσα από τις πολιτικές τους διαστάσεις. Το 1985 επίσης, δημιουργεί την πρώτη ανεξάρτητη δισκογραφική εταιρεία στην Ελλάδα,  "Σείριος"  η οποία λειτουργεί μέχρι σήμερα, με σκοπό την ανάδειξη καλλιτεχνών και μουσικών δημιουργιών επί τη βάσει μη εμπορικών κριτηρίων. Παράλληλα, παρουσιάζει επιλεγμένα έργα και καλλιτέχνες στην μπουάτ "Σείριος" (Ζουμ).

Παρτιτούρα του Μ. Χατζηδάκη από την Αμοργό

Παρτιτούρα του Μ. Χατζηδάκη από την Αμοργό

 

Το 1989  ιδρύει την  Ορχήστρα των Χρωμάτων προκειμένου να παρουσιάζει με πρωτότυπο τρόπο έργα κλασικών και σύγχρονων συνθετών. Ο ίδιος ο Χατζιδάκις διηύθυνε την ορχήστρα των χρωμάτων μέχρι το τέλος της ζωής του, δίνοντας συνολικά είκοσι συναυλίες και δώδεκα ρεσιτάλ ελληνικού και διεθνούς ρεπερτορίου. Στις 3 Ιουνίου 1990 σε συνεργασία με τον κορυφαίο μουσικό Άστορ Πιατσόλα, διευθύνει την Ορχήστρα των Χρωμάτων σε μια συναυλία που ηχογραφήθηκε ζωντανά στο θέατρο του Ηρώδη του Αττικού.  Η συναυλία θεωρείται εξαιρετικά σημαντική καθώς ήταν η τελευταία του Πιατσόλα, ο οποίος ένα μήνα μετά, μετά από εγκεφαλικό επεισόδιο έπεσε σε κώμα δύο ετών και έφυγε από τη ζωή το 1992.  Το 1991  σε συνεργασία με τον Δήμο Καλαμάτας, ο Μάνος Χατζιδάκις διοργανώνει τους «Πρώτους Αγώνες Ελληνικού Τραγουδιού Καλαμάτας».

Η έντονη ενασχόληση του Χατζιδάκι με τα κοινά, κατά την περίοδο αυτή, αποτυπώνεται σε σημαντικό τμήμα του έργου του. Χαρακτηριστικά έργα της περιόδου είναι "Η εποχή της Μελισσάνθης", έργο αυτοβιογραφικό αλλά και βαθιά πολιτικό, οι κύκλοι τραγουδιών "Τα παράλογα" (1978), "Οι μπαλάντες της οδού Αθηνάς" (1983), η μουσική παράσταση "Πορνογραφία" (1982) σε δική του σκηνοθεσία, η "Σκοτεινή μητέρα" και "Τα τραγούδια της αμαρτίας".

Ο Μάνος Χατζιδάκις πέθανε στις 15 Ιουνίου 1994  από οξύ πνευμονικό οίδημα και ετάφη στην Παιανία. 

Το τραγούδι

Ο Χατζιδάκις επιδιώκει μια μουσική ζωντανή, που να εκφράζει τους ανθρώπους και τον καιρό τους, και να μην είναι απλώς μια έκφραση τέχνης. Για τον λόγο αυτό απέρριψε το οικοδόμημα της κλασσικής μουσικής, και επέλεξε απ’ την αρχή την ενασχόλησή του με το τραγούδι ως «ερωτική πράξη και όχι μια έκφραση τέχνης» . «Πιστεύω» -γράφει ο Χατζιδάκις- «στο τραγούδι που μας αποκαλύπτει και μας εκφράζει εκ βαθέων, κι όχι σ' αυτό που κολακεύει τις επιπόλαιες και βιαίως αποκτηθείσες συνήθειές μας.» .

Τώρα που ζω με τον εαυτό μου βαθειά κι απόλυτα, θέλω να μάθω ο ίδιος ποιός υπήρξα, τί σκέφθηκα, πώς έζησα και τί είναι αυτό που συνθέτει την μελλοντική μου απουσία.
Μάνος Χατζιδάκις

 

Το τραγούδι κατά τον Χατζιδάκι πρέπει να βασίζεται σε υψηλό ποιητικό λόγο, αλλά και να περιέχει έναν ισχυρό μύθο. Τον στόχο αυτό θεωρεί ότι τον επιτυγχάνει για πρώτη φορά με τον κύκλο τραγουδιών «Μυθολογία» (1965).

Λόγω της τοποθέτησης αυτής πάνω στο τραγούδι, το έργο του Χατζιδάκι είναι συνυφασμένο με την γενικότερη στάση του στα ζητήματα της τέχνης και του δημόσιου βίου.

Συγγραφικό έργο

Ο Μάνος Χατζιδάκις εξέδωσε δύο ποιητικές συλλογές, με τους τίτλους "Μυθολογία" και "Μυθολογία δεύτερη". Ακόμη, εξέδωσε μία επιλογή από τα σχόλια του στο Τρίτο Πρόγραμμα με τίτλο "Τα σχόλια του Τρίτου", καθώς και μία συλλογή από συνεντεύξεις και άρθρα, με τίτλο "Ο καθρέφτης και το μαχαίρι». Ο Χατζιδάκις -σε αντίθεση με τον Μίκη Θεοδωράκη- δεν συνέγραψε αμιγώς θεωρητικά έργα. Η θεωρητική του τοποθέτηση, τόσο σε θέματα μουσικής όσο και σε ευρύτερα ζητήματα της τέχνης και του δημόσιου βίου, αποτυπώνεται σε ένα πλήθος συνεντεύξεων, άρθρων, διαλέξεων και σχολίων, καθώς και στο συνθετικό του έργο.

Οι παρεμβάσεις του στον δημόσιο βίο

Ο Μάνος Χατζιδάκις ανέπτυξε, ήδη από την εποχή της απελευθέρωσης, βαθιά πολιτική σκέψη, κεντρικός άξονας της οποίας ήταν η αμφισβήτηση και η αναθεώρηση. Για την πολιτική του ταυτότητα, γράφει ο ίδιος: "Είμαι δημοκράτης αστός ουμανιστής και αναθεωρητής της δεξιάς […] Ποτέ δεν υπήρξα αντικομμουνιστής [...] Εγώ περιέχω και τον αριστερό. Ο αριστερός όμως δεν με περιέχει.". Η πολιτική σκέψη του Χατζιδάκι επεκτείνεται στην ουσία των κοινωνικών ζητημάτων, πέρα και έξω από τον χώρο που ορίζουν οι ιδεολογίες, και βρίσκεται πανταχού παρούσα στο έργο του, που ωστόσο δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να χαρακτηριστεί στρατευμένο.

Αυτός που αυτοπροσδιορίζοταν ως «φιλελεύθερος αστός» και στενός φίλος του Κωνσταντίνου Καραμανλή ήταν θερμός υποστηρικτής όλων των μειοψηφιών και των καταπιεσμένων.

Από την μεταπολίτευση, και μέχρι το τέλος της ζωής του, ο Χατζιδάκις παρεμβαίνει συστηματικά και με έντονο τρόπο στον δημόσιο βίο. Αρχικά με το τρίτο πρόγραμμα, κι αργότερα με το περιοδικό "το τέταρτο", επιχειρεί συνειδητά και μεθοδικά να αντιδράσει σε κατεστημένες αντιλήψεις. Αλλά και με πλήθος συνεντεύξεων, άρθρων και δηλώσεων, πάλεψε ενάντια στις μεθοδεύσεις, τον λαϊκισμό, τον συντηρητισμό και την αμετροέπεια της εξουσίας. Οι παρεμβάσεις του Χατζιδάκι στα δημόσια πράγματα της χώρας δεν γίνονται χωρίς κόστος για τον ίδιο, και κορυφώνονται με την καταδίκη του " Αυριανισμού"  που τον έφερε στο στόχαστρο του αντίστοιχου εκδοτικού συγκροτήματος.

Η στάση του Χατζιδάκι στα θέματα του δημόσιου βίου καθορίζεται από την αισθητική του και χαρακτηρίζει σημαντικό μέρος του έργου του αυτής της περιόδου. Ορισμένα έργα στα οποία αποτυπώνεται η πολιτική σκέψη του συνθέτη είναι "Τα παράλογα" (1976), "Η εποχή της Μελισσάνθης" (1980), "Πορνογραφία" (1982), "Οι μπαλάντες της οδού Αθηνάς" (1983).

 

Πηγές: wikipedia,  politispittas.blogspot.com, lifo.gr,destinationcrete.gr,blogsystem16blogspot.com, florentine7,

ESPA BANNER